Του Θάνου Τσίρου
Στην αυριανή συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στρέφονται τα βλέμματα, καθώς, εκτός από τις θέσεις που θα λάβει για την πορεία του πληθωρισμού, το ζητούμενο για την ελληνική κυβέρνηση είναι αν θα υπάρξουν ανακοινώσεις για το τι μέλλει γενέσθαι με την επαναγορά των ελληνικών ομολόγων και μετά το τέλος του προγράμματος PEPP.
Οι αποφάσεις της ΕΚΤ, ανεξαρτήτως του χρόνου που θα ληφθούν, είναι κομβικής σημασίας για τη διαχείριση του χρέους, καθώς εάν δοθεί ένα αρνητικό μήνυμα στις αγορές, θα αυξηθούν τα επιτόκια δανεισμού και συνεπώς το κόστος αναχρηματοδότησης του χρέους, ενώ με το θετικό σενάριο, της διατήρησης μιας «ειδικής σχέσης», οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων θα παραμείνουν σε χαμηλά επίπεδα.
Σημειώνεται πως η αβεβαιότητα σχετικά με τις αποφάσεις της ΕΚΤ για τη μεταχείριση των ελληνικών ομολόγων μετά τον Μάρτιο του 2022 ανάγκασε τον οίκο Moody’s να παγώσει την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας.
Προς το παρόν, η χώρα έχει διασφαλίσει το «ελάχιστο». Δηλαδή, το γεγονός ότι και μετά τη λήξη του προγράμματος PEPP -λογικά τον Μάρτιο του 2022- η ΕΚΤ θα αγοράζει μέσω των προγραμμάτων επαναγοράς ελληνικούς τίτλους, κάτι που από μόνο του διασφαλίζει -σύμφωνα με αρμόδιες πηγές- ολόκληρο το εκδοτικό πρόγραμμα της επόμενης χρονιάς και ενδεχομένως και των αρχών του 2023 συνολικού ύψους 10 δισ. ευρώ κατά μέσο όρο.
Το ζητούμενο για την ελληνική πλευρά είναι να υπάρξει μια καλύτερη εξέλιξη, ώστε οι αγορές να αισθανθούν ότι η κάλυψη της ΕΚΤ θα συνεχιστεί για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και ουσιαστικά για όσο χρόνο απαιτηθεί μέχρι να ανακτηθεί η επενδυτική βαθμίδα.
Το ενδεχόμενο να μην υπάρξουν αποφάσεις για το ελληνικό ζήτημα στην αυριανή συνεδρίαση είναι ανοικτό, αν και η ελληνική πλευρά -η οποία θέλει να υλοποιηθεί εμπροσθοβαρώς το πρόγραμμα δανεισμού και του 2022- θα ήθελε το ταχύτερο δυνατό να υπάρχει ξεκάθαρο τοπίο.
Ανεξάρτητα πάντως από το τι θα αποφασίσει η ΕΚΤ και το οποίο θα είναι το αποτέλεσμα των διαβουλεύσεων που συνεχίζονται, η ελληνική πλευρά θα επικεντρωθεί στο να δίνει «θετικά πιστωτικά γεγονότα» στις αγορές όλο το επόμενο χρονικό διάστημα, προκειμένου να έχουν και οι οίκοι αξιολόγησης το απαιτούμενο «υλικό» για να προχωρήσουν στην αναβάθμιση. Ως θετικό πιστωτικό γεγονός αντιμετωπίζεται και η ολοκλήρωση του προγράμματος ανταλλαγής ομολόγων (Bond swap) που ολοκληρώθηκε χθες.
Αν και η τελική «εκκαθάριση» θα γίνει στις 17 Δεκεμβρίου, ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους διασφάλισε αποδοχή 72,16% στην πρότασή του (όταν σε αντίστοιχες ενέργειες διεθνώς το ποσοστό κυμαίνεται από 40%-60%, όπως αναφέρει αρμόδια πηγή) και ουσιαστικά πρόωρη αποπληρωμή χρέους 1,1 δισ. ευρώ αλλά και επιμήκυνση (μέσω έκδοσης νέων ομολόγων) 1,84 δισ. ευρώ κατά περίπου 2,5 χρόνια. H προσπάθεια να υπάρξουν και άλλα θετικά πιστωτικά γεγονότα θα συνεχιστεί ακόμη και στις λίγες ημέρες που απομένουν μέχρι το τέλος του χρόνου.
Η μείωση του ονομαστικού ύψους του χρέους (ώστε σε συνδυασμό με τη μεγαλύτερη του αναμενομένου αύξηση του ΑΕΠ να βελτιώνεται και ο λόγος χρέος προς ΑΕΠ) είναι η κατεύθυνση που έχει δοθεί και προς τα εκεί αναμένεται να οδηγήσουν οι επόμενες ενέργειες. Είναι δε πιθανό να υπάρξουν το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα και άλλες ενέργειες πέραν των ήδη δρομολογημένων πρόωρων αποπληρωμών των οφειλών προς το ΔΝΤ, αλλά και μέρους των διμερών δανείων (σ.σ.: των λεγόμενων GLF).
Το Bond Swap
Πρόωρη αποπληρωμή χρέους συνολικού ύψους περίπου 1,1 δισ. ευρώ προκαλεί η σημαντική ανταπόκριση που παρατηρήθηκε στο πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων (Bond Swap) που είχαν απομείνει σε «κυκλοφορία» στο πλαίσιο του PSI του 2012. Επίσης, προχωρούν ανταλλαγές ομολόγων συνολικού ύψους 1,841 δισ. ευρώ, μέσω των οποίων διασφαλίζεται περαιτέρω επιμήκυνση της καμπύλης αποπληρωμής του χρέους. Συνολικά, το πρόγραμμα ανταλλαγής που είχε ανακοινωθεί από την περασμένη εβδομάδα αφορούσε ανταλλαγή ή πρόωρη αποπληρωμή ομολόγων συνολικού ύψους 4,05 δισ. ευρώ, με την ανταπόκριση να φτάνει τελικώς στα 2,92 δισ. ευρώ. Η ανταπόκριση, δηλαδή, φτάνει στο ποσοστό του 72,16%, όπως αναφέρεται και στη σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους. Για την εξαγορά του 1,1 δισ. ευρώ θα καταβληθούν μετρητά, ενώ για την ανταλλαγή θα εκδοθούν τέσσερα νέα ομόλογα με λήξεις από το 2027 έως το 2037.