Ο πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Λάρι Σάμερς, άσκησε κριτική σε συγκεκριμένες πτυχές του οικονομικού προγράμματος της κυβέρνησης Μπάιντεν, υποστηρίζοντας ότι είναι πληθωριστικές και «ολοένα πιο επικίνδυνες».
Ειδικότερα, σε εκδήλωση του Peterson Institute for International Economics, ο κ. Σάμερς επέκρινε δύο πυλώνες των Bidenomics, την εγκατάλειψη των συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου και τη στροφή σε βιομηχανικές πολιτικές που έχουν στόχο την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής.
Όπως μεταδίδει το Marketwatch, ο κ. Σάμερς υποστήριξε ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν δίνει όσο προσοχή θα έπρεπε στο πρόβλημα του πληθωρισμού, το οποίο όπως είπε είναι πολύ μεγάλο για την αμερικανική οικονομία.
Ο ίδιος ανέφερε ότι είναι εσφαλμένο να υποθέτει κανείς ότι ένας οικονομικός εθνικισμός με επίκεντρο τη μεταποίηση είναι ο δρόμος για υψηλότερα εισοδήματα ή καλύτερο επίπεδο διαβίωασης για τη μεσαία τάξη.
Τόνισε ότι οι συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου βοήθησαν τα τελευταία 50 χρόνια στη μείωση του κόστους για τους Αμερικανούς καταναλωτές και συνέβαλαν στη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας στο εσωτερικό της χώρα, παρά τις προσπάθειες να εμφανιστούν οι συμφωνίες αυτές ως υπεύθυνες για την απώλεια θέσεων εργασίας στον τομέα της μεταποίησης.
Επέκρινε την κυβέρνηση Μπάιντεν για την απόφασή της να διατηρήσει τους δασμούς στις εισαγωγές κινεζικών αγαθών τους οποίους επέβαλε η κυβέρνηση Τραμπ, λέγοντας ότι αν είχε πράξει διαφορετικά θα είχε ασκήσει καθοδικές πιέσεις στον πληθωρισμό.
Σημείωσε ακόμα ότι ο αριθμός των εργαζομένων στην αμερικανική βιομηχανία αποτελεί μόλις το 1% του συνολικού αριθμού των εργαζομένων στις βιομηχανίες που χρησιμοποιούν χάλυβα στις μεταποιητικές τους δραστηριότητες. «Όλες αυτές οι βιομηχανίες υποφέρουν όταν οι τιμές του χάλυβα αυξάνονται ως αποτέλεσμα των προστατευτικών μέτρων» πρόσθεσε.
Yπογράμμισε επίσης ότι η προσπάθεια της κυβέρνησης Μπάιντεν να ενισχύσει την εφαρμογή των αντιμονοπωλιακών νόμων είναι δυνάμει «πληθωριστική».
Πηγή: Euro2day.gr