Με το δεύτερο κύμα της πανδημίας του κορωνοϊου σε πλήρη εξέλιξη, την κούρσα για το εμβόλιο για καλό δρόμο αλλά μακριά από τον τερματισμό ακόμα και με πολλές ευρωπαϊκές χώρες να έχουν ήδη παγώσει για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες τις οικονομίες τους σε μια προσπάθεια να ανακόψουν την πορεία του ιού στην κοινότητα, παραμένει ένα ερώτημα. Μπορούν οι κυβερνήσεις να προστατέψουν την δημόσια υγεία και παράλληλα να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας και την οικονομία «ατάραχη»;
Σε αυτό το ερώτημα προσπαθεί να δώσει απάντηση ένα πεδίο της οικονομικής επιστήμης (οικονομική επιδημιολογία- economic epidemiolog) που από την αρχή της πανδημίας διευρύνει και εμβαθύνει την κατανόησή μας για την αλληλεπίδραση μεταξύ των επιδημικών ασθενειών και της οικονομίας.
Η καταστολή του ιού και η διάσωση της οικονομίας παρουσιάζονται συχνά από τις κυβερνήσεις ως στόχοι που ο ένας αποκλείει τον άλλο. Στην πραγματικότητα όμως βρίσκονται σε άμεση συνάρτηση, λένε οικονομολόγοι και υγειονομικοί. Αν μία ανεξέλεγκτη πανδημία μολύνει τμήματα του εργατικού πληθυσμού, οι οικονομίες θα υποφέρουν ακόμη και χωρίς κυβερνητικές παρεμβάσεις για τον περιορισμό των πολιτών.
Γι΄αυτό και χώρες που κινήθηκαν νωρίς και γρήγορα για να καταστείλουν τον ιό, όπως η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία, όχι μόνο ελαχιστοποίησαν τους θανάτους αλλά απέφυγαν τα καταστροφικά για την οικονομία lockdown που επέβαλλαν πολλές χώρες, όπως οι ΗΠΑ και οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης.
Ποιες εναλλακτικές εξετάζει όμως μέχρι τώρα ο κλάδος;
Ανάμεσα στις προτάσεις των οικονομολόγων για ανοιχτή οικονομία και υγιή κοινότητα βρίσκονται η παροχή οικονομικών κινήτρων στους ασθενείς ώστε να επιτευχθεί συμμόρφωση με τους κανόνες απομόνωσης, το μερικό lockdown σε τομείς που παρατηρείται μεγάλη μεταδοτικότητα του ιού επιτρέποντας την λειτουργία των υπόλοιπων και οι εκτεταμένοι έλεγχοι στον πληθυσμό, όσο περισσότερο γίνεται.
Η τρίτη πρόταση φαίνεται ήδη να αποκτά δυναμική καθώς ορισμένες χώρες όπως η Κίνα και το Ηνωμένο Βασίλειο πραγματοποιούν τεστ για τον κορωνοϊό σε ολόκληρες πόλεις ενώ η Σλοβακία πραγματοποιεί ελέγχους σε ολόκληρο τον πληθυσμό της χώρας.
Η μελέτη των οικονομικών του Covid-19 μπορεί να χωριστεί σε τρία μέρη, αναφέρει η Wall Street Journal.
Το πρώτο, το οποίο βασίζεται σε προηγούμενες εργασίες μοντελοποίησης του HIV και άλλων ασθενειών, στοχεύει να ενσωματώσει ορισμένα από τα εργαλεία που χρησιμοποιούν οι οικονομολόγοι για να συλλάβουν την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης συμπεριφοράς, στα επιδημιολογικά μοντέλα.
Στόχος είναι να διαμορφωθεί μια καλύτερη εικόνα για το πώς οι ασθένειες μπορούν να εξαπλωθούν στις κοινωνίες, αντί να βασίζονται αποκλειστικά σε μεταβλητές, όπως πόσα άτομα κατά μέσο όρο θα μολυνθούν από έναν φορέα ιού.
Το δεύτερο επικεντρώνεται στην μελέτη των επιλογών εκείνων που αφορούν τον υγειονομικό τομέα και μπορούν να προστατεύσουν τις ανθρώπινες ζωές χωρίς να βλάπτουν την οικονομία, που είναι και το ζητούμενο, μελετώντας παραμέτρους όπως οι έλεγχοι και η ιχνηλάτηση, η λειτουργία των σχολείων, η χρήση της μάσκας, η προστασία των ηλικιωμένων και η προτροπή «μένουμε σπίτι».
Για παράδειγμα, μελέτη του καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, Τζέημς Στοκ, που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα κατέληξε στο συμπέρασμα πως οι εκτεταμένοι, συστηματικοί έλεγχοι στον πληθυσμό χρησιμοποιώντας τα ήδη υπάρχοντα φθηνά τεστ είναι ιδιαίτερα αποδοτικοί.
Το τρίτο μέρος στοχεύει να συνδυάσει επιδημιολογικά και οικονομικά μοντέλα ποτ μέχρι τώρα δεν έχουν συνδυαστεί. Ο καθηγητής Moll στο LSE, για παράδειγμα, συνεργάστηκε με συναδέλφους του στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον και του Πανεπιστημίου του Σικάγου για να δημιουργήσουν από κοινού ένα μοντέλο που εξετάζει την επιδημίας της νόσου χρησιμοποιώντας έναν οικονομικού εργαλείο που χρησιμοποιείται πιο συχνά για να διερευνήσει τις επιπτώσεις από τις αλλαγές πολιτικής της κεντρικής τράπεζας.
Σε μια μελέτη τους, που δημοσιεύθηκε τον Σεπτέμβριο, κατέγραψαν πώς διαφορετικοί τύποι lockdown επηρεάζουν μεταβλητές, όπως τις λοιμώξεις και τους θανάτους, αλλά και τις δαπάνες ή τις επενδύσεις των καταναλωτών. Η δημοσίευσή τους έδειξε επίσης τις συνέπειες στο εισόδημα και τον πλούτο.
Πηγή: naftemporiki.gr με πληροφορίες από Wall Street Journal