Μια φορά την εβδομάδα η Ζανίν Βέγιεκμανς και άλλοι εθελοντές δίνουν τρόφιμα σε περίπου 150 οικογένειες. Η πρόεδρος αυτής της τράπεζας τροφίμων που λειτουργεί σε μία προτεσταντική εκκλησία στην περιοχή Λέκεν στις Βρυξέλλες, γνωρίζει ότι οι άνθρωποι που έρχονται εκεί δεν έχουν άλλη επιλογή.
Πολλές οικογένειες μαζεύονται για να πάρουν ό,τι τους προσφέρουν οι εθελοντές: ψωμί, σάλτσες, λαχανικά, σακούλες με πατατάκια και κουτιά με γλυκά. Υπάρχει επίσης ανθρακούχο νερό, φρούτα και λάδι. Σε ένα μεγάλο ψυγείο υπάρχει κρέας.
Σε αντίθεση με τα σούπερ μάρκετ, οι άνθρωποι δεν πληρώνουν, όμως δεν μπορούν να επιλέξουν από τα ράφια όλα όσα θέλουν. Ο κόσμος βρίσκει μονάχα όσα προϊόντα έχουν δοθεί από τα σούπερ μάρκετ. Σε ορισμένα από τα προϊόντα η ημερομηνία λήξης έχει παρέλθει, σε άλλα όχι. Μεταξύ των προϊόντων υπάρχουν και κάποια, όπως το λάδι ή το αλεύρι, που έχουν πληρωθεί μέσω ενός προγράμματος της Ε.Ε.
Οι άνθρωποι έρχονται εδώ για διάφορους λόγους, λέει η Ζανίν Βέγιεκμανς στην DW. Κάποιοι είναι δικαιούχοι παροχών κοινωνικής πρόνοιας, άλλοι έχουν χρέη, ενώ ορισμένοι περιμένουν να πάρουν τα χαρτιά τους και δεν μπορούν να εργαστούν στο μεταξύ. Η Βέγιεκμανς επισημαίνει ότι γίνονται έλεγχοι, ώστε να διαπιστώνεται πως οι άνθρωποι που έρχονται εδώ το έχουν πραγματικά ανάγκη. Αλλά ποτέ δεν θα έδιωχναν κάποιον χωρίς φαγητό, προσθέτει. Κάθε Πέμπτη τα ψώνια μοιράζονται στους απόρους. Μερικοί από τους ανθρώπους που έρχονται εδώ ζουν με ό,τι έχουν από Πέμπτη σε Πέμπτη, εξηγεί η Βέγιεκμανς.
Στην ευρύτερη περιοχή της βελγικής πρωτεύουσας υπάρχουν περίπου 140 τράπεζες τροφίμων. Η δε τράπεζα τροφίμων των Βρυξελλών και του Μπράμπαντ παρέχει 5 εκατομμύρια κιλά τροφίμων σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς κάθε χρόνο, όπως δηλώνει ο πρόεδρος Λουκ Ρόγκε στην DW. Η περιφερειακή τράπεζα τροφίμων μεσολαβεί για τις δωρεές τροφίμων από τα σούπερ μάρκετ προς τις τράπεζες τροφίμων και μοιράζει τρόφιμα που πληρώνονται από το πρόγραμμα της Ε.Ε. για τους άπορους (FEAD). Αυτό αποτελεί περίπου το 40% του ετήσιου συνόλου.
Σχέδια για υποχρεωτικές δωρεές τροφίμων
Η Eurostat εκτιμά ότι περίπου το 10% του συνόλου των τροφίμων που διατίθενται στους καταναλωτές της Ε.Ε. καταλήγει στα σκουπίδια. Το 2020 ο αριθμός αυτός ανήλθε σχεδόν σε 59 εκατομμύρια τόνους. Την ίδια στιγμή 32,6 εκατομμύρια άνθρωποι στην Ευρώπη δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να καταναλώνουν ένα ποιοτικό γεύμα κάθε δεύτερη μέρα.
Στην περιοχή των Βρυξελλών ο περιφερειακός υπουργός Αλέν Μαρόν υποστηρίζει ότι υπάρχουν 70.000 άνθρωποι που βασίζονται στις τράπεζες τροφίμων. Από το 2024 θέλει να υποχρεώσει τα καταστήματα με έκταση άνω των 1.000 τετραγωνικών μέτρων να δωρίζουν τα απούλητα – αλλά ακόμη καταναλώσιμα – τρόφιμα. Το σχέδιο νόμου έγινε αποδεκτό σε πρώτη φάση και τώρα ξεκινούν οι διαβουλεύσεις για τη θέσπισή του.
Κατά τον Χανς Κάρντυν, εκπρόσωπο της βελγικής ένωσης λιανικού εμπορίου Comeos, τα σούπερ μάρκετ στο Βέλγιο κάνουν ήδη πολλές δωρεές. Ο ίδιος εκτιμά ότι ο νέος νόμος θα είναι εις βάρος των πελατών, οι οποίοι δεν θα επωφελούνται πλέον από τις μειωμένες τιμές των προϊόντων που πλησιάζουν στην ημερομηνία λήξης. Ένα άλλο πρόβλημα, σύμφωνα με την Κάρντυν, είναι ότι η υποχρεωτικότητα θα ισχύει μόνο για καταστήματα άνω των 1.000 τετραγωνικών μέτρων.
Τι ισχύει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες;
Το Βέλγιο δεν είναι η πρώτη χώρα που θέλει να ρυθμίσει νομοθετικά τις δωρεές τροφίμων από τα σούπερ μάρκετ. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Τραπεζών Τροφίμων (FEBA), η οποία εκπροσωπεί 351 τράπεζες τροφίμων σε 30 χώρες, υπάρχουν τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις. Ορισμένες χώρες, όπως η Γαλλία, υποχρεώνουν τους εμπόρους λιανικής πώλησης να υπογράψουν συμφωνίες για δωρεές τροφίμων σε οργανώσεις επισιτιστικής βοήθειας. Άλλες χώρες, όπως η Ιταλία, επιλέγουν φορολογικά κίνητρα ή απλοποιούν τις διοικητικές διαδικασίες, λέει η Άνγκελα Φρίγκο, Γενική Γραμματέας της FEBA.
Αλλάζει η κατάσταση για τις τράπεζες τροφίμων μέσω τέτοιου είδους νόμων; Η ένωση απαντά ότι «σε άλλες χώρες έχει παρατηρηθεί αύξηση και σε άλλες μείωση της ποσότητας των δωρεών τροφίμων». Ωστόσο, η κύρια αλλαγή ήταν ότι «οι δωρεές τροφίμων τράβηξαν περισσότερο την προσοχή και ενισχύθηκε ο διάλογος μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων μερών».
Είναι ορθή η υποχρεωτικότητα;
Ο Πολ Μίλμπερν, κοινωνικός γεωγράφος στο Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ, εξηγεί στην DW ότι, παρ’ όλο που «κάθε τι είναι μία βοήθεια παραπάνω», καμία από αυτές τις πρωτοβουλίες δεν αντιμετωπίζει το μεγαλύτερο ερώτημα του γιατί υπάρχει σπατάλη τροφίμων. Εκείνος πιστεύει ότι το μοντέλο λιανικής πώλησης των σούπερ μάρκετ περιλαμβάνει ένα στοιχείο πλεονάσματος και ότι η υπερπαραγωγή τροφίμων δεν περιορίζεται.
Τα απορρίμματα τροφίμων δεν προέρχονται μόνο από τα σούπερ μάρκετ. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πάνω από το 50% των απορριμμάτων τροφίμων προέρχεται από τα νοικοκυριά. Μέχρι το 2030 η Ε.Ε. θέλει να θεσπίσει νομικά δεσμευτικούς στόχους για τη μείωση των αποβλήτων τροφίμων. Τον Ιούλιο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε τη μείωση των απορριμμάτων τροφίμων κατά 10% στη μεταποίηση και την παραγωγή και κατά 30% κατά κεφαλήν στο λιανικό εμπόριο και την κατανάλωση. Ωστόσο οι προτάσεις αυτές πρέπει να συζητηθούν ακόμη από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη-μέλη.
Εναλλακτικοί τρόποι αντιμετώπισης
Ο Μίλμπερν κρίνει πως είναι προβληματικό να χρησιμοποιούνται τα απορρίμματα τροφίμων για τη σίτιση ανθρώπων με χαμηλό εισόδημα και ότι υπάρχουν καλύτερα μοντέλα για την παροχή τροφίμων από τις τράπεζες τροφίμων, οι οποίες φέρουν και ένα κοινωνικό στίγμα. Ως ένα από αυτά αναφέρει το μοντέλο των κοινοτικών καταστημάτων τροφίμων, το οποίο αναπτύσσεται στο Ηνωμένο Βασίλειο. Σε αυτό το μοντέλο οι άνθρωποι «συνασπίζονται» και αγοράζουν τρόφιμα με μειωμένο κόστος, μεταφέροντας τις μειώσεις στα μέλη τους – όπως σε έναν συνεταιρισμό. Το όφελος είναι πως άτομα με χαμηλά εισοδήματα αποκτούν πρόσβαση σε μία ποικιλία τροφίμων υψηλής ποιότητας. Ο Μίλμπερν τονίζει ότι πρέπει να αλλάξει όλη η προσέγγιση απέναντι στο φαγητό και αυτό να θεωρηθεί δικαίωμα.
Πηγή: Deutsche Welle