Για τον εφιάλτη της φυλάκισης, αλλά και της δημόσιας διαπόμπευσής της, αφού η ίδια επιμένει ότι είναι αθώα, μίλησε η Εύα Καϊλή στο «Βήμα της Κυριακής», λίγο πριν την αποφυλάκισή της.
Η μέχρι πρότινος αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου συνελήφθη και πέρασε τη νύχτα στα κρατητήρια των Βρυξελλών, στις 9 Δεκεμβρίου, κατηγορούμενη για την υπόθεση που έγινε γνωστή ως «Qatargate» και έγινε ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα διαφθοράς και χρηματισμού που έκανε τα θεμέλια της Ευρωβουλής να τρίζουν.
Το διαμέρισμά της στις Βρυξέλλες ήταν ένα από τα 17 σημεία στα οποία πραγματοποίησε έφοδο η βελγική Εισαγγελία. Εκεί βρέθηκαν 600.000 ευρώ σε τσάντες.
Λίγο πριν την αστυνομική επιχείρηση στο σπίτι της, είχε προηγηθεί η προσαγωγή του συντρόφου της, Φρατζέσκο Τζόρτζι, αλλά και του Ιταλού πρώην ευρωβουλευτή Πιερ Αντόνιο Παντσέρι, του επικεφαλής της μη κυβερνητικής οργάνωσης «Fight Impunity» και «εγκέφαλου» – όπως αποδείχτηκε – του σκανδάλου.
Οι εξελίξεις είναι ραγδαίες. Οδηγείται στον ανακριτή και η προσαγωγή της μετατρέπεται σε σύλληψη. Η αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατηγορείται για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, ξέπλυμα χρήματος, διαφθορά και δωροδοκία από το Κατάρ.
«Κατέρρευσε όλη μου η ύπαρξη»
Τέσσερις μήνες μετά και κατόπιν τριών τετ α τετ με τις βελγικές δικαστικές αρχές, που κατέληξαν σε ισάριθμες απορρίψεις αιτήσεων αποφυλάκισης, και λίγο πριν περάσει το κατώφλι των φυλακών του Χάρεν, η Εύα Καϊλή καταθέτει στο «Βήμα» τις πρώτες σκέψεις της και κάνει τον απολογισμό της δυσκολότερης περιόδου της ζωής της.
«Τον Δεκέμβριο του 2022, όταν πληροφορήθηκα από τα μέσα ενημέρωσης σε τι κατηγορίες εφέρετο ότι συμμετείχε ο σύντροφός μου και πατέρας της κόρης μου, κατέρρευσε όλη μου η ύπαρξη, χάθηκε ξαφνικά ο κόσμος όλος, έγινα χίλια κομμάτια» αναφέρει χαρακτηριστικά για εκείνες τις ώρες που «ξεκίνησαν όλα», ενώ ανατρέχει και στην αντιμετώπιση που έτυχε από συντρόφους, συναδέλφους, συνεργάτες, ακόμα και φίλους.
«Μετά ήλθε η απόλυτη απομόνωση και απόρριψη απο τους πάντες, τους συναδέλφους μου στην Ευρωβουλή, τον πολιτικό κόσμο στην πατρίδα μου, τους φίλους, τους γνωστούς. Ήταν σαν να μην υπήρξα. Βρέθηκα στη φυλακή, μακριά από την κόρη μου, με μόνη συντροφιά την ελπίδα ότι αυτό που ζω είναι ψευδαίσθηση. Παραμιλούσα, φώναζα ‘είμαι αθώα’, αλλά οι τοίχοι και τα κάγκελα δεν ακούν», λέει χαρακτηριστικά.
«Η σκέψη της κόρης μου με απέτρεψε από το να τελειώσω»
Οι πρώτες ώρες στη φυλακή κυλούν δύσκολα. Οι σκέψεις της ζωής, που σιγά-σιγά αντιλαμβάνεται ότι θα αποτελέσει παρελθόν, τη συνθλίβουν.
«Οι μόνοι που με πίστεψαν ήταν η αδελφή μου, η μάνα μου, ο πατέρας μου και ο Έλληνας δικηγόρος μου, ο Μιχάλης, όπως τον είχαν μάθει και τον αποκαλούσαν και οι συγκρατούμενές μου. Κάποιοι πίστεψαν ότι είχα τελειώσει, ότι έσβησα ως προσωπικότητα», περιγράφει με πικρία.
Όσον αφορά τις ελάχιστες επαφές της με τον «έξω κόσμο», θυμάται ότι όλοι την προέτρεπαν να πει ό,τι χρειάζεται για να βρεθεί μια ώρα αρχύτερα ελεύθερη.
«Όλοι με συμβούλευαν να ομολογήσω, να φύγω γρήγορα, να πάω στην κόρη μου» λέει και παραδέχεται τις πρώτες σκοτεινές σκέψεις, καθώς και τη μοναδική ζωογόνο σκέψη – αυτή της μόλις δύο ετών κόρης της.
«Να μην ντρέπεται η κόρη μου για εμένα»
«Είναι αλήθεια, μπορώ να το πω, πέρασαν στιγμές που σκέφτηκα να τελειώσω μόνη μου το μαρτύριο της εκκωφαντικής μοναξιάς. Δείλιασα, δεν το έκανα, η σκέψη της κορούλας μου δεν με άφηνε, με στήριζε, μου έδωσε νόημα να σηκωθώ, να πολεμήσω για να αποδείξω ότι είμαι αθώα, για να μην ντρέπεται η κόρη μου για εμένα».
«Να μην ντρέπεται η κόρη μου για εμένα», επαναλαμβάνει, «αυτός ο σκοπός με κρατάει ζωντανή, με βοηθάει να είμαι στα συγκαλά μου», συνεχίζει.
Η διαγραφή της από το ΠΑΣΟΚ ήταν θέμα λίγων λεπτών από τη στιγμή της ανακοίνωσης της προσαγωγής της, για να ακολουθήσει και η διαγραφή της από τον ομάδα των Ευρωσοσιαλιστών, αλλά και η καθαίρεσή της από τη θέση της αντιπροέδρου του Ευρωκοινοβουλίου ύστερα από ψηφοφορία.
«Με προσέλαβαν ως γυναίκα»
«Με υποτίμησαν, με προσέβαλαν ως γυναίκα, με απαξίωσαν, αλλά ποτέ δεν θα παραδεχθώ ότι πρόδωσα την εμπιστοσύνη των ανθρώπων που με τίμησαν τόσα χρόνια με την ψήφο τους. Εμπιστεύθηκα κι εγώ ανθρώπους, έχω μάθει να πιστεύω στον σύντροφο, στον φίλο», τονίζει μιλώντας στο «Βήμα» λίγες ώρες μετά την απόφαση για υφ’ όρων αποφυλάκισή της.
Και τώρα τι; «Δεν θα υποκύψω, αν αποτύχω να πείσω τη βελγική Δικαιοσύνη ότι είμαι αθώα, δεν θα επιστρέψω ποτέ στην πατρίδα μου, θα ντρέπομαι να κοιτάξω στα μάτια τους ανθρώπους που έχω συμπορευθεί από μαθήτρια του λυκείου μαζί τους», αναφέρει.
«Η ντροπή είναι ένα συναίσθημα που δεν μπορώ να το μεταβολίσω, με συγκλονίζει» καταλήγει, θέλοντας για μια ακόμη φορά να υπερασπιστεί τον εαυτό της και αποφεύγοντας να μιλήσει για τους υπόλοιπους κατηγορούμενους στην υπόθεση Qatargate.
«Οι ερευνητές δεν βρήκαν νέα στοιχεία»
Η Εύα Καϊλή δηλώνει διαρκώς αθώα και εκφράζει την πεποίθηση πως μπορεί να το αποδείξει.
Μέσα από τη βελγική φυλακή όπου κρατούνταν για το σκάνδαλο διαφθοράς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο «έχτισε» το αφήγημα πως η προφυλάκισή της και η παρατεταμένη ταλαιπωρία της σχετίζονται με το ότι η βελγική Εισαγγελία την κατέστησε «τρόπαιό» της.
Το «τρόπαιο» πλέον επιστρέφει στο σπίτι της με βραχιολάκι παρακολούθησης και περιοριστικούς όρους. Οι βελγικές αρχές έλαβαν την απόφαση αποφυλάκισής της, όπως είχαν πράξει και με τους υπόλοιπους προφυλακισμένους για το Qatargate.
Ο Βέλγος δικηγόρος της, Σβεν Μέρι, δήλωσε πως ήταν «μια λογική απόφαση που άργησε να ληφθεί». Μάλιστα, σε συνέντευξή του στο τηλεοπτικό δίκτυο Euronews υποστήριξε ότι οι ερευνητές της Εισαγγελίας δεν κατάφεραν να βρουν νέα στοιχεία, που να στηρίζουν την υπόθεση εναντίον της πελάτισσάς του.