Ενώ η Κύπρος αιμορραγούσε το καλοκαίρι του 1974, εξαιτίας του προδοτικού πραξικοπήματος και της βάρβαρης τουρκικής εισβολής, μέσα στον ξεριζωμό και τον θρήνο να συντάρασσαν κάθε γωνιά του τόπου, ο αθλητισμός – και ιδίως το ποδόσφαιρο – δεν έσβησε. Μέσα από τις στάχτες και τα αντίσκηνα της προσφυγιάς, ποδοσφαιριστές με δανεικά παπούτσια, χωρίς στολές, χωρίς γήπεδα, ξεκινούσαν με ωτοστόπ για να φτάσουν σε πρόχειρους αγωνιστικούς χώρους, όχι για να διεκδικήσουν τίτλους, αλλά για να προσφέρουν στην πληγωμένη κοινωνία κάτι ακόμη πιο σπάνιο: ανάσα, χαρά, πίστη, προοπτική. Μια φλόγα που άναψε από το τίποτα – και έμελλε να μείνει άσβεστη.
Τα τραγικά γεγονότα του 1974 είχαν αλυσιδωτές επιπτώσεις σε όλα τα επίπεδα και το κυπριακό ποδόσφαιρο δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Ωστόσο, παρά τα τόσα πολλά και σοβαρά προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει η Κύπρος, το ποδόσφαιρο διαδραμάτισε το δικό του σημαντικό ρόλο στην επόμενη μέρα της τραγωδίας και ιδιαίτερα οι προσφυγικές μας ομάδες, που κατάφεραν να οργανωθούν σε χρόνο ρεκόρ και να συνεχίζουν την πολυδιάστατη δράση τους.
Ανάμεσα στα χιλιάδες θύματα της τουρκικής εισβολής ήταν και μέλη της ποδοσφαιρικής οικογένειας, όπως και αγνοούμενοι ποδοσφαιριστές αλλά και αριθμός που αιχμαλωτίστηκε και στα χρόνια που ακολούθησαν κατέθεσαν τις δικές τους μαρτυρίες. Οι προσφυγικές ομάδες υποχρεωτικά φιλοξενήθηκαν σε διάφορα στάδια και αυτό συνεχίστηκε μέχρι να καταφέρουν να αποκτήσουν ξανά γήπεδα για τους αγώνες τους.
Έναρξη πρωταθλήματος μετά την εισβολή
Μετά τα τραγικά γεγονότα του καλοκαιριού, το Πρωτάθλημα Α’ Κατηγορίας άρχισε στις 30 Νοεμβρίου 1974 κάτω από δυσμενείς συνθήκες και ολοκληρώθηκε στις 22 Ιουνίου 1975.
Με απόφαση της ΚΟΠ, λόγω των δεδομένων που είχαν δημιουργηθεί, είχε ανασταλεί η διαβάθμιση. Μέσα στις συνθήκες της εποχής πάρθηκε επίσης απόφαση ούτως ώστε η συμμετοχή στα Πρωταθλήματα της να μην είναι υποχρεωτική. Αυτός ήταν βασικός λόγος για να διοργανωθεί Μικτό Πρωτάθλημα για τα Σωματεία Β’ και Γ’ Κατηγορίας.
Στο Πρωτάθλημα Α’ Κατηγορίας την ποδοσφαιρική περίοδο 1974 – 1975 έλαβαν μέρος τα ακόλουθα προσφυγικά Σωματεία: Ανόρθωσις Αμμοχώστου, Νέα Σαλαμίνα Αμμοχώστου, ΑΣΙΛ Λύσης και Διγενής Ακρίτας Μόρφου.
Η Ανόρθωση κατέκτησε μάλιστα και το Κύπελλο Coca – Cola, κερδίζοντας στον τελικό την ΕΝ Παραλιμνίου με 3-2 στις 6 Ιουλίου 1975 στο Στάδιο ΓΣΠ στην παρουσία 12 χιλιάδων φιλάθλων.
Στο Μικρό Πρωτάθλημα Β’ και Γ’ Κατηγορίας, που άρχισε στις 21 Δεκεμβρίου 1974 και ολοκληρώθηκε στις 26 Απριλίου 1975, συμμετείχαν τα ακόλουθα προσφυγικά μας Σωματεία: ΑΕΜ Μόρφου, Παρθενών Ζώδιας, Ηρακλής Γερολάκκου, Εθνικός Άχνας, Εθνικός Άσσιας, Δόξα Κατωκοπιάς και η μικτή ομάδας ΠΑΕΚ / ΑΕΚ Καραβά. Δυστυχώς, λόγω αδυναμίας δεν έγινε κατορθωτό να λάβουν μέρος άλλες τέσσερις προσφυγικές ομάδες που ήταν μέλη της ΚΟΠ. Η ΑΕΚ Αμμοχώστου, η ΑΕΚ Κυθραίας, ο ΑΣΟΒ Βατυλής και ο Νέος Αιών Τρικώμου.
Στη λογοδοσία της εποχής της Κυπριακής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου, σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία της Ομοσπονδίας, αναφέρεται αυτούσια το εξής για τη μεταπολεμική ποδοσφαιριστή περίοδο: «Η έγκαιρος και εντός προγράμματος περάτωσις του Πρωταθλήματος Α’ Κατηγορίας δέον να θεωρηθεί ώς άθλος λαμβανομένης ύπ όψιν τών αντιξόων συνθηκών ύπο τάς οποίας εγένετο ή διοργάνωσις του. Υπήρξε πρόβλημα οικονομικόν διά τά Σωματεία, πρόβλημα εμψύχου υλικού, πρόβλημα έδρας διά τα εκτοπισμένα Σωματεία και σωρεία άλλων προβλημάτων τά οποία όμως ουδένα επτόησαν ή ελύγισαν».
Ο πρώτος μεταπολεμικός αγώνας της Εθνικής Κύπρου
Σύμφωνα με την ΚΟΠ, η Εθνική Κύπρου έδωσε τον πρώτο μεταπολεμικό της αγώνα την Παρασκευή, 15 Νοεμβρίου 1975, στο Στάδιο Καραϊσκάκη, με αντίπαλο την Ελλάδα. Η αποστολή έφθασε ατμοπλοϊκώς στον Πειραιά και κάποιοι Κύπριοι διεθνείς ενσωματώθηκαν στην Αθήνα.
Στην αποστολή συμμετείχαν οι ακόλουθοι ποδοσφαιριστές: Φάνος Στυλιανού (Ανόρθωση), Μάκης Αλκιβιάδης (ΕΠΑ), Λάκης Θεοδώρου (Απόλλων Αθηνών), Δήμος Καβάζης (Χαλκίδα), Στέφανος Λυσάνδρου (Ανόρθωση), Σταύρος Στυλιανού (ΑΕΛ), Νίκος Παντζιαράς (ΑΠΟΕΛ), Πάμπος Παμπουλλής (Ολυμπιακός Πειραιώς), Καλλής Κωνσταντίνου (Πεζοπορικός), Στεφανής Μιχαήλ (ΑΠΟΕΛ), Νίκος Χαραλάμπους (Ομόνοια), Ανδρέας Στυλιανού (ΑΠΟΕΛ), Τάκης Τιμοθέου (ΑΕΚ Αθηνών), Δημήτρης Κούδας (ΕΝ Παραλιμνίου), Τάσος Κωνσταντίνου (ΑΕΚ Αθηνών), Τάκης Παπέττας (Ολυμπιακός Λευκωσίας).
Ο Κυριάκος Κουρέας που τότε αγωνιζόταν στον Εθνικό Πειραιώς, αρχικά ήταν στην κλήση αλλά δεν αγωνίστηκε στο φιλικό λόγω τραυματισμού.
Προπονητής της ομάδας ήταν ο Πανίκος Ιακώβου και αρχηγός ο Ανδρέας Στυλιανού.
Ο αγώνας έληξε με 3-1 υπέρ της Ελλάδας. Στο 24ο λεπτό ο Παμπουλλής με κεφαλιά μετά από σέντρα του Λάκη Θεοδώρου άνοιξε το σκορ και στο 30ο λεπτό ο Μίμης Παπαϊωάννου ισοφάρισε σε 1-1 και στο 35ο λεπτό ο Σταύρος Σαράφης πέτυχε το 2-1 για την Ελλάδα. Το 3-1 διαμόρφωσε ο Λάκης Τερζανίδης στο 89ο λεπτό.
Μέσα από την ματιά του δημοσιογράφου Σάββα Κοσιάρη
Όπως γράφει ο Σάββας Κοσιάρης μέσα από την έρευνα του, άλλη μια συνέπεια των τραγικών γεγονότων του 1974 ήταν ο αποκλεισμός των κυπριακών ομάδων από τις Ευρωπαϊκές διοργανώσεις αφού η κατάσταση στην Κύπρο αξιολογήθηκε από την ΟΥΕΦΑ σαν επικίνδυνη. Ούτως ή άλλως όμως ούτε και οι κυπριακές ομάδες μπορούσαν, λόγω της όλης κατάστασης, να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Έτσι οι αντίπαλοι της Ομόνοιας, του Πεζοπορικού και της Ένωσης Νέων Παραλιμνίου προκρίθηκαν στον επόμενο γύρο χωρίς αγώνα.
Χάριν της ιστορίας αναφέρουμε ότι η Ομόνοια είχε κληρωθεί στο Πρωτάθλημα πρωταθλητριών με την Κορκ Σίτι, ο Πεζοπορικός στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ με την Πρίμπραμ Βοημίας και η ΕΝΠ στο Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης με την Αβενίρ Ισλανδίας.
Γράφει, επίσης, ότι οι προσφυγικές ομάδες έκαναν υπεράνθρωπη προσπάθεια για να συγκροτηθούν αφού οι αθλητές και παράγοντές τους είχαν διασκορπιστεί σε όλη την ελεύθερη Κύπρο ενώ οι οικονομικές δυνατότητές τους ήταν άθλιες. Στα αρχικά στάδια μάλιστα, το αθλητικό υλικό που χρησιμοποιούσαν το δανείζονταν από άλλα σωματεία.
Η Ανόρθωση άρχισε τους αγώνες τους σαν γηπεδούχος το στάδιο Παραλιμνίου, αλλά σύντομα ζήτησε αλλαγή έδρας και συνέχισε στο δημοτικό στάδιο Αραδίππου. Στα επόμενα χρόνια και μέχρι την ανέγερση του «Αντώνης Παπαδόπουλος», η Ανόρθωση χρησιμοποίησε σαν έδρα το ΓΣΖ, το Δασάκι και το Τσίρειο. Η Νέα Σαλαμίνα χρησιμοποίησε σαν έδρα της το ΓΣΖ ενώ με την ανέγερση του γηπέδου στο Δασάκι της Άχνας αγωνίστηκε και εκεί. Ο Διγενής Μόρφου δήλωσε σαν έδρα του το ΓΣΠ και ο ΑΣΙΛ Λύσης το ΓΣΟ στη Λεμεσό.
Ανδρέας Μουσκάλλης : Το ποδόσφαιρο άνοιξε την κάνουλα της ελπίδας
Ο Ανδρέας Μουσκάλλης, πρώην ποδοσφαιριστής και προπονητής, γεννημένος στην Γιαλούσα και μεγαλωμένος στην Αμμόχωστο, μιλώντας στο ΚΥΠΕ για το πως επηρέασαν τα γεγονότα του 1974 τις αθλητικές δραστηριότητες της Κύπρου, είπε ότι “το πρωτάθλημα της ΚΟΠ διεξαγόταν κανονικά, ο κόσμος χαιρόταν, πήγαινε στα γήπεδα να παρακολουθήσει το ποδόσφαιρο, και ξαφνικά έγινε το πραξικόπημα και η εισβολή, και τα πάντα αναποδογυρίστηκαν”.
Ήταν πάρα πολύ δύσκολες οι συνθήκες, θυμάται ο κ. Μουσκάλλης, επισημαίνοντας ότι το ποδόσφαιρο επαναδραστηριοποιήθηκε πάρα πολύ γρήγορα με τα δεδομένα τα οποία είχαμε της εποχής εκείνης, άρχισαν να διεξάγονται αγώνες και ο κόσμος μαζευότανε στα γήπεδα, για να δουν τους γείτονες , τους φίλους τους, να μάθουν νέα από την εισβολή και αυτό ήταν σαν ένα θαύμα, όπως αναφέρει.
«Ήταν ένας τόπος συγκέντρωσης πολλών χιλιάδων ατόμων σε κάθε παιχνίδι, ιδιαίτερα των προσφυγικών ομάδων. Διψούσε ο προσφυγικός κόσμος για πληροφορίες και για επικοινωνία. Ο ένας να δώσει θάρρος του άλλου μέσα από το ποδόσφαιρο. Ήταν πάρα πολλά δύσκολες οι συνθήκες . Ούτε παπούτσια είχαμε, ούτε φανέλες. Περνούσαμε με τα δανεικά. Όλα τα σωματεία τα προσφυγικά, ήταν σε αυτή τη δύσκολη κατάσταση. Είχαμε ποδοσφαιριστές, οι οποίοι έμεναν σε αντίσκηνα ακόμα, έμεναν σε μακρινούς τόπους από την έδρα που έχτισαν πρόχειρα και προσωρινά τα σωματεία μας. Τα γήπεδα ελάχιστα, δηλαδή ήταν των μη προσφυγικών ομάδων. Υπήρξε μια αλληλεγγύη», σημείωσε.
Ο κ. Μουσκάλλης τόνισε ότι το ποδόσφαιρο έδωσε στον κόσμο την ευκαιρία να ξανά ονειρευτεί. «Γενικά ο αθλητικός και κυρίως το ποδόσφαιρο είναι μια κολυμβήθρα ψυχολογίας και πνευματικότητας. Ήταν ένα ισχυρό δεδομένο, για να μπορέσει ο κόσμος να ξανά ενθαρρυνθεί για να χτίσει στις νέες πολύ δύσκολες συνθήκες», πρόσθεσε.
Ο κ. Μουσκάλλης θυμάται, επίσης, ότι τα μέλη των σωματείων, οι οπαδοί, οι φίλαθλοι , όταν επαναδραστηριοποιήθηκαν στις δουλειές τους ή στις επιχειρήσεις τους, βοήθησαν οικονομικά τα σωματεία τους, αναφέροντας, παράλληλα, πως σιγά-σιγά τα δανεικά παπούτσια και τα ρούχα αντικαταστάθηκαν με τα δικά τους, μπορούσαν να αγοράσουν πλέον χάριν στην αγάπη των προσφύγων προς τις ομάδες τους.
Ωστόσο, κάποια σωματεία, σημείωσε, δεν επαναδραστηριοποιήθηκαν ποτέ ξανά.
Θυμάται, παράλληλα, ότι είχε ποδοσφαιριστές που έμεναν πιο μακριά από την έδρα των ομάδων τους, που έκαναν ώτοστοπ για να πάνε στα γήπεδα που ήταν να παίξει η ομάδα τους, διότι δεν είχαν αυτοκίνητα, κάποιοι πήγαιναν στους αγώνες νηστικοί .
Ο κ. Μουσκάλλης είπε, παράλληλα, ότι έκαναν προπονήσεις μία με δύο φορές την εβδομάδα ή και καθόλου, ανάλογα με τις συνθήκες, διότι είτε δούλευαν οι ποδοσφαιριστές είτε έμεναν μακριά.
«Δεν είχαν οι παίκτες οικονομικά οφέλη. Ήταν η αγάπη τους προς την πατρίδα τους, την ομάδα τους, τον τόπο τους. Ήθελαν μέσα από το ποδόσφαιρο να βοηθήσουν την πατρίδα τους και ένα κομμάτι που λέγεται ποδόσφαιρο ή αθλητισμός της πατρίδας τους. Χρειάζονταν μεγάλες θυσίες. Η ενθάρρυνση του κόσμου, ο οποίος ήταν μαζικά στα παιχνίδια, ενθάρρυνε τους ποδοσφαιριστές , τους έδινε τεράστια δύναμη ο κόσμος στις κερκίδες για να συνεχίζουν να παίζουν ποδόσφαιρο, διότι θεωρείτο σαν μία εθνική επιταγή, μια πατριωτική πράξη το ποδόσφαιρο, η ομάδα, η ενασχόληση. Αγωνιζόμασταν για ένα φανταστικό όραμα, όπως ήταν η επιστροφή. Θεωρούσαμε ότι ήταν μια προσωρινότητα, ενώ δεν ήταν», συμπλήρωσε.
Όπως επισημαίνει ο κ. Μουσκάλλης, «είχαμε καταστροφή, είχαμε πόλεμο, είχαμε διωγμό, είχαμε θανάτους, είχαμε κατοχή της πατρίδας μας, και όμως το ποδόσφαιρο με τις αρχές και τις αξίες που έχει μέσα του και είναι διαχρονικές, ξαναφούντωσε, δηλαδή όπως ο μπουργκός της λάμπας έσβησε με την εισβολή και την κατοχή, και όλα αυτά τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν με την προσφυγιά, και έπρεπε κάποιοι να γυρίσουν τον μπουργκό, να ανάψουν την φλόγα ξανά για να δραστηριοποιηθεί η Κύπρος».
«Το ποδόσφαιρο άνοιξε την κάνουλα της ελπίδας . Ο σβησμένος μπουργκός της λάμπας έκανε φλόγα, μικρή στην αρχή, που μεγάλωσε στη συνέχεια. Είναι μια φλόγα, η οποία τονίζει την ελπίδα και την προοπτική και το όραμα για όλους μας. Το ποδόσφαιρο, όπως πιστεύω και ο αθλητισμός γενικά, εμπεριέχει αρχές και αξίες, οι οποίες είναι αθάνατες. Έδωσε και στον κόσμο την ελπίδα να αντέξει διότι ήταν σε πολλά δύσκολες συνθήκες, αντιλαμβάνεστε. Ήθελε ένα φύσημα ελπίδας, χαράς. Αυτό το πράγμα τότε του το έδωσε το ποδόσφαιρο. Τα γεμάτα γήπεδα, οι φίλαθλοι δεν αποστασιοποιηθήκαν στα αντίσκηνα τους, στην φτώχεια, στην μιζέρια, στην προσφυγιά τους, στον πόνο τους, αλλά κάθε εβδομάδα γέμιζαν τα γήπεδα να πάρουν ελπίδα, να πάρουν οξυγόνο και πράγματι το ποδόσφαιρο τους έδωσε το οξυγόνο για να αναζωογονηθούν και να δουλέψουν και να επιζήσουν στις νέες συνθήκες και να προοδεύσουν», υπογράμμισε.
Τάκης Αντωνίου: Πέρασε σε εντελώς δεύτερη μοίρα ο αθλητισμός
Ο παλαίμαχος άσος του ΑΠΟΕΛ, πρώην προπονητής, Τάκης Αντωνίου, ο όποιος υπήρξε αιχμάλωτος από τις 22 Ιουλίου μέχρι τις 27 Οκτωβρίου 1974, μιλώντας στο ΚΥΠΕ είπε ότι το πραξικόπημα και η εισβολή έφεραν τον όλεθρο και την καταστροφή στο τόπο μας, όλα πέρασαν σε δεύτερη μοίρα, συμπεριλαμβανομένου και του ποδοσφαίρου και του αθλητισμού γενικότερα, αφού μετά την βάρβαρη τουρκική εισβολή το πρωτεύων θέμα ήταν η επιβίωση, αλλά και η προσπάθεια του κόσμου και των οργανωμένων συνόλων, συμπεριλαμβανομένης της Κυβέρνησης, να κάνουν ένα απολογισμό για τις τεράστιες ζημιές, για τις τεράστιες απώλειες σε ζωές και αυτό που προείχε ήταν να επανέλθει ο κόσμος στις κανονικές δραστηριότητες.
Ο κ. Αντωνίου, θυμάται και συγκινείται ταυτόχρονα, ότι ως νέοι, 20 χρονών τότε, είχαν πάρα πολύ μεγάλα όνειρα για τον αθλητισμό και το ποδόσφαιρο, σημειώνοντας πως εκεί που τα όνειρα τους ήταν μπροστά τους, προσπαθούσαν να μαζέψουν τα πρακτικά προβλήματα που δημιουργήθηκαν, αλλά και ταυτόχρονα τα συναισθηματικά προβλήματα που δημιουργήθηκαν σε όλο τον κόσμο, αλλά και στους ίδιους.
Σημείωσε ότι μετά την επιστροφή του από την αιχμαλωσία, επανήλθε στην ποδοσφαιρική δραστηριότητα και έλαβε μέρος στο πρωτάθλημα, προσθέτοντας ότι τον Νοέμβριο αγωνίστηκε στον πρώτο επίσημο αγώνα, όπου σκόραρε και δυο γκολ.
Επαναλαμβάνει, θυμούμενος τις μέρες αιχμαλωσίας, τα συναισθήματα, τις σκέψεις, και με μεγάλη συναισθηματική φόρτιση, λέει ότι ο αθλητισμός, το ποδόσφαιρο και γενικά οποιουδήποτε άλλου είδους αθλητική δραστηριότητα που δεν είχε σχέση με την προσπάθεια επιβίωσης και αποκατάστασης της εύρυθμης λειτουργίας του κράτους και της κοινωνίας, πέρασε σε εντελώς δεύτερη μοίρα.
Μπάσκετ και στίβος μετρούν πεσόντες αθλητές
Το 1974 επηρεάστηκαν και άλλα αθλήματα, όπως η καλαθόσφαιρα, η οποία απόλεσε στην τουρκική εισβολή και στις μάχες που έγιναν, αρκετούς αθλητές, οι οποίοι έτρεξαν να βοηθήσουν την πατρίδα τους και δεν επέστρεψαν ποτέ, η πετόσφαιρα, όπου, σύμφωνα με στοιχεία από την ΚΟΠΕ, η συμμετοχή κυπριακών ομάδων στο Εθνικό Πρωτάθλημα Πετόσφαιρας Α’ Εθνικής τερματίστηκε μετά τα γεγονότα του καλοκαιριού του 1974. Στο στίβο δυο γυμναστικοί σύλλογοι, ο ΓΣ Ευαγόρας και ο ΓΣ Πράξανδρος, χάνουν τη φυσική τους έδρα. Ο στίβος επίσης μετρά πεσόντες αθλητές.
Ο καλαθοσφαιριστής της ΠΑΕΕΚ Κερύνειας, Πανίκος Πάρπας, μιλώντας στο ΚΥΠΕ είπε ότι μισοί παίκτες τότε της ομάδας, η οποία είχε χαρακτηριστεί Dream Team, είχαν πέσει κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής.
Θυμάται, παράλληλα, ότι μετά την εισβολή, η ΠΑΕΕΚ επαναδραστηριοποιήθηκε πρώτα στο ποδόσφαιρο, και το 1989 επαναδραστηριοποιήσαν το τμήμα της καλαθόσφαιρας», πρόσθεσε.
Ο πρώην ταμίας της ΚΟΕ, πρώην Πρόεδρος της ΚΟΠΕ, ο επίτιμος Πρόεδρος της ΑΕ Καραβά, Δαμιανός Χατζηδαμιανού, μιλώντας στο ΚΥΠΕ είπε πως αρκετά σωματεία δεν δραστηριοποιήθηκαν μετά τον πόλεμο.
Σημείωσε ότι όλα τα πρωταθλήματα πριν την εισβολή είχαν ολοκληρωθεί, προσθέτοντας ότι ήταν καταστροφικές οι επιπτώσεις για τον αθλητισμό λόγω της τουρκικής εισβολής.
Σύμφωνα με το βιβλίο του Σάββα Κοσιάρη «Φλόγα που καίει…», οι τελευταίοι Παγκύπριοι Αγώνες στο στίβο με την έννοια «Παγκύπριοι» διεξήχθησαν τον Μάιο του 1974, αφού από τον επόμενο χρόνο θα διεξάγονταν σε μοιρασμένη και αιμορραγούσα πατρίδα, αλλά και με δύο γυμναστικούς συλλόγους να χάνουν τη φυσική τους έδρα, ΓΣ Ευαγόρας και ΓΣ Πράξανδρος.
Ο ερευνητής – συγγραφέας δρ Χρύσανθος Χρυσάνθου, σε ένα από τα βιβλία του γράφει ότι το Σεπτέμβριο του 1974 δεν υπήρχε δυνατότητα και δεν το επέτρεπαν οι συνθήκες για να πάρουν μέρος με πλήρεις ομάδες οι γυμναστικοί σύλλογοι της Κύπρου στους Πανελλήνιους αγώνες , όπως συνέβαινε προηγουμένως. Ωστόσο, επιβαλλόταν να δώσει η Κύπρος την παρουσία της , γιατί κάτι τέτοιο θα συνέβαλλε στην εμψύχωση του κυπριακού λαού.
Κύπριοι αθλητές συμμετέχουν στους Βαλκανικούς Αγώνες, τον Αύγουστο του 1974, ενώ έρρεε ακόμα αίμα στην Κύπρο, και ενώ η σκέψη τους ήταν στις οικογένειες, στους φίλους τους, κατάφεραν να κατακτήσουν και μετάλλια με τους Μαρία Λάμπρου, Σταύρο Τζωρτζή, Μανώλη Χατζηστάθη.
Ο κυπριακός στίβος, πρόσφερε χαρά και ενθάρρυνση στο λαό που προσπαθούσε να ορθοποδήσει ανάμεσα στα ερείπια που προκάλεσαν το πραξικόπημα και η τουρκική εισβολή. Οι πρώτοι Επαρχιακοί Αγώνες μετά την τουρκική εισβολή πραγματοποιήθηκαν τον Μάρτιο του 1975 στο παλιό ΓΣΟ.
Ο στίβος μετρά επίσης πεσόντες αθλητές, ενώ αρκετοί αθλητές και αθλήτριες αναγκάστηκαν να αφήσουν κύπελλα, μετάλλια που είχαν κερδίσει σε αγώνες και ήταν μέρος τις αθλητικής ιστορίας τους στα κατεχόμενα τώρα χωριά τους. Οι προσφυγικοί γυμναστικοί σύλλογοι κράτησαν και κρατούν αναμμένη την φλόγα ανάμεσα στον όλεθρο και την καταστροφή από τα τραγικά γεγονότα του 1974, όπως και όλα τα προσφυγικά αθλητικά σωματεία.
Πηγή: ΚΥΠΕ