Βάσει της έρευνας της GPO το 62,9% των πολιτών αξιολόγησε αρνητικά τον τρόπο με τον οποίο κάλυψαν τα εγχώρια ΜΜΕ το σιδηροδρομικό δυστύχημα. Μάλιστα, το 36,9% εξ αυτών αξιολόγησαν ως πολύ αρνητική την ειδησεογραφική κάλυψη ενώ το 26% εκτίμησε ότι η κάλυψη ήταν αρκετά αρνητική. Αντίθετα, μια ισχνή μερίδα του πληθυσμού, μόλις το 7%, αξιολόγησε ως πολύ θετική την ειδησεογραφική κάλυψη ενώ το 21,9% την χαρακτήρισε θετική.
Ακόμη πιο αρνητική εικόνα σχηματίζεται από την έρευνα της Pro Rata η οποία κατέδειξε ότι το 69% των πολιτών καταλογίζει στα ΜΜΕ ότι παρουσίασαν με μεροληπτικό τρόπο την υπόθεση. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την εν λόγω έρευνα το 46% χαρακτηρίζει μεροληπτική την ειδησεογραφική κάλυψη του δυστυχήματος και το 23% «σχετικά μεροληπτική». Αντίθετα, μόλις το 7% εξέλαβε ως «αντικειμενική» την κάλυψη της τραγωδίας ενώ το 21% την χαρακτήρισε «σχετικά αντικειμενική».
Η «θεωρία της θυσίας», το «ανθρώπινο λάθος» και η υποβάθμιση προειδοποιήσεων
Τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων για την ειδησεογραφική κάλυψη του δυστυχήματος στα Τέμπη ουσιαστικά επιβεβαίωσαν τον θυμό των πολιτών απέναντι σε μερίδα των ΜΜΕ και ιδίως στους τηλεοπτικούς σταθμούς, ο οποίος έχει εκφραστεί εδώ και μέρες σε συλλαλητήρια και φοιτητικές κινητοποιήσεις. Στο επίκεντρο των διαμαρτυριών και κυρίως από την πλευρά των νέων έχουν βρεθεί μάλιστα συγκεκριμένες τοποθετήσεις που εκλαμβάνονται ως προσβλητικές για τα θύματα αλλά και ως απόπειρες συγκάλυψης πολιτικών ευθυνών.
Την μεγαλύτερη κριτική της κοινής γνώμης έχει δεχθεί μέχρι στιγμής η λεγόμενη «θεωρία της θυσίας» που προώθησαν δημοσιογράφοι στον τηλεοπτικό φακό και η οποία πρεσβεύει ότι στην Ελλάδα γίνονται έργα μόνο όταν υπάρξουν πολύνεκρα δυστυχήματα. Οι θιασώτες αυτής της αντίληψης ισχυρίστηκαν μάλιστα, εξοργίζοντας την κοινή γνώμη, ότι «χάρη στους νεκρούς» του παλαιότερου δυστυχήματος στα Τέμπη ολοκληρώθηκαν τα έργα στην εθνική οδό.
Αλγεινές εντυπώσεις στους πολίτες προκάλεσε, όμως, και η υιοθέτηση της ερμηνείας του «ανθρώπινου λάθους» που επιχείρησε να ρίξει όλες τις ευθύνες στον σταθμάρχη της Λάρισας αποσιωπώντας τις ελλείψεις στις υποδομές αλλά και τις πολιτικές ευθύνες όσων των τοποθέτησαν με παράνομο τρόπο. Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της εταιρείας Marc μόλις το 12,1% των πολιτών υιοθέτησε την ερμηνεία ότι για το δυστύχημα ευθύνεται κυρίως ο σταθμάρχης της Λάρισας ή η «κακιά ώρα».
Η αρνητική εικόνα της κοινής γνώμης οφείλεται, όμως, και στην αίσθηση των πολιτών ότι τα ΜΜΕ δεν προέβαλαν επαρκώς τις αλλεπάλληλες προειδοποιήσεις των εργαζομένων για το έλλειμμα ασφαλείας στους σιδηροδρόμους.
Μάλιστα, μερίδα τηλεοπτικών σταθμών επιχείρησε να υποβαθμίσει αυτές τις προειδοποιήσεις ακόμη και μετά την τραγωδία επιτείνοντας όπως ήταν φυσικό τον θυμό της κοινής γνώμης. Σημειώνεται, πάντως, ότι η ΕΣΗΕΑ με ανακοίνωσή της μετά το πολύνεκρο δυστύχημα ζήτησε δημοσίως συγγνώμη αναγνωρίζοντας ότι «οι προειδοποιήσεις των εργαζομένων στους σιδηροδρόμους δεν είχαν την κάλυψη που αναλογούσε στην σοβαρότητα του ζητήματος και τα λίγα, αλλά υπαρκτά, ρεπορτάζ δημοσιογράφων, ΜΜΕ και ερευνητικών δημοσιογραφικών ομάδων δεν αναπαρήχθησαν».
Μιχάλης Χατζηκωνσταντίνου • [email protected]