Γράφει ο Κώστας Παπαδής
Προς «πάγωμα» οδεύει ο κατώτατος μισθός το 2021, ενώ αναμένεται συμβολική αύξηση στα όρια του πληθωρισμού για το 2022 και «ουσιαστική αύξηση» το 2023, μετά από νέα διαδικασία αναπροσαρμογής του μισθού, η οποία θα γίνει εντός του επομένου έτους.
Προς αυτή τη κατεύθυνση – όπως ανέφερε ο Ο.Τ. στις 22.05.21 – κινούνται οι απόψεις τόσο των εργοδοτικών οργανώσεων, όσο και της κυβέρνησης, η οποία σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας δεν «έχει ενεργό ρόλο», αλλά κατά την ολοκλήρωσή της, είναι αυτή που λαμβάνει την τελική απόφαση.
Σήμερα – καθώς ολοκληρώθηκαν οι εκθέσεις των θέσεων των κοινωνικών εταίρων για την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού – έχει προγραμματισθεί – ηλεκτρονικά – προφορική διαβούλευση όλων των εκπροσώπων των κοινωνικών εταίρων, προκειμένου να εκφράσουν τις θέσεις τους. Η διαβούλευση θα γίνει υπό τον συντονισμό του προέδρου του ΟΜΕΔ και με την συμμετοχή των επικεφαλείς της ΓΣΕΕ, του ΣΕΒ, της ΓΣΕΒΕΕ, της ΕΣΕΕ του ΣΕΤΕ και του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος.
Μετά την ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας η τριμελής επιτροπή σε συνεργασία με πέντε ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες σε θέματα οικονομίας και κυρίως οικονομίας της εργασίας, κοινωνικής πολιτικής καθώς και εργασιακών σχέσεων, θα συντάξει το Σχέδιο του Πορίσματος Διαβούλευσης το οποίο ολοκληρώνεται το αργότερο μέχρι το τέλος Ιουνίου και υποβάλλεται στον υπουργό Οικονομικών και τον υπουργό Εργασίας. Ακολούθως, μέχρι τέλος Ιουλίου ο υπουργός Εργασίας, θα πρέπει να εισηγηθεί στο υπουργικό Συμβούλιο, τον νέο κατώτατο μισθό.
Σύμφωνα με πληροφορίες ουδείς από τους παράγοντες που συμμετέχουν της διαδικασίας – πλην της ΓΣΕΕ -, δεν πιστεύει ότι υπάρχουν περιθώρια για ουσιαστική μεταβολή του μισθού. Ενδεικτικές αυτού είναι οι θέσεις των επιστημονικών φορέων και ιδιαίτερα αυτών που εκπροσωπούν τις θέσεις των κοινωνικών εταίρων.
Συγκεκριμένα, η Τράπεζα της Ελλάδας εκτιμά ότι δεν υπάρχει περιθώριο για μια αύξηση των κατώτατων μισθών και ημερομισθίων το 2021, ενώ το ΚΕΠΕ επισημαίνει πως η όποια απόφαση για αναπροσαρμογή δεν θα πρέπει να αιφνιδιάσει. Το ΙΟΒΕ τονίζει πως δεν είναι σκόπιμο να γίνουν αλλαγές στο επίπεδο του κατώτατο μισθού και το ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ σημειώνει πως προτεραιότητα έχει η λήψη μέτρων στήριξης των επιχειρήσεων που επλήγησαν από την πανδημία.
Το ΙΝΕΜΥ/ΕΣΕΕ αναφέρεται στις ισχυρές αναταράξεις που ήδη αντιμετωπίζει η επιχειρηματικότητα και που θα συνεχίσουν να υφίσταται το επόμενο διάστημα. Ενώ αντίθετο σε αυξήσεις μισθών είναι και το Ινστιτούτο του ΣΕΤΕ. Το Εθνικό Ινστιτούτου Εργασίας (ΕΙΕΑΔ) διατυπώνει δύο σενάρια: προβλέπει «πάγωμα» του κατώτατου μισθού ή χαμηλή αύξηση της τάξεως του 1,5%.
Αντιθέτως, το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ υποστηρίζει την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ εντός του 2021. Πρόκειται για το ύψος στο οποίο ήταν ο κατώτατος μισθός πριν την μείωση του 2012.
Οι κυβερνητικές θέσεις
«Κρατείστε μικρό καλάθι», αναφέρουν χαρακτηριστικά προς τον Ο.Τ. παράγοντες του υπουργείου Εργασίας, προσθέτοντας ότι «δεν θα πρέπει να περιμένουμε σημαντικές βελτιώσεις» καθώς «οι επιλογές είναι περιορισμένες λόγω της κρίσης».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών, ο οποίος σημειώνει ότι «προέχει η ανάκαμψη της οικονομίας και η επάνοδος του αναπτυξιακού κύκλου». Μάλιστα, προσδιόριζε τα χρονικά περιθώρια ουσιαστικής βελτίωσης των επιπέδων του κατώτατου μισθού στις αρχές του 2023. «Για το τρέχον έτος και το επόμενο (2022) θα πρέπει να υπάρξει αυτοσυγκράτηση», τονίζει.
Το Φεβρουάριο του 2022 και αφού θα έχουν φανεί τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης της οικονομίας, θα εκκινήσει – εκ νέου – η διαδικασία, προκειμένου το καλοκαίρι του 2022 να ολοκληρωθεί και να συμφωνηθεί «μια ουσιαστική βελτίωση του μισθού», η οποία θα ανταποκρίνεται στην «αυξημένη δυναμική της οικονομίας και στην ανάκαμψη της αγοράς».
Ο νέος αυτός μισθός θα ισχύσει από το 2023. «Του χρόνου θα υπάρχουν περισσότερες δυνατότητες και επιλογές» σημειώνουν χαρακτηριστικά στο υπουργείο Εργασίας.
Πηγή: ΟΤ