Λίγο πριν κλείσει το 2022, η Ελλάδα μπαίνει και πάλι στο κυνήγι της επενδυτικής βαθμίδας. Αυτή πιθανότατα θα έρθει προς τα τέλη του 2023. Ο Scope Ratings επιβεβαίωσε την αξιολόγηση BB+ (ένα σκαλοπάτι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα), αλλά και αναθεώρησε τις προοπτικές σε θετικές από σταθερές. Είναι ο πρώτος οίκος αξιολόγησης που αναθεωρεί σε θετικό το outlook του αξιόχρεου – κάτι που σημαίνει ότι μπορεί να έρθει η πολυπόθητη αναβάθμιση σε investment grade μέσα στους επόμενους 12 μήνες.
Στην ανακοίνωσή του για την αναβάθμιση των προοπτικών o οίκος επικαλείται μεταξύ άλλων τη στήριξη στην οικονομία από τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, τη σταθερή μείωση του δημοσίου χρέους, αλλά και την αισθητή ελάφρυνση του βάρους των κόκκινων δανείων.
Η απόφαση ειδικότερα στηρίζεται στα ακόλουθα:
- Ισχυρότερη των προβλέψεων μείωση του δημοσίου χρέους (χάρη και στον υψηλό πληθωρισμό), υψηλότερη ανάπτυξη, χαμηλό μέσο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, προσδοκία για πρωτογενή πλεονάσματα το 2023.
- Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχουν περιορίσει αισθητά το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων (κόκκινων) δανείων και έχουν ενισχύσει ουσιαστικά τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος
- Κινητοποίηση επενδύσεων και τόνωση της ανάκαμψης με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας
Οι προοπτικές ανάπτυξης
Ο οίκος υπολογίζει ότι φέτος η ελληνική οικονομία «τρέχει» με ρυθμούς 6%, έναντι προηγούμενης πρόβλεψης τον περασμένο Ιούνιο για ανάπτυξη 4,9%.
Παρόλα αυτά κατεβάζει απότομα τον πήχυ για την επόμενη χρονιά. Το 2023 εκτιμά ότι η Ελλάδα θα αναπτυχθεί με ρυθμούς 1,1% (έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για 2,1%), για να ανακάμψει ελαφρά στο 1,5% το 2024.
Όσον αφορά στον πληθωρισμό τον «βλέπει» στο 9,5% φέτος και σε αρκετά υψηλά επίπεδα (5,4%) την επόμενη χρονιά. Προβλέπεται να επιβραδυνθεί στο 2,4% το 2024.
Οι προκλήσεις
Γιατί η Ελλάδα δεν έχει πιάσει ακόμη την επενδυτική βαθμίδα;
Πρώτον, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας παραμένει πολύ αυξημένο – το δεύτερο υψηλότερο μεταξύ των χωρών που αξιολογεί η Scope, ύστερα από εκείνο της Ιαπωνίας.
Το υψηλό απόθεμα χρέους εκθέτει την Ελλάδα σε επανεκτιμήσεις κινδύνου της αγοράς συνδέονται με τη βιωσιμότητά του, ιδίως εάν δεν συμμετέχει κανονικά σε προγράμματα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ. Το spread των κρατικών ομολόγων Ελλάδας – Γερμανίας άνοιξε κάποια στιγμή μέσα στο 2022 έως και τις 302 μονάδες βάσης, για να περιοριστεί στη συνέχεια κοντά στις 202 μ.β.
Εν μέσω υψηλότερου κόστους αναχρηματοδότησης, οι καθαρές πληρωμές τόκων φαίνεται να αυξάνονται στο (ακόμα μέτριο) 8,7% των εσόδων της γενικής κυβέρνησης έως το 2027, από 5,0% στα χαμηλά του 2021. Αυτό σημαίνει ότι οι καθαρές πληρωμές τόκων επιστρέφουν το 2027 στο υψηλότερο από το 2012, παρόλο που ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ μειώνεται έως το 2027 στο χαμηλότερο από το 2012 αναδιάρθρωση χρέους.
Αν και η Scope αναμένει πρωτογενή πλεονάσματα τα επόμενα χρόνια, αβεβαιότητες όσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική έχουν αυξηθεί περαιτέρω μετά την έξοδο από την Ενισχυμένη Εποπτεία αλλά και καθώς πλησιάζουν οι εκλογές του 2023. Οποιαδήποτε εκλογική αβεβαιότητα ή/και μετεκλογική στροφή της δημοσιονομικής πολιτικής θα μπορούσε να δημιουργήσει οικονομικούς κινδύνους, προειδοποιεί ο οίκος.
Αγκάθι παραμένουν και τα κόκκινα δάνεια. Παρά την αισθητή μείωσή τους, ο δείκτης τους εξακολουθεί να είναι ο υψηλότερος στη ζώνη του ευρώ. Αυτά επιβαρύνουν την κερδοφορία των τραπεζών και τις ικανότητες των τραπεζών να στηρίζουν επενδύσεις.