Ο μη τραπεζικός τομέας αντιπροσωπεύει πλέον το ήμισυ του ενεργητικού ολόκληρου του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος και θα πρέπει να υπόκειται σε πιο προσεκτική εποπτεία για να προστατεύεται η σταθερότητά του, προειδοποίησαν την Τρίτη οικονομολόγοι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Όπως αναφέρεται στην έρευνα, τα χρόνια μετά την κρίση το 2008, οι κυβερνήσεις προώθησαν την οικονομική ανάπτυξη διατηρώντας χαμηλά τα επιτόκια ενώ ενίσχυσαν την εποπτεία των παραδοσιακών τραπεζών.
Αυτό έχει οδηγήσει σύμφωνα με την έρευνα του ΔΝΤ τρισεκατομμύρια δολάρια σε hedge funds, ασφαλιστικές εταιρείες, συνταξιοδοτικά ταμεία και άλλες οντότητες εκτός του τραπεζικού τομέα που μπορεί να κάνουν πιο ριψοκίνδυνες επενδύσεις αλλά με λιγότερες διασφαλίσεις.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής χρειάζονται κατάλληλα εργαλεία για να αντιμετωπίσουν μια αναταραχή μεταξύ των μη τραπεζικών χρηματοπιστωτικών οντοτήτων, ανέφεραν ανώτεροι αξιωματούχοι του ΔΝΤ. «Η ισχυρή επιτήρηση, η ρύθμιση και η εποπτεία είναι απαραίτητες προϋποθέσεις» υπογράμμισαν.
Οι συντάκτες της έρευνας αναφέρουν ως παράδειγμα την πρόσφατη κρίση στη Βρετανία, όπου οι ανησυχίες που προκάλεσε το δημοσιονομικό πρόγραμμα της Λιζ Τρας πυροδότησαν έναν φαύλο κύκλο. Η αύξηση του κρατικού δανεισμού οδήγησε υψηλότερα τις αποδόσεις των ομολόγων, προκαλώντας μεγάλες απώλειες σε συνταξιοδοτικά ταμεία με επενδύσεις σε σταθερό εισόδημα, το οποίο ενεργοποίησε με τη σειρά του margin calls και ανάγκασε τα ταμεία να πουλήσουν, προκαλώντας νέα άνοδο των αποδόσεων, μέχρι τελικά να παρέμβει η Τράπεζα της Αγγλίας.
Σε περιόδους υψηλού πληθωρισμού, τέτοιου είδους αναταραχές στις αγορές μπορεί να προκαλέσουν μεγάλα διλήμματα στις κεντρικές τράπεζες, καθώς από τη μία πρέπει να συσφίξουν τη νομισματική πολιτική για να συγκρατήσουν την άνοδο των τιμών και από την άλλη πρέπει να σταθεροποιήσουν τις αγορές με «ενέσεις» ρευστότητας, επισημαίνουν οι ερευνητές του ΔΝΤ.
Πηγή: Euro2day.gr