Ολοκληρώθηκε η επίσκεψη της εξεταστικής επιτροπής του Ευρωκοινοβουλίου (PEGA), που ερευνούν τη χρήση του Pegasus και άλλων κατασκοπευτικών λογισμικών στην Ελλάδα.
Συνολικά, η επίσκεψη των ευρωβουλευτών σε Κύπρο και Ελλάδα διήρκησε από τις 1 έως τις 4 Νοεμβρίου. Στην Ελλάδα οι ευρωβουλευτές συναντήθηκαν με ερευνητές δημοσιογράφους που εργάζονται για την αποκάλυψη περιπτώσεων κατάχρησης κατασκοπευτικού λογισμικού, καθώς και με βουλευτές από τις παρατάξεις της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης, οι οποίοι συμμετείχαν στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής για την παράνομη παρακολούθηση του ηγέτη του κόμματος της αντιπολίτευσης ΠΑΣΟΚ και ευρωβουλευτή Νίκου Ανδρουλάκη.
Σε συνάντηση με τον Έλληνα Υπουργό Επικρατείας Γεώργιο Γεραπετρίτη, οι ευρωβουλευτές συζήτησαν επίσης ιδιαίτερα προβεβλημένες υποθέσεις παρακολούθησης και το ευρύτερο πλαίσιο της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης και του κράτους δικαίου στην Ελλάδα.
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης στην Ελλάδα, οι ευρωβουλευτές συναντήθηκαν επίσης με τον δημοσιογράφο Θανάση Κουκάκη και άλλα δημόσια πρόσωπα που στοχοποιήθηκαν με κατασκοπευτικό λογισμικό, τον πρόεδρο της ελληνικής αρχής προστασίας δεδομένων ΑΔΑΕ Χρήστο Ράμμο, καθώς και ΜΚΟ και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Μετά την επίσκεψη, ο Πρόεδρος της επιτροπής Jeroen Lenaers (ΕΛΚ, Ολλανδία) δήλωσε ότι κατά τη διάρκεια των συναντήσεων σε Κύπρο και Ελλάδα, οι ευρωβουλευτές είχαν «πολλές εποικοδομητικές ανταλλαγές απόψεων με εκπροσώπους της κυβέρνησης, δημοσιογράφους και εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών».
«Αν και δεν εντοπίσαμε σαφείς ενδείξεις διαφθοράς ή το είδος αυταρχικών πρακτικών που παρατηρούμε στην Πολωνία ή, σύμφωνα με δημοσιεύματα, και στην Ουγγαρία, χρειάζεται να καταβληθεί μεγαλύτερη προσπάθεια προκειμένου να εξασφαλισθεί η διαφάνεια», τόνισε ο ίδιος.
«Τυχόν καταγγελίες για κατάχρηση της πρακτικής της παρακολούθησης πρέπει να διερευνώνται ενδελεχώς και θα πρέπει να θεσπιστούν οι απαραίτητες δικλείδες ασφαλείας», πρόσθεσε.
Ταυτόχρονα, εξέφρασε την ικανοποίησή του «για το γεγονός ότι, εν αντιθέσει με αυτά που συμβαίνουν σε άλλες χώρες, οι κυβερνήσεις Κύπρου και Ελλάδας συνεργάστηκαν ενεργά με τα μέλη της επιτροπής μας και απάντησαν στις ερωτήσεις μας», ενημερώνοντας τους ευρωβουλευτές για τις δικές τους προτάσεις αναφορικά με προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις στην Κύπρο και την Ελλάδα, οι οποίες θα αποτελέσουν αντικείμενο δημόσιας διαβούλευσης κατά τους επόμενους μήνες.
«Οι μεταρρυθμίσεις αυτές αναμένεται να βελτιώσουν τη διαφάνεια και την επιβολή της ισχύουσας νομοθεσίας και να διασφαλίσουν την κατάλληλη δικαστική εποπτεία της χρήσης της παρακολούθησης. Αναμένουμε την ψήφιση στοχευμένης νομοθεσίας και των σχετικών πολιτικών με ανυπομονησία», κατέληξε ο κ. Lenaers.
Η εισηγήτρια Sophie in’t Veld (Renew, Ολλανδία) δήλωσε ότι μετά την τετραήμερη παραμονή της επιτροπής σε Κύπρο και Ελλάδα ανακύπτουν ακόμη περισσότερα ερωτήματα από αυτά που υπήρχαν αρχικά.
«Ακούσαμε ανησυχητικές αναφορές δημοσιογράφων που αισθάνονται ότι δεν είναι ασφαλείς όταν γράφουν γύρω από σημαντικά θέματα, ότι η ανεξάρτητη αρχή προστασίας προσωπικών δεδομένων δέχεται πιέσεις και ότι η εθνική ασφάλεια χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για κατάχρηση και παρακολούθηση κατασκοπευτικού λογισμικού», ανέφερε η ίδια.
«Φαίνεται ότι οι εταιρείες κατασκοπευτικού λογισμικού έχουν δημιουργήσει έναν τρομακτικό ιστό διασυνδέσεων που μπορεί να φτάνει μέχρι και στις δημόσιες αρχές, παρόλο που η νομοθεσία της ΕΕ για τα μητρώα πραγματικών δικαιούχων σχεδιάστηκε με τέτοιο τρόπο ώστε να δημοσιοποιούνται αυτού του είδους οι πληροφορίες», επισήμανε.
«Η ΕΕ χρειάζεται σαφείς κανόνες για τον περιορισμό της χρήσης των υπηρεσιών εθνικής ασφάλειας για παρακολουθήσεις, που θα διασφαλίζουν κατάλληλη δικαστική εποπτεία και ένα υγιές και πλουραλιστικό περιβάλλον στα μέσα ενημέρωσης», κατέληξε η κ. Veld .