«Ο κλάδος μας βρίσκεται σε πλήρες αδιέξοδο, η κατάσταση είναι απελπιστική». Με τα λόγια αυτά ξεκίνησε την εβδομάδα αυτή την απεύθυνσή του στην Κνεσέτ, το ισραηλινό Κοινοβούλιο, ο πρόεδρος της Ισραηλινής Ένωσης Εργολάβων Κτιρίων Ραούλ Σάργκο. Ο πόλεμος που ξέσπασε στις 7 Οκτωβρίου με τη Χαμάς στέρησε από το Ισραήλ τις υπηρεσίες περίπου 90.000 Παλαιστινίων που περνούσαν καθημερινά τα σύνορα της Ιορδανίας για να εργαστούν στις οικοδομές.
Τα σύνορα έχουν κλείσει, οι Παλαιστίνιοι οικοδόμοι έμειναν άνεργοι και η έλλειψη εργατικού δυναμικού έχει φέρει σε απελπισία τους Ισραηλινούς εργολάβους, που ζητούν από την κυβέρνηση του Τελ Αβίβ να φροντίσει για την έλευση μεταναστών εργατών από τρίτες χώρες που θα αντικαταστήσουν εν μέρει τους Παλαιστίνιους.
0,5% του ΑΕΠ μηνιαίως
Τα στοιχεία της ισραηλινής κυβέρνησης επιβεβαιώνουν τους ισχυρισμούς των επαγγελματιών του κατασκευαστικού κλάδου και δικαιολογούν την απελπισία τους. Ανώτερος αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών εκτιμά ότι η κατασκευαστική δραστηριότητα έχει μειωθεί κατά 40% στο Ισραήλ. Η ζημιά υπολογίζεται στα 830 εκατ. δολάρια μηνιαίως, ποσό που ισοδυναμεί με το 0,5% του ετήσιου ΑΕΠ της χώρας.
Πώς όμως αντιμετωπίζεται το πρόβλημα; Οι απόψεις στο Τελ Αβίβ διίστανται, όπως μεταδίδει ο ανταποκριτής της «Les Echos» στην ισραηλινή πρωτεύουσα Πασκάλ Μπρινέλ. «Ο υπουργός Άμυνας Γιοάβ Γκαλάντ τάσσεται υπέρ της μερικής επιστροφής στην εργασία περίπου 28.000 Παλαιστινίων.
Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό το μέτρο θα είχε το διπλό πλεονέκτημα να έχει θετικό αντίκτυπο στην παλαιστινιακή οικονομία και στην ευημερία του πληθυσμού της Ιουδαίας και της Σαμάρειας και να εξυπηρετεί παράλληλα τα συμφέροντα ασφαλείας του Ισραήλ», γράφει ο Γάλλος ανταποκριτής.
Χαλώντας το παιχνίδι της Χαμάς
«Η μείωση της μιζέριας των Παλαιστινίων στη Δυτική Όχθη δεν εξυπηρετεί τα σχέδια της Χαμάς, η οποία έχει δει τη δημοτικότητά της να εκτοξεύεται στα ύψη στη Δυτική Όχθη μετά την έναρξη του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας», μεταδίδει από το Τελ Αβίβ ο Μπρινέλ.
Αυτή είναι η θέση που εκφράζει ο ισραηλινός υπουργός Άμυνας, την οποία συμμερίζονται εξάλλου το γενικό επιτελείο των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων και η Σιν Μπεθ, η ισραηλινή Υπηρεσία Ασφαλείας που είναι υπεύθυνη για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Διότι «στη χώρα δεν είναι λίγοι όσοι φοβούνται μια γενική ριζοσπαστικοποίηση του πληθυσμού της Δυτικής Όχθης», όπως μεταδίδει ο ανταποκριτής.
Η μετριοπαθής αυή ιδέα προσέκρουσε ωστόσο στο βέτο ακροδεξιών υπουργών, όπως του αρμοδίου για την Εθνική Ασφάλεια Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ, αλλά και του υπουργού Οικονομικών Μπεζαλέλ Σμότριτς, οι οποίοι αρνήθηκαν την παραμικρή παραχώρηση σε Παλαιστινίους ανεξαρτήτως προέλευσης και τόπου διαμονής τους.
Πίεση στο Νετανιάχου
Οι διαφωνούντες με την παρουσία Παλαιστινίων σε ισραηλινό έδαφος για εργασία ή ο,τιδήποτε άλλο υποστηρίζουν ότι αυτοί «θα μπορούσαν να παρέχουν πληροφορίες για να προετοιμάσουν οι τρομοκράτες μελλοντικές επιθέσεις κατά της χώρας». Κάτω από την πίεση των σκηροπυρηνικών ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου απέρριψε πριν από δύο εβδομάδες πρόταση νόμου που θα επέτρεπε σε μερικές χιλιάδες Παλαιστίνιους να επιστρέψουν στο Ισραήλ για να εργαστούν.
«Ο Νετανιάχου φοβόταν ότι η πρόταση θα εγκριθεί από το υπουργικό συμβούλιο ασφαλείας», γράφει η «Les Echos». Και πάντως πρέπει να παραδεχθεί κανείς ότι ο ισραηλινός πρωθυπουργός ούτως ή άλλως ενστερνίζεται πολύ εθνικιστικές και «ακραίες» απόψεις, άρα δεν χρειάζεται και πολλή «πίεση» για να υιοθετήσει μέτρα καταστολής εναντίον των Παλαιστινίων – πόσω μάλλον μέτρα περιστολής της παρουσίας και των δραστηριοτήτων τους στη χώρα.
«Μόνο σε 10.000 Παλαιστίνιους δόθηκε άδεια να επιστρέψουν στην εργασία τους σε βιομηχανικές ζώνες στους οικισμούς της Δυτικής Όχθης, αλλά όχι σε εργοτάξια εντός αυτών των οικισμών», μεταδίδει ο ανταποκριτής της γαλλικής εφημερίδας στο Τελ Αβίβ.
Στροφή σε άλλες αγορές
«Αυτή η κατάσταση είναι απαράδεκτη μακροπρόθεσμα. Όσο δεν βρίσκεται αξιόπιστη εναλλακτική λύση, θα παραμένουμε εξαρτημένοι από τους Παλαιστίνιους εργάτες. Η κυβέρνηση πρέπει να σταματήσει να σέρνει τα πόδια της, πρέπει επιτέλους να πάρει αποφάσεις», δηλώνει στη «Les Echos» ο Ελιάχου Ρεβίβο, βουλευτής του ακροδεξικού κόμματος Likud, στο οποίο ανήκει και ο πρωθυπουργός Νετανιάχου εξάλλου.
Ο Ρεβίβο εξηγεί ότι «θα πρέπει να επιλέξουμε πολύ γρήγορα αν θα χρησιμοποιήσουμε ξανά Παλαιστίνιους ή θα καλέσουμε ξένους εργάτες». Ο ίδιος προκρίνει βέβαια τη δεύτερη εκδοχή. Και προτείνει συγκεκριμένα να απευθύνει η κυβέρνηση του Ισραήλ πρόσκληση σε τουλάχιστον 30.000 οικονομικούς μετανάστες για να εγκατασταθούν και να εργαστούν στη χώρα, κατά προτίμηση από την Ινδία, τη Σρι Λάνκα και το Ουζμπεκιστάν.
«Θα χρειαστούν κάποιοι μήνες»
Ήδη πάντως οι ισραηλινές αρχές έχουν λάβει μια σειρά μέτρων για να προσελκύσουν εργατικό δυναμικό από το εξωτερικό που θα απασχοληθεί σε εργασίες χειρωνακτικές κατά κανόνα και θα καλύψουν θέσεις που περιφρονούν οι Ισραηλινοί εργαζόμενοι, στον κατασκευαστικό κλάδο κατά βάση.
Ουσιαστικά η κυβέρνηση του Τελ Αβίβ έχει ως στόχο να προσελκύσει περισσότερες ξένες κατασκευαστικές εταιρείες που θα δραστηριοποιηθούν στο Ισραήλ φέρνοντας μαζί τους έως και 1.600 εργαζομένους από το εξωτερικό. Η κυβέρνηση ελπίζει να αυξηθεί με τον τρόπο αυτό κατά 20.000 ο αριθμός των ξένων εργαζομένων στον κατασκευαστικό κλάδο, ώστε να φθάσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα στους 50.000.
Όταν βέβαια μιλά κανείς για μέτρα που θα αποδώσουν σε «σύντομο χρονικό διάστημα» πρέπει να έχει κατά νου ότι θα χρειαστεί να περάσουν κάποιοι μήνες, γράφει στην ανταπόκρισή της η «Les Echos». Σε κάθε περίπτωση, αν η ισραηλινή αγορά εργασίας έχει στερηθεί εξαιτίας του πολέμου 90.000 Παλαιστίνιους εργαζόμενους και ελπίζει σε λίγους μήνες να απασχολεί 50.000 ξένους από τρίτες χώρες, είναι προφανές ότι το ισοζύγιο, τουλάχιστον για τον κλάδο των κατασκευών, θα παραμείνει επί μακρόν έντονα ελλειμματικό.
Πηγή: ΟΤ