Λίγα μίλια έξω από το Λονδίνο, πλησίον ενός δάσους και μιας υπαίθριας αγοράς, ο επισκέπτης συναντά ένα απόκοσμο θέαμα: Εκατοντάδες μαύρα λονδρέζικα ταξί, παρκαρισμένα το ένα πλάι στο άλλο στο μέσον ενός λασπωμένου χωραφιού, περιτριγυρισμένα από μελίσσια και περιστερώνες.
Το θέαμα προκαλεί το φωτογράφο, και παράλληλα αποτελεί ισχυρό σύμβολο της οικονομικής καταστροφής που επέφερε η πανδημία, αναφέρουν οι Times της Νέας Υόρκης. Τα ταξί επιστράφηκαν από τους οδηγούς τους σε μια εταιρεία μίσθωσης, εξαιτίας της κατάρρευσης της βιομηχανίας από τον περσινό Μάρτιο και έπειτα, όταν η Βρετανία τέθηκε σε lockdown. Καθώς ο αριθμός των παρατημένων ταξί αυξανόταν, το γκαράζ της εταιρείας δεν μπορούσε πια να τα χωρέσει. Έτσι, σύναψε συμφωνία με αγρότη της περιοχής, προκειμένου εκείνος να φιλοξενήσει περίπου 200 από αυτά, δίπλα στις μέλισσες και τα περιστέρια του.
«Το αποκαλώ χωράφι των χαμένων ονείρων», λέει χαρακτηριστικά ο Steve McNamara, γενικός γραμματέας της Ένωσης Επαγγελματιών Οδηγών Ταξί, που εκπροσωπεί περίπου τους μισούς από τους περισσότερους από 21.500 οδηγούς της βρετανικής πρωτεύουσας. «Είναι φρικτό, και γίνεται όλο και χειρότερο».
Την Τετάρτη, η Αγγλία βγήκε από το δεύτερο lockdown που της είχε επιβληθεί, όμως εξακολουθούν να ισχύουν αυστηροί περιορισμοί. Κανείς δεν γνωρίζει πότε οι έρημοι κεντρικοί δρόμοι του Λονδίνου θα γεμίσουν ξανά με εργαζόμενους, λάτρεις του θεάτρου και τουρίστες.
Αυτή τη στιγμή, πάντως, λιγότερο από το ένα πέμπτο των ταξί του Λονδίνου κυκλοφορούν στους δρόμους, τονίζει ο McNamara, και οι οδηγοί που βρίσκονται ακόμη στο δρόμο αποκομίζουν μόλις το ένα τέταρτο των χρημάτων που έβγαζαν πριν την πανδημία. Η πόλη εκτιμά ότι 3.500 ταξί έχουν βγει εκτός κυκλοφορίας από τον Ιούνιο μέχρι σήμερα. Βρίσκονται σε πάρκινγκ, εργοτάξια, γκαράζ και χωράφια γύρω από το Λονδίνο.
Για τον McNamara, που έχει παλέψει για την προστασία των οδηγών από τον σκληρό ανταγωνισμό της Uber και άλλων εταιρειών του κλάδου, η πανδημία αποτελεί την πιο απειλητική συνθήκη που έχουν αντιμετωπίσει οι οδηγοί μέχρι σήμερα. Αν η κυβέρνηση δεν τους προσφέρει περαιτέρω οικονομική ενίσχυση, σημειώνει, το Λονδίνο θα μπορούσε να χάσει ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα σύμβολά του. Τα ταξί της πόλης βρίσκονται πολύ ψηλά στη λίστα των καθαρόαιμα λονδρέζικων θεαμάτων, μαζί με τα διώροφα λεωφορεία, τους τηλεφωνικούς θαλάμους και τα κράνη των αστυνομικών.
«Τα λεωφορεία μας δεν είναι πλέον κόκκινα, οι τηλεφωνικοί θάλαμοι έχουν χαθεί και οι αστυνομικοί βρίσκονται μέσα στα αυτοκίνητά τους κρατώντας ημιαυτόματα όπλα», σημειώνει ο McNamara στους Times. «Είμαστε το μόνο σύμβολο του Λονδίνου που έχει μείνει ζωντανό και πραγματικά φοβάμαι ότι δεν θα βρίσκονται ακόμη εδώ σε τρία χρόνια».
Για ορισμένους που παρακολουθούν τον πόλεμο μεταξύ των μαύρων ταξί και της Uber, οι οδηγοί δεν είναι πάντα οι πιο συμπαθητικές φιγούρες. Πρώτα από όλα, οι υπηρεσίες τους ήταν και εξακολουθούν να είναι ακριβότερες. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία λευκοί, άνδρες και Άγγλοι, οι οδηγοί εκπροσωπούν ένα υπερτονισμένο βρετανικό όραμα, που αντιπαραβάλλεται με τους εθνικά διαφοροποιημένους μετανάστες και λοιπούς βιοπαλαιστές που αναγκάζονται να μπουν πίσω από τα τιμόνια της Uber.
Φυσικά, ούτε το προφίλ της Uber είναι το πλέον αρεστό. Και σύμφωνα με τον McNamara η πλευρά των οδηγών είχε αρχίσει να κάνει βήματα εκσυγχρονισμού των υπηρεσιών της, μέσα από apps, αλλά και την αναβάθμιση των μαύρων ταξί με φιλικά προς το περιβάλλον ηλεκτρικά οχήματα. Όπως λέει, αν δεν είχε ξεσπάσει η πανδημία, το 85% με 90% του στόλου θα είχε αντικατασταθεί από ηλεκτρικά μέχρι το τέλος του 2024.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα βρετανικά lockdown έχουν συντρίψει τον κλάδο. Ο Ryan Spedding, που ήταν και ο ίδιος οδηγός ταξί επί σχεδόν εννέα χρόνια, θυμάται εντόνως την εποχή όταν ο πρωθυπουργός, Μπόρις Τζόνσον, εμφανίστηκε στην τηλεόραση για να ανακοινώσει ότι «Από σήμερα το απόγευμα θα δώσω στους Βρετανούς μια πολύ απλή οδηγία: Πρέπει να μείνετε στο σπίτι».
Την επόμενη μέρα, ο 44χρονος Spedding οδήγησε το ταξί του μέχρι το Λονδίνο, για να έρθει αντιμέτωπος με μια πόλη-φάντασμα, με άδειες παμπ και καταστήματα, εγκαταλελειμμένα κτίρια γραφείων και άδειους σιδηροδρομικούς σταθμούς.
«Μπορούσες να οδηγήσεις για δύο ή τρεις ώρες και να μη δεις ούτε έναν άνθρωπο στο δρόμο», θυμάται μιλώντας στους Times. «Από εκεί που η μέρα σου κυλούσε μια χαρά, ξαφνικά είχες βρεθεί σε ένα μεταποκαλυπτικό σκηνικό».
Ο Speeding καταβάλλει 280 λίρες την εβδομάδα ως μίσθωμα για το ταξί του. Όταν αντίκρισε αυτή την κατάσταση, κατάλαβε ότι το μόνο που μπορούσε να κάνει, ήταν να το επιστρέψει στη μισθώτρια εταιρεία. Ως αυτοαπασχολούμενος, δικαιούταν κρατικό επίδομα που ισοδυναμούσε περίπου με τα δύο τρίτα του μέσου εισοδήματός του.
Με τη σύζυγό του να αντιμετωπίζει επίσης οικονομικές δυσκολίες, ήταν αδύνατο να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους. Οι οικονομίες τους σύντομα εξαντλήθηκαν, ενώ «φόρτωσαν» τις πιστωτικές τους κάρτες για να καταφέρουν να επιβιώσουν.
Το σημαντικότερο, όπως λέει, είναι ότι «βαριέται μέχρι θανάτου». Όπως και όλοι οι υπόλοιποι πιστοποιημένοι οδηγοί, πέρασε μια απαιτητική εκπαίδευση τρεισίμισι ετών στους δρόμους του Λονδίνου. Έχοντας επενδύσει ένα τόσο μεγάλο μέρος της ζωής του στο επάγγελμα του οδηγού ταξί, δεν μπορεί, όπως λέει, να φανταστεί τον εαυτό του να απασχολείται σε κάτι άλλο.
Αυτή την εβδομάδα, σκοπεύει να δοκιμάσει και πάλι την τύχη του με το ταξί του, ελπίζοντας οι πελάτες του να επιστρέψουν σε εκείνον τώρα που το lockdown έχει τελειώσει. «Υπάρχει όμως και μια πλευρά μου που είναι σίγουρη ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί», τονίζει.
Για να αναπληρώσουν τη χασούρα, ορισμένοι οδηγοί όπως η Dale Forwood, προσφέρουν υπηρεσίες… τουρ στους χριστουγεννιάτικους στολισμούς της πόλης. Οι τουρίστες είναι λίγοι, αλλά ορισμένοι ντόπιοι, κουρασμένοι από τις εβδομάδες του lockdown δείχνουν πρόθυμοι να βγουν. Ταυτόχρονα, η 54χρονη Forwood, εργάζεται και ως διανομέας σε αλυσίδα σουπερμάρκετ.
ΠΗΓΗ : in.gr