Η Ελλάδα επιτυγχάνει «υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης» με «σταθερή προσήλωση στη δημοσιονομική υπευθυνότητα» τόνισε ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη συνάντησή του με τον Επίτροπο Οικονομίας της Ε.Ε. Πάολο Τζεντιλόνι, ο οποίος βρίσκεται στην Ελλάδα προκειμένου να συμμετάσχει στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
«Χαίρομαι που σας βλέπω. Είναι πάντα χαρά μου να σας καλωσορίζω στην Ελλάδα. Σε μια ενδιαφέρουσα χρονική στιγμή, βρισκόμαστε δύο μήνες πριν από τις επόμενες ευρωπαϊκές εκλογές. Προσβλέπω και στη συζήτηση που θα έχουμε για τη γενική κατάσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας» ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης υποδεχόμενος τον Ευρωπαίο Επίτροπο, στο Μέγαρο Μαξίμου.
«Είμαστε στην ευχάριστη θέση να σας αναφέρουμε ότι η Ελλάδα τα πηγαίνει αρκετά καλά. Πιστεύω ότι έχουμε καταφέρει κάτι που φαίνεται ότι είναι περίπλοκο για τα περισσότερα κράτη μέλη, και αυτό είναι οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης. Ταυτόχρονα, όμως, και μια σταθερή προσήλωση στη δημοσιονομική υπευθυνότητα με σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία θα συνεχίσουν να συμβάλλουν στη μείωση του λόγου χρέους προς το ΑΕΠ» σημείωσε ο πρωθυπουργός.
«Να επικεντρωθούμε ακόμη περισσότερο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις»
Ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε πως αντιλαμβάνεται πλήρως πως για να διατηρηθούν αυτοί οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης η χώρα πρέπει να επικεντρωθεί ακόμη περισσότερο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
«Αυτή ήταν η εντολή που έλαβε η κυβέρνηση πριν από εννέα μήνες. Όπως βλέπετε, συνεχίζουμε με τη μέγιστη ταχύτητα, ανεξάρτητα από τον εκλογικό κύκλο, να εφαρμόζουμε αυτές τις μεταρρυθμίσεις» τόνισε.
Έφερε συγκεκριμένα ως παράδειγμα τη μεταρρύθμιση στο δικαστικό σύστημα. «Μόλις καταθέσαμε μια πολύ σημαντική μεταρρύθμιση, ίσως την πιο σημαντική μεταρρύθμιση που έχει γίνει ποτέ στο δικαστικό μας σύστημα, όσον αφορά την καλύτερη κατανομή των δικαστών μας, προκειμένου να μειωθεί ο χρόνος που χρειάζεται το δικαστικό σύστημα για να εκδίδει την ετυμηγορία του, διότι γνωρίζαμε ότι αυτό αποτελούσε πάντα ένα διαρθρωτικό εμπόδιο για τη βελτίωση τόσο της κατάστασης του κράτους δικαίου όσο και των οικονομικών μας επιδόσεων» επισήμανε.
Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε πως «η κυβέρνηση είναι ισχυρή» και παραμένει πλήρως προσηλωμένη στο μεταρρυθμιστικό της πρόγραμμα, «που σε αντίθεση με αυτό που συνέβη κατά τη διάρκεια των δύσκολων ετών, είναι το δικό μας μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα». «Πιστεύω ότι έχει τη στήριξη των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, με τα οποία όπως γνωρίζετε έχουμε ένα εξαιρετικό επίπεδο συνεργασίας» συμπλήρωσε.
Από την πλευρά του ο κ. Τζεντιλόνι δήλωσε «αρκετά αισιόδοξος για την ευρωπαϊκή οικονομία αν και ο βηματισμός με τον οποίο εισήλθε στο 2024 είναι πολύ αδύναμος.
«Ελπίζουμε να έχουμε επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας στο δεύτερο μισό του έτους και ίσως το 2025 να είμαστε σε καλύτερη κατάσταση» είπε, προσθέτοντας πάντως πως «το σενάριο για την Ελλάδα είναι διαφορετικό: Έχουμε έναν μέσο όρο ανάπτυξης στην Ευρώπη στο 0% και κάτι, ενώ στην Ελλάδα έχετε έναν μέσο όρο ανάπτυξης 2% και κάτι, γεγονός που κάνει τη διαφορά».
«Δεν είναι μόνο οι αριθμοί» συνέχισε, εστιάζοντας στον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα αξιοποιεί και τους ευρωπαϊκούς πόρους του «ΝextGenerationEU». «Αυτό είναι μέρος της ιστορίας, μιας ιστορίας αύξησης των επενδύσεων και επιπλέον των επενδύσεων σε στρατηγικούς τομείς όπως η έρευνα, η ανάπτυξη, η εκπαίδευση, το πώς η Ελλάδα αυξάνει τις εξαγωγές, που είναι επίσης ένα πολύ σημαντικό μήνυμα» ανέφερε.
Αναγνώρισε παράλληλα τον προσωπικό ρόλο του κ. Μητσοτάκη λέγοντας: «Επιτρέψτε μου επίσης να αναγνωρίσω τον προσωπικό σας ρόλο, ο οποίος είναι πολύ σημαντικός αυτή τη στιγμή για το μέλλον της Ένωσης. Βρισκόμαστε, βέβαια, σε μια στιγμή αλλαγής του πολιτικού κύκλου, κοντά στις εκλογές, αλλά το ότι έχουμε να διηγηθούμε ένα success story είναι πολύ σημαντικό και για το μέλλον της Ευρώπης».
Στη συνάντηση συμμετείχαν, εκ μέρους της κυβέρνησης, η Διευθύντρια του Διπλωματικού Γραφείου του Πρωθυπουργού Άννα-Μαρία Μπούρα, o Πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων Μιχάλης Αργυρού, ο Επικεφαλής του Οικονομικού Γραφείου του Πρωθυπουργού Αλέξης Πατέλης και η Ειδική Σύμβουλος Διεθνούς Πολιτικής και Δημόσιας Διπλωματίας του Πρωθυπουργού, Αριστοτελία Πελώνη.
Από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής συμμετείχαν ο Γενικός Διευθυντής Φορολογίας και Τελωνειακής Ένωσης (DG TAXUD) Γεράσιμος Θωμάς, η Επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα Νιόβη Ρίγκου και ο συνεργάτης του Επιτρόπου, Erik Burckhardt.