Συνέχιση της δημόσιας στήριξης της οικονομίας και το 2021 λόγω της παρατεταμένης αβεβαιότητας συνεπεία της πανδημίας του κορωνοϊού έτσι ώστε να αποφευχθούν οι μακροχρόνιες συνέπειες της κρίσης, προκρίνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, καλώντας τις κυπριακές αρχές όπως με την εδραίωση της ανάκαμψης επικεντρώσουν την προσοχή τους σε πολιτικές που ενισχύουν την ψηφιακή μετάβαση και την πράσινη οικονομία, ενισχύοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα.
Σε δελτίο Τύπου μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου της κυπριακής οικονομίας υπό το άρθρο 4, το ΔΝΤ εκτιμά ότι μετά τη συρρίκνωση κατά 5,1% το 2020 ο ρυθμός ανάπτυξης θα ανέλθει στο 3% το 2021 και θα επιταχυνθεί στο 3,9% το 2022, αλλά τονίζει πως οι κίνδυνοι είναι ανοδικοί, με τις βασικές πηγές αβεβαιότητας να σχετίζονται με το ρυθμό των εμβολιασμών και των δυνητικών νέων κυμάτων μολύνσεων κορωνοϊού.
Χαρακτηρίζοντας σχετικά καλή τη διαχείριση της κρίσης στην Κύπρο, το ΔΝΤ τονίζει πως παρά την εξάρτηση της οικονομίας στον τουρισμό και το υψηλό επίπεδο ιδιωτικού και δημόσιου χρέους, οι μαζικές χρεοκοπίες και η υψηλή ανεργία έχουν ευρέως αποφευχθεί εν μέρει χάριν στα έγκαιρα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης και τα δημοσιονομικά αποθέματα που συσσωρεύτηκαν προ της πανδημίας.
«Δεδομένης της οικονομικής αβεβαιότητας μια πρόωρη απόσυρση της δημόσιας στήριξης θα πρέπει να αποφευχθεί», αναφέρει το ΔΝΤ και προσθέτει πως «με τους βραχυχρόνιους κίνδυνους χρηματοδότησης να είναι περιορισμένοι, οι πολιτικές θα πρέπει να απορροφήσουν τις δυσμενείς συνέπειες της κρίσης και να περιορίσουν τους κίνδυνους μακροχρόνιων συνεπειών της κρίσης (economic scarring)», αναφέρει.
Προς αυτή την κατεύθυνση, λέει το ΔΝΤ, «η δημοσιονομική στάση το 2021, η οποία περιλαμβάνει σημαντική στήριξη είναι ορθή».
Ωστόσο, το ΔΝΤ επισημαίνει την ανάγκη αναπροσαρμογής των δημοσίων μέτρων προς τις βιώσιμες επιχειρήσεις, όπως του τουριστικού τομέα, για αποφυγή αχρείαστων χρεοκοπιών, καλωσορίζοντας τις προσπάθειες για επιτάχυνση των έργων που προωθούν ιδιωτικές επενδύσεις μέσω της υλοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Σύμφωνα με το ταμείο, πηγές αποδυνάμωσης της ανάκαμψης αποτελούν η εξασθένιση της δημοσιονομικής θέσης που οδηγεί σε αύξηση των περιθωρίων κινδύνου (risk premia) σε ό,τι αφορά τον δανεισμό και η μεγαλύτερη από την αναμενόμενη μείωση στις ξένες άμεσες επενδύσεις λόγω του τερματισμού του Κυπριακού Επενδυτικού Προγράμματος.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, με την εδραίωση της ανάκαμψης, οι κυπριακές αρχές θα πρέπει να στρέψουν την προσοχή τους στην διατήρηση της βιωσιμότητας των δημοσίων οικονομικών και στην προώθηση πολιτικών συμμετοχικής ανάπτυξης.
Ειδικότερα, αναφέρεται στον εκσυγχρονισμό της φορολογικής διοίκησης, της συγκράτησης του δημόσιου μισθολογίου και την ανακατανομή των δαπανών σε πιο φιλικές για τη ανάπτυξη πολιτικές, περιλαμβανομένων του ανθρώπινου κεφαλαίου, του ψηφιακού μετασχηματισμού και της μετάβασης προς την πράσινη οικονομία.
Ακόμη, επισημαίνει ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να στηρίξουν την ανακατανομή πόρων και την ενίσχυση του δυνητικού ΑΕΠ, ενώ οι πολιτικές για την αγορά εργασίας θα πρέπει σταδιακά να στραφούν από τη διατήρηση των θέσεων εργασίας προς την κατεύθυνση μιας αποδοτικής ανακατανομής της εργασίας.
Όχι σε ανατροπή του πλαισίου των εκποιήσεων
Για τον τραπεζικό τομέα, το ΔΝΤ σημειώνει ότι η επίλυση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) και οι βιώσιμες αναδιαρθρώσεις χρέους παραμένουν οι βασικές προτεραιότητες.
Σε αυτό το πλαίσιο, σημειώνει την ανάγκη συνέχισης της προόδου με συμπληρωματικές δικαστικές μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να βελτιωθεί η ανάκτηση εξασφαλίσεων και των κινήτρων προς την κατεύθυνση των αναδιαρθρώσεων.
«Η αντιστροφή των μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο εκποιήσεων θα πρέπει να αποφευχθεί και αν αυτό δεν γίνει θα εμποδίσει την συνεχιζόμενη μείωση των ΜΕΔ, επιφέροντας κινδύνους στην χρηματοπιστωτική σταθερότητα», τονίζει ο ΔΝΤ, ενώ σημειώνει μάλιστα πως καθώς το σχέδιο ΕΣΤΙΑ πλησιάζει προς την ολοκλήρωσή του οι τράπεζες θα πρέπει να εξετάσουν την επιτάχυνση των εκποιήσεων για τους μη εξυπηρετούμενους δανειολήπτες που δεν υπέβαλαν αίτηση στο σχέδιο.
Ταυτόχρονα, οι κυπριακές αρχές θα πρέπει να διασφαλίσουν επιπλέον μέτρα επιμερισμού του βάρους ή να εκπονήσουν μέτρα στήριξης για τους δανειολήπτες που κρίθηκαν μη βιώσιμοι βάσει του σχεδίου.
Ευρύτερα, το ΔΝΤ εισηγείται μέτρα στήριξης για αποτελεσματική αντιμετώπιση παλαιών και νέων ΜΕΔ τόσο στις τράπεζες και ολοένα και περισσότερο στις Εταιρείες Εξαγοράς Πιστώσεων, καθώς και στοχευμένη στήριξη για δανειοδοτήσεις, όπως σχέδια στήριξης επιτοκίου για μικρομεσαίες επιχειρήσεις και εγγυημένα δάνεια.
«Τα μέτρα στήριξης θα πρέπει να επιζητούν τη διασφάλιση της βιωσιμότητας εταιρειών, αξιοποιώντας πλήρως τις αξιολογήσεις των τραπεζών του αξιόχρεου των δανειοληπτών, σημειώνει.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ