Μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, εμφανίστηκε για πρώτη φορά το προβάδισμα της οικονομίας των ΗΠΑ έναντι της ευρωπαϊκής. Όπως αποδείχθηκε, δεν επρόκειτο για παροδικό φαινόμενο, αλλά για μια πραγματικότητα που εδραιώθηκε και, όπως προβλέπουν οι οικονομολόγοι, πρόκειται να διαρκέσει και μετά το 2024.
Με πιο πρόσφατο το ΔΝΤ, ο ένας μετά τον άλλο οι οικονομικοί οργανισμοί εκτιμούν ότι η οικονομία των ΗΠΑ θα τραβήξει μπροστά, προβλέποντας επέκταση 1,5% το επόμενο έτος, έναντι 1,2% για την ευρωζώνη και 0,6% για το Ηνωμένο Βασίλειο.
Οι FT εντοπίζουν τις κύριες παραμέτρους οι οποίες εξηγούν την επίμονη απόκλιση μεταξύ δύο από τις πλουσιότερες περιοχές του κόσμου, με τις ΗΠΑ να έχουν αναπτυχθεί με περίπου διπλάσιο ρυθμό από την ευρωζώνη και το Ηνωμένο Βασίλειο τις τελευταίες δύο δεκαετίες;
Οι λόγοι ποικίλλουν από κυκλικούς έως δομικούς, επισημαίνουν. Σχετικά βραχυπρόθεσμοι παράγοντες όπως τα μέτρα στήριξης μετά την πανδημία και ο πόλεμος στην Ουκρανία έπαιξαν σαφώς ρόλο, το ίδιο όμως και οι υποκείμενες αποκλίσεις όπως η πρόσβαση σε πιστώσεις και οι επενδυτικές τάσεις, μαζί με τη βιομηχανική σύνθεση και τα δημογραφικά στοιχεία.
Ισχυρότερη στήριξη στην πανδημία
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην ΕΕ, δόθηκαν επιθετικά δημοσιονομικά κίνητρα για να συγκρατήσουν την εξέλιξη της υγειονομικής κρίσης σε οικονομική.
Φάνηκε, ωστόσο, οι ΗΠΑ το έκαναν σε μεγαλύτερη κλίμακα. Αφού κατέγραψε διψήφιο έλλειμμα το 2020, το πρωτογενές δημόσιο έλλειμμα για το 2021 παρέμενε ακόμα ένα τεράστιο 9,4% του ΑΕΠ, διπλάσιο από το επίπεδο της ευρωζώνης και σχεδόν διπλάσιο από αυτό του Ηνωμένου Βασιλείου.
«Οι ΗΠΑ γνώρισαν μια ιδιαίτερα ισχυρή δημοσιονομική απάντηση μετά την πανδημία, η οποία στήριξε την οικονομία», δήλωσε στους FT η Jennifer McKeown, επικεφαλής παγκόσμια οικονομολόγος στην Capital Economics.
Η γενναιόδωρη κρατική υποστήριξη συνέβαλε στην ανάκαμψη των καταναλωτικών δαπανών, ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους η ανάπτυξη στη χώρα ήταν τόσο ισχυρή.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία
Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, Πιερ Ολιβιέ Γκουρίνχας, εξήγησε ότι τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά μπορεί να ήταν πιο συγκρατημένα στις δαπάνες τους από τα αντίστοιχα των ΗΠΑ για άλλους λόγους, συμπεριλαμβανομένου του πολέμου στην Ουκρανία.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το άγριο σοκ στην τιμή της ενέργειας της Ευρώπης –από τις πρώτες επιπτώσεις του πολέμου- ήταν η «πιο σημαντική» αιτία της πρόσφατης οικονομικής απόκλισης των δύο περιοχών.
Η χονδρική τιμή του ευρωπαϊκού φυσικού αερίου εκτινάχθηκε σε υψηλό ρεκόρ, πολύ υψηλότερο από το αντίστοιχο των ΗΠΑ, στον απόηχο της εισβολής της Ρωσίας, εκτινάσσοντας τον πληθωρισμό της ενέργειας στο 59% στο Ηνωμένο Βασίλειο και στο 44% στην ευρωζώνη.
Η Ευρώπη μένει πίσω στον τεχνολογικό τομέα
Ένας κρίσιμος διαρθρωτικός παράγοντας πίσω από την απόκλιση ΗΠΑ-Ευρώπης είναι η διαφορά στη βιομηχανική σύνθεση των δύο οικονομιών.
Οι ΗΠΑ έχουν έναν αναπτυσσόμενο τεχνολογικό τομέα, με επιτυχημένες και καινοτόμες εταιρείες όπως η Amazon, η Alphabet και η Microsoft, χωρίς κάτι αντίστοιχο στην Ευρώπη. Με τις ΗΠΑ να κυριαρχούν στην τεχνητή νοημοσύνη, αυτό το χάσμα είναι πιθανό να διευρυνθεί, προειδοποιούν οι οικονομολόγοι.
Αντίθετα, η Ευρώπη ειδικεύεται σε βιομηχανίες που αντιμετωπίζουν ολοένα και περισσότερο την απειλή του κινεζικού ανταγωνισμού, όπως τα ηλεκτρικά οχήματα.
Η Ευρώπη, και η Γερμανία ειδικότερα, ήταν «ένας τεράστιος νικητής [από] την παγκοσμιοποίηση όπως την ξέραμε μέχρι το 2018, αλλά αυτός ο τύπος παγκοσμιοποίησης φαίνεται τώρα να έχει τελειώσει», δήλωσε ο Κρίστιαν Κέλερ, επικεφαλής οικονομικής έρευνας στην Barclays Investment Bank.
Πράσινη τεχνολογία
Οι ΗΠΑ αποδεικνύονται επίσης πιο ευκίνητες στη στροφή της οικονομίας τους προς την πράσινη τεχνολογία.
Η γενναία χρηματοδότηση των 369 δισεκατομμυρίων δολαρίων (νόμος IRA) έδωσε κίνητρα για επενδύσεις σε πράσινες τεχνολογίες, με εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε επιδοτήσεις και φορολογικές εκπτώσεις. Η απάντηση της ΕΕ ήταν πιο αργή και πιο περίπλοκη στην εφαρμογή, σύμφωνα με πολλούς οικονομολόγους.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο IRA, να προσελκύσει ορισμένες ευρωπαϊκές εταιρείες οι οποίες μετέφεραν επενδύσεις στις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων των Total Energies, BMW και Northvolt.
«Σίγουρα υπάρχει μια επενδυτική αναγέννηση στις ΗΠΑ αυτήν τη στιγμή», βεβαιώνει ο Paul Gruenwald, επικεφαλής οικονομολόγος της S&P Global Ratings.
«Επενδύστε στις ΗΠΑ»
Η ευκολότερη πρόσβαση στη χρηματοδότηση έχει βοηθήσει εδώ και καιρό την οικονομία των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του τεχνολογικού τομέα, να αναπτυχθεί.
Τα περισσότερα επιχειρηματικά κεφάλαια και οι καλύτερα ανεπτυγμένες αγορές χρέους και μετοχών έχουν διευκολύνει τις αμερικανικές εταιρείες να χρηματοδοτήσουν την επέκτασή τους σε σχέση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, οι οποίες βασίζονται πολύ περισσότερο στις τράπεζες. Η Ευρώπη έχει επίσης υποστεί μια κρίση δημόσιου χρέους και δημοσιονομική λιτότητα — και τα δύο έχουν πλήξει τις επενδύσεις.
Μόνο στην τεχνητή νοημοσύνη, οι επενδύσεις σε επιχειρηματικά κεφάλαια την τελευταία δεκαετία ξεπέρασαν τα 450 δισεκατομμύρια δολάρια, σχεδόν 10 φορές παραπάνω από αυτές της ευρωζώνης ή του Ηνωμένου Βασιλείου, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ.
«Η ικανότητα συγκέντρωσης μεγάλων ποσών, χρηματοδότησης επενδύσεων με αρκετά μεγάλο ρίσκο, απλώς δεν υπάρχει [στην Ευρώπη]», είπε ο Κέλερ. «Το μοντέλο χρηματοδότησης των ευρωπαϊκών τραπεζών δεν το επιτρέπει».
«Είμαι βέβαιος ότι είναι ευκολότερο να υποβάλεις τεχνολογικές ιδέες σε μια εταιρεία επιχειρηματικών κεφαλαίων στη Silicon Valley παρά να τις προωθήσεις σε μια μεγάλη ευρωπαϊκή τράπεζα», είπε χαρακτηριστικά ο Nathan Sheets, επικεφαλής οικονομολόγος στην αμερικανική τράπεζα Citi.
Οι επιχειρήσεις μπορούν να αναπτυχθούν πιο γρήγορα στις ΗΠΑ, καθώς η χώρα προσφέρει μια μεγάλη αγορά με συνεπές γλωσσικό και ρυθμιστικό σύστημα, βοηθώντας την καινοτομία. Παρά την ενιαία αγορά της, η Ευρώπη εξακολουθεί να είναι από πολλές απόψεις κατακερματισμένη, ιδίως στον τομέα των υπηρεσιών.
Η καινοτομία από κορυφαία πανεπιστήμια των ΗΠΑ, όπως το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης στην ανατολική ακτή και το Στάνφορντ στη δυτική, έχει επίσης βοηθήσει.
«Από τη στιγμή που έχεις αυτή τη συσσώρευση τεχνογνωσίας τείνει να πολλαπλασιάζεται», είπε ο Sheets.
Αυτοί οι παράγοντες συνέβαλαν στην τόνωση των επενδύσεων και της παραγωγικότητας των ΗΠΑ, καθοριστικής σημασίας για το βιοτικό επίπεδο, πολύ περισσότερο από ό,τι στην Ευρώπη.
Γήρανση πληθυσμού
Η ραγδαία γήρανση του πληθυσμού της Ευρώπης και η ασθενέστερη πληθυσμιακή αύξηση επιβαρύνουν τα δημόσια οικονομικά της ηπείρου. Έχει επίσης αντίκτυπο στο χάσμα με τις ΗΠΑ, οι οποίες — σε αντίθεση με την Ευρώπη — έχουν δει τον πληθυσμό σε παραγωγικές ηλικίες να αυξάνεται από το 2010, αν και, όπως επισημαίνεται, με ολοένα και πιο αργό ρυθμό.
Χωρίς τις διαφορές στα δημογραφικά στοιχεία, το χάσμα μεταξύ της διατλαντικής ανάπτυξης θα ήταν λιγότερο έντονο.
Ωστόσο, οι δημογραφικές τάσεις τις επόμενες δεκαετίες πρόκειται επίσης να λειτουργήσουν προς όφελος των ΗΠΑ, με τους οικονομολόγους να εκτιμούν ότι η κοινωνική μεταρρύθμιση στη Δυτική Ευρώπη —η οποία συνέβαλε στην αύξηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας— έχει φτάσει πιθανότατα στα όριά της.
Διαρκώς διευρυνόμενο χάσμα;
Με ισχυρότερες επενδύσεις και καλύτερα δημογραφικά στοιχεία, το χάσμα μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρώπης είναι πιθανό να διευρυνθεί περαιτέρω τα επόμενα χρόνια.
«Οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να αυξήσουν τη δυνητική ανάπτυξή τους, ενώ η Ευρώπη αγωνίζεται να διατηρήσει τη χαμηλότερη ανάπτυξη που είχε ήδη», υποστηρίζει ο Κέλερ του ΔΝΤ.
Μια ευρωπαϊκή κάλυψη «φαίνεται αρκετά απίθανη», δήλωσε ο Samy Chaar, επικεφαλής οικονομολόγος στην τράπεζα Lombard Odier.
Ο Sven Jari Stehn, οικονομολόγος στην επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs, συμφώνησε ότι οι ΗΠΑ «θα συνεχίσουν να ξεπερνούν την ευρωζώνη τα επόμενα χρόνια», ακόμη και αν οι προσωρινοί παράγοντες μετά την πανδημία εξασθενίσουν.
Ωστόσο, δεν παραβλέπεται το γεγονός ότι το υψηλό έλλειμμα των ΗΠΑ που θα οδηγήσει σε αναγκαστικές σκληρές δημοσιονομικές αποφάσεις αποτελεί απειλή για την ανάπτυξη.
Πηγή: ΟΤ