Προσοχή και επιφυλακτικότητα σε ό,τι αφορά τον πιστωτικό κίνδυνο εν μέσω του μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος, συνιστά στις τράπεζες αξιωματούχος του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού, η οποία παρουσιάστηκε επιφυλακτική όσον αφορά την προσδοκία ότι η δυναμική σε σχέση με την κερδοφορία των τραπεζών θα συνεχιστεί και στο 2023.
«Οι αγορές φαίνεται να στοιχηματίζουν ότι, στο πλαίσιο του υψηλού πληθωρισμού, ο ευεργετικός αντίκτυπος των ψηλότερων επιτοκίων θα αντισταθμίσουν με το παραπάνω την επιβάρυνση που προκύπτει από τις αυξανόμενες προβλέψεις για πιστωτικές ζημιές, χαμηλότερα μεγέθη δανείων και υψηλότερα λειτουργικά κόστη εν μέσω μια πιο αδύναμης οικονομίας. Ωστόσο υπάρχουν τρεις λόγοι να είμαστε επιφυλακτικοί με αυτό το στοίχημα», είπε η Κέρστιν αφ Γιόχνικ, μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, σε άρθρο της στο περιοδικό InfoBanca, το οποίο δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του SSM.
Ο πρώτος λόγος σύμφωνα με την κ. αφ Γιόχνικ, είναι ότι τα οφέλη από τις αυξήσεις των επιτοκίων δεν κατανέμονται με τον ίδιο τρόπο σε όλες τις τράπεζες υπό την εποπτεία του μηχανισμού, αφού αυτά εξαρτώνται από παράγοντες όπως το επιχειρηματικό μοντέλο και την διάρθρωση του ισολογισμού των τραπεζών, καθώς και την ευαισθησία μεταβλητών στην υποκείμενη ευρωστία του οικονομικού κύκλου.
Ο δεύτερος λόγος αφορά στο ότι οι κίνδυνοι στην προοπτική είναι καθοδικοί και σε αυτό το πλαίσιο η δυνητική επιδείνωση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού αποτελεί την κύρια ανησυχία. «Το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων στις τράπεζες υπό την εποπτεία της ΕΚΤ συνέχισε να υποχωρεί το 2022, αλλά υπάρχουν ενδείξεις αντιστροφής αυτής της πιθανότητας αν τα επιτόκια συνεχίσουν την άνοδο και η μακροοικονομική προοπτική συνεχίσει να επιδεινώνεται», είπε.
Όπως σημείωσε, πέραν της εξασθένισης της οικονομικής δραστηριότητας γενικότερα, υπάρχουν επίσης ανησυχίες από τον δυνητικό αντίκτυπο των αυξανόμενων επιτοκίων σε συγκεκριμένους τομείς της αγοράς, στους οποίους οι τράπεζες είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένες όπως η στέγαση και η αγορά εμπορικών ακινήτων, η κατανάλωση, ο μοχλευμένη χρηματοδότηση και οι εταιρείες που είναι εκτεθειμένες στην ενέργεια.
«Για αυτό, η ΕΚΤ τονίζει την ανάγκη οι τράπεζες να παρακολουθούν τους καθοδικούς κινδύνους στην προοπτική και ιδιαίτερα να διαχειρίζονται προληπτικά τους σχετιζόμενους κινδύνους» είπε.
Ο τρίτος λόγος, σύμφωνα με την κ. αφ Γιόχνικ, είναι το μεταβαλλόμενο περιβάλλον από το οποίο θα εξαρτηθούν τα μέτρα στήριξης του δημόσιου τομέα, τα οποία μπορεί εύλογα να αναμένονται αν υλοποιηθούν οι κίνδυνοι στην προοπτική.
Σημείωσε ωστόσο ότι η μάχη της ΕΚΤ κατά του πληθωρισμού περιορίζει την δυνατότητα των κρατών να υλοποιήσουν δυνητικά μέτρα κατά της οικονομικής δραστηριότητας, για να προσθέτει πως οι στρατηγικές των τραπεζών δεν πρέπει να περιλάβουν προσδοκίες για μελλοντικές παρεμβάσεις από τις κυβερνήσεις.
Όσον αφορά την εποπτική ατζέντα, η κ. αφ Γιόχνικ είπε ότι το βασικό καθήκον για τους τραπεζίτες και τους επόπτες στον βραχυπρόθεσμο ορίζοντα «είναι συνεπώς να παρακολουθούν στενά τους κινδύνους που προκύπτουν από τρέχον περιβάλλον και να τους διαχειρίζονται ανάλογα».
«Ζητούμε από τις τράπεζες να είναι προληπτικές έναντι της πραγματοποίησης πιστωτικού κινδύνου και να γεφυρώσουν τα όποια κενά υπάρχουν σε σχέση με τις εποπτικές μας προσδοκίες», κατάληξε.