Από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έχει εγκρίνει 11 δέσμες κυρώσεων κατά της Ρωσίας και της Λευκορωσίας, με τα νέα μέτρα που θα προσανατολίζονται σε ναυτιλιακές και νηολόγια, να έχουν τεθεί ήδη προς συζήτηση. Οι κυρώσεις αποσκοπούν στην αποδυνάμωση της ικανότητας της Ρωσίας να χρηματοδοτεί τον πόλεμο και στοχεύουν συγκεκριμένα στην πολιτική, στρατιωτική και οικονομική ελίτ που είναι υπεύθυνη για την εισβολή.
Τα περιοριστικά μέτρα δεν στοχεύουν τη ρωσική κοινωνία. Γι’ αυτό και τομείς όπως τα τρόφιμα, η γεωργία, η υγεία και τα φαρμακευτικά προϊόντα εξαιρούνται από τα περιοριστικά μέτρα που έχουν επιβληθεί.
Ωστόσο είναι αυτοί που πλήττονται, με τα εισοδήματα των νοικοκυριών να παραπαίουν, ενώ το ρούβλι έχει υποχωρήσει έναντι του δολαρίου ΗΠΑ από τον Φεβρουάριο του 2022, όταν ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν διέταξε την εισβολή στην Ουκρανία, καθιστώντας τα εισαγόμενα αγαθά ακριβότερα σε όρους ρουβλίου.
Ενώ πολλές οικογένειες σε όλο τον κόσμο παλεύουν να αντιμετωπίσουν τις αυξήσεις των τιμών, οι ιδιαιτερότητες της ρωσικής πολεμικής οικονομίας έχουν προκαλέσει υψηλό πληθωρισμό για εκατομμύρια Ρώσους ψηφοφόρους ενόψει των εκλογών του 2024.
Σύμφωνα με το Reuters, όμως, η μέση οικογένεια δεν θέλει να συζητήσει για την πολιτική, την Ουκρανία ή το ποιος φταίει για τις αυξήσεις των τιμών, οπότε δεν είναι άμεσα ξεκάθαρο ποια ακριβώς θα είναι η μακροπρόθεσμη επίπτωση που θα έχουν οι σκληρότερες συνθήκες πλέον διαβίωσης στην επικείμενες εκολγές, όπου ο Πούτιν αναμένεται να θέσει υποψηφιότητα σε μια κίνηση που θα τον διατηρήσει στην εξουσία τουλάχιστον μέχρι το 2030.
Ποια είναι η ρωσική οικονομία
Η Δύση επέβαλε αυτό που αποκάλεσε «τις αυστηρότερες κυρώσεις που έχουν επιβληθεί ποτέ» στη Ρωσία, σε μια προσπάθεια να υπονομεύσει την οικονομία της και να αναγκάσει τον Πούτιν να αλλάξει πορεία όσον αφορά την Ουκρανία. Εκείνος όμως αρνήθηκε και κατηγόρησε τη Δύση ότι δεν κατάφερε να υποδαυλίσει μια οικονομική κρίση.
Η Ρωσία, ο μεγαλύτερος εξαγωγέας φυσικών πόρων στον κόσμο, συνέχισε να πουλάει το πετρέλαιό της στις παγκόσμιες αγορές και η κυβέρνηση αύξησε τις στρατιωτικές δαπάνες σε ένα μετασοβιετικό ρεκόρ, ενώ η παραγωγή όπλων έχει εκτοξευθεί – όπως και οι μισθοί για τους συμβασιούχους στρατιώτες που είναι πρόθυμοι να πολεμήσουν.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ρωσική ανάπτυξη 2,2% φέτος – ταχύτερη από τις Ηνωμένες Πολιτείες ή την Ευρωζώνη – αν και το Ταμείο έχει μειώσει την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη του 2024 στο 1,1%.
Όταν ο Πούτιν ήρθε στην εξουσία το 1999, το ονομαστικό ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της Ρωσίας ήταν μόλις 210 δισεκατομμύρια δολάρια μετά από μια δεκαετία χάους και συρρίκνωσης, αλλά μέχρι το 2013 είχε εξελιχθεί σε μια οικονομία 2,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Πέρυσι, το ονομαστικό ΑΕΠ ήταν 2,2 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Ο γενικός πληθωρισμός ήταν 11,9% πέρυσι στη Ρωσία και φέτος η πρόβλεψη είναι 7,0-7,5% – ενώ τουλάχιστον 15,7 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας των 14.375 ρουβλίων (αντιστοιχούν σε 157 δολάρια) το μήνα, σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία.
Οι άνθρωποι πίσω από τα στατιστικά
Ο Ρώσος οικονομολόγος, Igor Lipits, δήλωσε ότι τα επίσημα ρωσικά στοιχεία για τα επίπεδα φτώχειας είναι… φτωχά – όπως και η συνολική εικόνα για τη ρωσική οικονομία εξάλλου- παρά τις συχνά «ρόδινες» ανακοινώσεις που αποσκοπούν στην ικανοποίηση της ηγεσίας του Κρεμλίνου.
«Η πραγματική κατάσταση είναι κακή», τόνισε ο Lipits, προσθέτοντας ότι βλέπει τουλάχιστον στασιμότητα και σοβαρή επιδείνωση της οικονομικής υγείας μετά τις προεδρικές εκλογές του Μαρτίου. «Ένα μεγάλο μέρος του ρωσικού πληθυσμού έχει πολύ χαμηλούς μισθούς – και φυσικά αβέβαιο μέλλον».
Υπολογίζεται ότι περίπου 20 εκατομμύρια άνθρωποι από τον συνολικό πληθυσμό των 144 περίπου εκατομμυρίων, μπορεί να βρίσκονται στα όρια της φτώχειας στη Ρωσία, ότι πολλοί φέρουν βάρη και χρέη εν μέσω επιτοκίων της Κεντρικής Τράπεζας που έχουν σκαρφαλώσειο στο 15% και ότι ορισμένοι οικονομολόγοι πίστευαν ότι το ρούβλι θα μπορούσε να πέσει μετά τις εκλογές.