Πληθαίνουν οι προειδοποιήσεις για το υπέρογκο δημόσιο χρέος των ΗΠΑ και τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει αυτό στο δανεισμό της χώρας σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Το χρέος αυτό οδεύει ολοταχώς προς τα 35 τρισεκατομμύρια δολάρια και αυξάνεται συνεχώς με ραγδαίους ρυθμούς.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (Congressional Budget Office-CBO) έστειλε αυστηρή προειδοποίηση ότι η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου κινδυνεύει με κρίση στην αγορά ομολόγων αντίστοιχη με αυτή που έζησε πριν από ενάμισι χρόνο η Βρετανία, όταν οι αποδόσεις εκτοξεύτηκαν και το εθνικό νόμισμα δέχτηκε σημαντικές πιέσεις. Τότε η πρωθυπουργός της Βρετανίας Λιζ Τρας είχε ανακοινώσει μεγάλες μειώσεις στη φορολογία που δεν χρηματοδοτούνταν από κάπου αλλού με αποτέλεσμα να υπάρξει μεγάλη αντίδραση από τις αγορές ομολόγων και η ίδια να αναγκαστεί να παραιτηθεί μετά από μόλις 45 μέρες στην πρωθυπουργίς. Επίσης το ράλι του χρέους μπορεί να αποτυπωθεί περισσότερο στο μέλλον και στην πιστοληπτική αξιολόγηση των ΗΠΑ.
Ο διευθυντής του CBO Φίλιπ Σουάγκελ σε συνέντευξή του στους Financial Times έκανε λόγο για τροχιά του χρέους που «δεν έχει προηγούμενο». Το CBO ασκεί ανεξάρτητη εποπτεία στις δημοσιονομικές πολιτικές της Ουάσιγκτον. Ο ιδρυτής του hedge fund, Citadel, ο Κέν Γκρίφιν, προειδοποίησε κι αυτός από την πλευρά του τους επενδυτές πως το αμερικανικό δημόσιο χρέος αποτελεί «αυξανόμενη ανησυχία που δεν μπορεί να αγνοηθεί». Σε επιστολή προς τους επενδυτές-πελάτες της εταιρείας επικαλέστηκε κι αυτός τις προβλέψεις από το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου για να χτυπήσει καμπανάκι για την κατάσταση που επιδεινώνεται κάθε χρόνο.
Τι αποκαλύπτουν οι αριθμοί
Οι ίδιοι οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί. Το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ βρίσκεται σε τροχιά να φτάσει από το 97% πέρσι ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, στο 116% έως το 2034, πιάνοντας υψηλότερα επίπεδα ακόμη και από αυτά που είχαν καταγραφεί με τις μεγάλες πολεμικές δαπάνες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σύμφωνα με το CBO. Αν μάλιστα σκεφτεί κανείς πως οι προβλέψεις αυτές είναι οι επίσημες από το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου των ΗΠΑ, μπορεί πιθανώς να καταλήξει στο συμπέρασμα πως οι προοπτικές ενδέχεται να είναι ακόμη χειρότερες. H Federal Reserve του St. Louis προσδιορίζει το χρέος των ΗΠΑ στο 121,6% ως ποσοστό του ΑΕΠ για το δ’ τρίμηνο του 2023.
Οι προβλέψεις του CBO που αφορούν από φορολογικά έσοδα μέχρι αμυντικές δαπάνες και κόστος δανεισμού θεωρούνται αρκετά αισιόδοξες. Εάν συνυπολογιστεί η ανησυχία που υπάρχει στις αγορές για την πορεία των επιτοκίων καθώς ο πληθωρισμός παραμένει, τότε το χρέος των ΗΠΑ ως ποσοστό επί του ΑΕΠ μπορεί να φτάσει ακόμη και το 123% έως το 2034, αναφέρει το Bloomberg. Εάν για παράδειγμα υπάρξουν νέες φοροαπαλλαγές και μειώσεις φόρων από αυτή ή την επόμενη κυβέρνηση της χώρας τότε οι προοπτικές θα είναι ακόμη χειρότερες. Σε ένα πιο δυσμενές σενάριο το χρέος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ μπορεί να πλησιάσει ακόμη και το 134% το 2034, δείχνουν τα ίδια στοιχεία.
Το Bloomberg Economics προχώρησε σε χωριστή έρευνα για να αξιολογήσει τη βιωσιμότητα του αμερικανικού χρέους προχωρώντας σε προσομοιώσεις για το που αυτό θα μπορούσε να φτάσει. Στο 88% των προσομοιώσεων, όπως αναφέρεται, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ βρίσκεται σε μη βιώσιμη πορεία. Ως μη βιώσιμη πορεία ορίζεται η συνεχής αύξηση του δημόσιου χρέους κατά την επόμενη δεκαετία.
Κίνδυνος οι πολιτικές διαμάχες
Από την πλευρά της η κυβέρνηση Μπάιντεν μέσω της υπουργού Οικονομικών Τζάνετ Γιέλεν, υποστηρίζει ότι ο προϋπολογισμός της, ο οποίος περιλαμβάνει μια σειρά από αυξήσεις φόρων σε εταιρείες και πλούσιους Αμερικανούς, θα διασφαλίσει δημοσιονομική βιωσιμότητα και θα εξασφαλίσει ότι το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους θα είναι διαχειρίσιμο.
Όμως για να υλοποιηθεί ένα τέτοιο θα πρέπει να αναλάβει νομοθετική και άλλη δράση το Κογκρέσο το οποίο όμως είναι διχασμένο ανάμεσα σε διαφορετικές κομματικές γραμμές από Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικανούς, σχολίαζε το Bloomberg.
Οι Ρεπουμπλικάνοι, που ελέγχουν τη Βουλή των Αντιπροσώπων, επιδιώκουν μεγάλες περικοπές δαπανών με στόχο να βελτιωθούν τα δημοσιονομικά, χωρίς να διευκρινίζουν τουλάχιστον προς το παρόν τι ακριβώς θα περικόψουν. Οι Δημοκρατικοί από την πλευρά τους, που είναι ισχυροί στη Γερουσία, θεωρούν ότι οι δαπάνες επηρεάζουν λιγότερο τη βιωσιμότητας του χρέους. Θεωρούν ότι καθοριστικοί παράγοντες για το χρέος είναι τα επιτόκια δανεισμού και τα φορολογικά έσοδα. Μένει τώρα να φανεί εάν θα υπάρξει διακομματική δράση και συμφωνία ή εάν το δημοσιονομικό θερμόμετρο των ΗΠΑ θα συνεχίσει να ανεβαίνει.
Πηγή: ΟΤ