Την ώρα που η παγκόσμια οικονομία επιβραδύνει σημαντικά, με την ευρωζώνη μάλιστα να εκτιμάται πως εισέρχεται σε ύφεση από το τέλος του έτους, η ελληνική οικονομία μετά από 12 χρόνια περιπέτειας βγήκε από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας και κάνει θερινό άλμα με τη στήριξη κυρίως των τουριστικών εσόδων, τα οποία εφέτος αναμένεται να προσεγγίσουν τα 20 δισ. ευρώ, ξεπερνώντας αυτά του 2019 (18,6 δισ. ευρώ), προβλέπεται πως θα αναπτυχθεί το 2022 με ρυθμό 5%-6%, ξεπερνώντας έτσι και τις επίσημες προβλέψεις του οικονομικού επιτελείου.
Χρονιά-ρεκόρ
Ο οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, Αλέξης Πατέλης, παραδέχθηκε εξάλλου σε συνέντευξή του στην τηλεόραση του Bloomberg, την περασμένη Παρασκευή, πως ο ρυθμός ανάπτυξης εφέτος πιθανότατα θα ξεπεράσει την τρέχουσα πρόβλεψη της κυβέρνησης χάρη στην καλύτερη της αναμενομένης απόδοση του τουρισμού, καθώς διανύουμε μια τουριστική χρονιά-ρεκόρ, ενώ σε ορισμένες περιοχές έχουν ξεπεραστεί ακόμη και τα επίπεδα του 2019.
«Η κυβέρνηση είναι πάντα λίγο συντηρητική στην πρόβλεψή της για τον ρυθμό ανάπτυξης, ωστόσο πιστεύουμε ότι τελικά (σ.σ. η ανάπτυξη) θα υπερβεί την επίσημη πρόβλεψή μας για το 2022» ανέφερε.
Η ελληνική οικονομία βασίζεται εξάλλου περισσότερο στις υπηρεσίες σε σχέση με την παραγωγή και γι’ αυτό είναι περισσότερο προστατευμένη από την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας. Σύμφωνα με τον ίδιο, τα φορολογικά έσοδα κινούνται πολύ καλύτερα του αναμενομένου (στο 7μηνο η υπέρβαση του στόχου έφτασε τα 5,1 δισ. ευρώ), ενώ στόχος για εφέτος είναι το πρωτογενές έλλειμα να κυμανθεί στο 2% του ΑΕΠ και το 2023 θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος.
Σταθερότητα
Για τον ίδιο, είναι πολύ σημαντικό να διατηρηθεί η αξιοπιστία της χώρας, ενώ τα όποια δημοσιονομικά μέτρα στήριξης θα πρέπει να είναι μετρημένα και στοχευμένα, με τον πρωθυπουργό να αποφασίζει και να τα ανακοινώνει τελικά στις αρχές Σεπτεμβρίου. Οπως ανέφερε, ένα από τα δυνατά σημεία της Ελλάδας είναι η πολιτική σταθερότητα, σημειώνοντας πως η χώρα προσβλέπει στην ανάκτηση της «επενδυτικής βαθμίδας», κάτι που τοποθετείται χρονικά για την άνοιξη του 2023.
Παράλληλα, αναμένεται να προχωρήσει και η αναμόρφωση της κεφαλαιαγοράς, ενώ προβλέπεται μεσοπρόθεσμα να διατεθούν και τα μερίδια που κατέχει το ΤΧΣ στις τράπεζες. Να σημειωθεί πως η χώρα κατάφερε να προσελκύσει το τελευταίο 12μηνο ξένες άμεσες επενδύσεις συνολικής αξίας 7 δισ. ευρώ, ενώ μια ακόμη μεγάλη επένδυση εκτιμάται πως θα ανακοινωθεί σχετικά σύντομα.
Ροές κεφαλαίων
Την ίδια ώρα, μόνο το 2022, οι ροές κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης θα ξεπεράσουν το 2% του ΑΕΠ, ενώ συνολικά την επόμενη πενταετία θα λάβουν χώρα επενδύσεις 80 δισ. περίπου (30-31 δισ. θα διατεθούν μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, επιπλέον 22-23 δισ. μέσω του νέου ΕΣΠΑ, ενώ υπάρχει και το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης), ενώ ταυτόχρονα έχουν αυξηθεί και οι ιδιωτικές επενδύσεις.
Παράλληλα, μια σημαντική παράμετρος μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας αποτελεί το γεγονός πως έχει καταστεί σταδιακά πιο εξωστρεφής και εξαγωγική, αφού το μερίδιο των εξαγωγών στο ΑΕΠ της χώρας από το 20% πριν από την κρίση χρέους (το 2010) ανήλθε πλέον στο 40%.
Να σημειωθεί πως το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών συρρικνώθηκε τον Ιούνιο σε σχέση με τον ίδιο μήνα πέρυσι χάρη στα αυξημένα τουριστικά έσοδα, όπως ανακοίνωσε την Παρασκευή η Τράπεζα της Ελλάδος.
Μέτρα στήριξης
Από την άλλη πλευρά, η ένταση της ενεργειακής κρίσης και η πορεία των τιμών θα καθορίσουν και το εύρος του δημοσιονομικού χώρου, αν και αναμένεται ο πρωθυπουργός να εξειδικεύσει τον ερχόμενο μήνα στη ΔΕΘ νέα μέτρα στήριξης των καταναλωτών για τους επόμενους μήνες.
Ορισμένοι οικονομολόγοι εκτιμούσαν πως έχοντας ψηφίσει τον Απρίλιο συμπληρωματικό προϋπολογισμό ύψους 2,6 δισ. ευρώ η κυβέρνηση ετοιμάζεται τώρα για δεύτερο συμπληρωματικό προϋπολογισμό 2 δισ. για τον ίδιο σκοπό, την ώρα όμως που ο χειμώνας θα είναι δύσκολος για όλη την Ευρώπη και οι δημοσιονομικές προοπτικές δυσοίωνες ιδιαίτερα για την Ελλάδα.
Παρ’ όλο που η γενική ρήτρα διαφυγής από τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ θα ισχύσει και το 2023, τα κράτη-μέλη με υψηλό χρέος, όπως η Ελλάδα, υποχρεούνται να πετύχουν πρωτογενή πλεονάσματα, κάτι που θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο όταν μειωθεί ο πληθωρισμός και κλείσει το παραγωγικό κενό, την ώρα που η οικονομία της ευρωζώνης εισέρχεται σε ύφεση και οι τιμές της ενέργειας παραμένουν υψηλές, ενώ η χώρα εισέρχεται και σε εκλογική χρονιά.
in.gr