Η Λάρνακα είναι η κυπριακή πόλη που επελέγη ως Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2030. Τα αποτελέσματα της τελικής φάσης του Διαγωνισμού «Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 2030», στην οποία συμμετείχε και η Λεμεσός, ανακοινώθηκαν την Πέμπτη σε συνέντευξη Τύπου στο Υφυπουργείο Πολιτισμού, στη Λευκωσία.
Στον χαιρετισμό της, η Υφυπουργός Πολιτισμού, Βασιλική Κασσιανίδου, ανέφερε ότι κατά τη διαδικασία του διαγωνισμού για την επιλογή της κυπριακής πόλης που το 2030 θα αποτελέσει την Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης μαζί με το Λέβεν του Βελγίου και το Νίκσιτς του Μαυροβουνίου, «έχουν τηρηθεί όλοι οι σχετικοί κανονισμοί και έχει διασφαλιστεί στο ακέραιο το αδιάβλητο και η αυστηρά ισότιμη αντιμετώπιση των υποψηφίων».
Παράλληλα, όπως, είπε, «στο πλαίσιο της στήριξης του θεσμού, το κράτος προχώρησε σε σημαντική αύξηση της χρηματοδότησης για την Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης. Ανεβάζοντας το ποσό από 6,5 εκατομμύρια σε 10 εκατομμύρια ευρώ, δίνοντας έτσι ισχυρή ώθηση στην πόλη που θα κερδίσει τον τίτλο». Η Υφυπουργός Πολιτισμού σημείωσε επίσης ότι «η χρηματοδότηση ξεκινά ήδη από το 2026 και θα συνεχίσει μέχρι και το 2031, βοηθώντας έμπρακτα την πόλη που θα κερδίσει να υλοποιήσει το φιλόδοξο όραμα που ετοίμασε». Η διαδικασία ολοκληρώνεται μόλις πριν από την ανάληψη της Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την Κύπρο, στο πλαίσιο της οποίας θα γίνει παρουσίαση από την Επιτροπή της νέας πρότασης για την Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης μετά το 2033, συμπλήρωσε.
Αναφερόμενη στους υποψήφιους Δήμους της Κύπρου (Αγία Νάπα, Λάρνακα, Λεμεσό, Λευκωσία και Δυτική Λεμεσό), η Βασιλική Κασσιανίδου επεσήμανε ότι «εξαρχής έδωσαν το παρών στο κάλεσμά μας και εργάστηκαν με ζήλο για τον πολιτισμό, την Κύπρο και την Ευρώπη», προσθέτοντας ότι «η κάθε προσπάθεια έχει προσθετική αξία στην πολιτιστική δράση της Κύπρου και αξίζουν σε όλους συγχαρητήρια».
Αναφερόμενη στους δύο δήμους που προκρίθηκαν στην τελική φάση του διαγωνισμού (Λάρνακα και Λεμεσό), η Υφυπουργός Πολιτισμού είπε ότι «οι ομάδες και των δύο πόλεων εργάστηκαν όλο αυτό το διάστημα με αφοσίωση, με διορατικότητα με βαθιά κατανόηση της σημασίας που έχει ο θεσμός για την Κύπρο και την Ευρώπη». Απευθυνόμενη προς τους εκπροσώπους των δύο ομάδων, επεσήμανε ότι «είστε ήδη κερδισμένοι από τις εμπειρίες σας, τις συνεργασίες που αναπτύξατε και την όλη προσφορά σας στην πόλη σας και στον πολιτισμό του τόπου ευρύτερα».
«Ο θεσμός της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης παραμένει ένα από τα ισχυρότερα πολιτιστικά εγχειρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αναδεικνύει τον ρόλο των πόλεων ως ζωντανών κοιτίδων πολιτισμού, όπου παράδοση και καινοτομία συναντώνται, όπου η καλλιτεχνική έκφραση γίνεται μοχλός συλλογικής ανάτασης και κοινωνικής συνοχής», υπογράμμισε η Υφυπουργός Πολιτισμού.
«Η κατάκτηση του τίτλου της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης 2030 θα έχει τεράστιο όφελος για τον τόπο, αλλά ακόμα πιο μεγάλο για την πόλη που θα κερδίσει, προσφέροντάς της αναγνώριση και προβολή και προοπτικές ανάπτυξης και πρόοδο», σημείωσε, προσθέτοντας ότι «για την Κύπρο η διαδικασία αυτή έχει βαθύτερη σημασία, μας δίνει την ευκαιρία να προβάλουμε με υπερηφάνεια, αλλά και με συναίσθηση ευθύνης τη μακραίωνη πολιτιστική μας κληρονομιά και ταυτόχρονα τη δημιουργική δυναμική της σύγχρονης Κύπρου». «Μας επιτρέπει επίσης να υπογραμμίσουμε την προσήλωσή μας στις θεμελιώδεις αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ειρήνη και τον σεβασμό της πολιτιστικής διαφορετικότητας», ανέφερε.
Ταυτόχρονα, συνέχισε, «μας δίνει την ευκαιρία να υλοποιήσουμε ένα σημαντικό στόχο της Κυβέρνησης του Νίκου Χριστοδουλίδη, να προβάλουμε την Κύπρο ως πύλη της Ευρώπης από την Ανατολή, γέφυρα με την Ασία, αλλά και με την Αφρική και ως σταυροδρόμι συναπαντήματος των πολιτισμών που σημάδεψαν την ιστορία της ανθρωπότητας». «Επιδιώκουμε να αναδείξουμε την Κύπρο ως κόμβο πολιτισμού, αξιοποιώντας τις άριστες σχέσεις με γειτονικά κράτη, με στόχο να προβάλουμε μέσω της καλλιτεχνικής δημιουργίας τη σύγχρονη Κύπρο και να δημιουργήσουμε αγορές για τα προϊόντα της κυπριακής πολιτιστικής βιομηχανίας», τόνισε.
«Ανεξαρτήτως της σημερινής ανακοίνωσης, τόσο η Λάρνακα όσο και η Λεμεσός έχουν ήδη πετύχει κάτι πολύ σημαντικό. Έχουν κινητοποιήσει τους ανθρώπους τους, έχουν καλλιεργήσει συνεργασίες, έχουν χαράξει νέους δρόμους συμμετοχής και πολιτιστικής ανάπτυξης», επεσήμανε η Βασιλική Κασσιανίδου, προσθέτοντας ότι «η προσπάθεια αυτή αφήνει ένα ουσιαστικό αποτύπωμα, το οποίο οφείλουμε ως Πολιτεία να στηρίξουμε και να αξιοποιήσουμε».
«Η πόλη που θα ανακηρυχθεί σήμερα Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2030 θα αναλάβει ένα μεγάλο και όμορφο έργο, να μετατρέψει το όραμά της σε πράξη και να εκπροσωπήσει την Κύπρο σε ένα θεσμό που ενώνει, εμπνέει και αναβαθμίζει τις ευρωπαϊκές πόλεις», είπε η Υφυπουργός Πολιτισμού, σημειώνοντας ότι «το Υφυπουργείο Πολιτισμού θα βρίσκεται δίπλα της σε κάθε στάδιο, προσφέροντας στήριξη, τεχνογνωσία και συνεργασία, ώστε να διασφαλιστεί η επιτυχής υλοποίηση αυτής της μεγάλης αποστολής».
Καταληκτικά, η κ. Κασσιανίδου ευχαρίστησε θερμά και τις δύο πόλεις για το υψηλό επίπεδο των προτάσεών τους, για τη δημιουργικότητα και για τον επαγγελματισμό τους. «Η δουλειά σας έκανε όλους εμάς περήφανους», τόνισε.
Από την πλευρά του, ο Richard Kühnel, Διευθυντής Αντιπροσωπειών & Επικοινωνίας στα Κράτη Μέλη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δήλωσε ότι «οι Ευρωπαϊκές Πολιτιστικές Πρωτεύουσες είναι μια πρωτοβουλία που ενισχύει τη σύνδεση μεταξύ των πολιτών και του τοπικού τους πολιτισμού, αλλά και μια πρωτοβουλία που τους κάνει πιο ευαισθητοποιημένους απέναντι στις πολιτιστικές εκφράσεις από άλλα μέρη της ΕΕ και πέραν αυτής».
«Οι Ευρωπαϊκές Πολιτιστικές Πρωτεύουσες είναι φορείς βασικών ευρωπαϊκών αξιών, όπως η δημοκρατία, η ελευθερία του λόγου και της έκφρασης, η καταπολέμηση των διακρίσεων κ.λπ.», επεσήμανε, προσθέτοντας ότι «οι Ευρωπαϊκές Πολιτιστικές Πρωτεύουσες παρέχουν στους Ευρωπαίους ευκαιρίες να συναντηθούν και να ανακαλύψουν την πολιτιστική ποικιλομορφία που κάνει την ήπειρό μας τόσο πλούσια. Τους επιτρέπει επίσης να ρίξουν μια νέα ματιά στην κοινή μας ιστορία και να αποκτήσουν ιδέες για το κοινό μας μέλλον», σημείωσε ο κ. Kühnel.
Με αυτόν τον τρόπο, συνέχισε, «η πρωτοβουλία προωθεί την αμοιβαία κατανόηση και τον διαπολιτισμικό διάλογο μεταξύ των πολιτών της Ένωσής μας και αυξάνει το αίσθημα ότι ανήκουμε σε μια ευρύτερη και μεγαλύτερη ευρωπαϊκή κοινότητα». Με την πάροδο των ετών, πρόσθεσε, «οι Ευρωπαϊκές Πολιτιστικές Πρωτεύουσες έχουν γίνει ένα εργαστήριο για στρατηγικές και βιώσιμες επενδύσεις στον πολιτισμό. Επιτρέπει στις πόλεις και τις περιφέρειές μας να αναλογιστούν με συμμετοχικό τρόπο τον ρόλο που διαδραματίζουν ο πολιτισμός και η Ευρώπη στην ανάπτυξή τους και στην καθημερινή ζωή των πολιτών», επεσήμανε.
Επιπλέον, ο Richard Kühnel ευχαρίστησε τις ομάδες της Λάρνακας και της Λεμεσού, σημειώνοντας ότι «έχετε ήδη επωφεληθεί από τη διαδικασία υποβολής προσφορών και θα συνεχίσετε το έργο που έχει επιτελεστεί, βασιζόμενοι στην ισχυρή δυναμική που δημιουργήθηκε και στους δεσμούς που έχετε δημιουργήσει». Εξέφρασε επίσης την ελπίδα ότι «μέσω της συμμετοχής σας στον διαγωνισμό, έχετε ήδη ενισχύσει τις έννοιες του πολιτισμού, της ποικιλομορφίας και της Ευρώπης στην πόλη σας, ότι θα συνεχίσετε να εφαρμόζετε αυτή τη συμμετοχική διαδικασία που ξεκινήσατε και ότι θα συνεχίσετε επίσης να προωθείτε τους δεσμούς με την υπόλοιπη Ευρώπη και το κοινό μας ευρωπαϊκό έργο».
Στον χαιρετισμό του, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, Toni Attard, ευχαρίστησε τις ομάδες της Λάρνακας και της Λεμεσού που κατέστησαν την απόφαση της Επιτροπής «πολύ δύσκολη».
«Μελετήσαμε προσεκτικά τις υποψηφιότητές σας, ακούσαμε με μεγάλο ενδιαφέρον τις παρουσιάσεις και κάναμε πολλές ερωτήσεις για να εμβαθύνουμε την κατανόησή μας», ανέφερε μεταξύ άλλων.
Η ανακοίνωση του αποτελέσματος του διαγωνισμού από τον Toni Attard έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από την ομάδα της Λάρνακας.



