«Το μόνο που περιμένουν εναγωνίως οι επενδυτές, οι οικονομολόγοι και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, είναι ο τόνος της ομιλίας της Λαγκάρντ», τονίζουν οι ίδιες πηγές και εξηγούν: «Περιμένουμε να δούμε αν θα υπάρχουν σημάδια μιας πιο επιθετικής χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής ή όχι». Προσθέτουν πάντως ότι «η πρόεδρος της ΕΚΤ θα αφήσει όλες τις επιλογές ανοικτές».
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, «η συναίνεση της αγοράς για νέες αυξήσεις των επιτοκίων μετά τον Ιούλιο, δεν είναι πλέον σταθερή αφού ορισμένα «γεράκια» υποστήριξαν ότι η άνοδος τον Σεπτέμβριο δεν είναι βέβαιη , επομένως η ΕΚΤ θα μπορούσε να γίνει πιο προσεκτική στις προβλέψεις της, που θα εξαρτώνται από τα δεδομένα», τονίζουν στη «Ν» οι ίδιες πηγές.
Ορισμένοι αναλυτές αναμένουν ότι η ΕΚΤ θα σταματήσει την πορεία των αυξήσεων τον Σεπτέμβριο, εφόσον οι επικαιροποιημένες προβλέψεις των ειδικών της , δείξουν ότι τα πράγματα πάνε καλά. «Δεν θα εκπλαγούμε αν η ΕΚΤ βάλει φρένο τότε και αυξήσει και πάλι αργότερα τα επιτόκια αν χρειαστεί, όπως έκανε η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Ωστόσο, οι χρηματαγορές προεξοφλούν νέα άνοδο μετά τον Ιούλιο, υποδηλώνοντας ότι τα επιτόκια θα κορυφωθούν γύρω στο 4,50%», αναφέρουν οι ίδιες πηγές
«Κυνήγι» στην ύφεση
«Η ΕΚΤ δεν μπορεί να αγνοήσει βέβαια τον κίνδυνο της ύφεσης στην ευρωζώνη», τονίζουν οι ευρωπαϊκές τραπεζικές πηγές στη «Ν» και προσθέτουν : «Θα συνεχιστεί το κυνήγι στην ύφεση». Ορισμένες χώρες όπως η Ιταλία, η Ελλάδα και η Ισπανία φοβούνται ότι η νομισματική σύσφιξη θα επιβαρύνει την οικονομία τους.
«Η άσκηση της ΕΚΤ είναι εξαιρετικά περίπλοκη γιατί κανείς δεν μπορεί να πει σε ποιο επίπεδο θα είναι ο πληθωρισμός πέραν των τριών μηνών», λέει ο Κρίστοφερ Ντέμπικ, διευθυντής μακροοικονομικής έρευνας στη Saxo Bank. « Η κατάσταση της οικονομίας είναι πιο δύσκολο να προβλεφθεί, ακόμη και σε έξι μήνες», προσθέτει.
«Η Λαγκάρντ θα τονίσει την αβεβαιότητα και τις προϋποθέσεις, αν κάνει και πάλι νύξη για περαιτέρω αυστηροποίηση», τονίζει και ο Μασιμιλιάνο Μαξία, ανώτερος αναλυτής στην Allianz Global Investors. Η ΕΚΤ «θα προχωρήσει ξανά σε νέα αύξηση και οποιαδήποτε άλλη απόφαση θα ήταν μεγάλη έκπληξη »,λέει ο Πήτερ Σάφρικ ,στρατηγικός αναλυτής της RBC Capital Markets.
Τα επιτόκια στην ευρωζώνης αυξήθηκαν κατά 400 μονάδες βάσης σε 12 μήνες , φθάνοντας στο 4,00%, το υψηλότερο των τελευταίων 22 ετών . Αλλά ,ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη απέχει πολύ ακόμη από τον στόχο του 2%, της κεντρικής τράπεζας, ενώ την ίδια ώρα ο δείκτης PMI για την Ευρωζώνη και οι βασικές της οικονομίες -Γερμανία και Γαλλία- κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου . Με την ελπίδα να επηρεάσουν τη ρητορική της κεντρικής τράπεζας στο όνομα της μεγαλύτερης σύνεσης.
Πίσω από τις ΗΠΑ
Χθες, η Fed επέστρεψε πάντως για να αυξήσει το κόστος του χρήματος μετά το διάλειμμα του Ιουνίου. Με μια άλλη αύξηση 25 μονάδων βάσης, ο πρόεδρος της Fed , Τζερόμ Πάουελ προειδοποίησε ότι πρέπει να συνεχιστεί η ημιτελής μέχρι σήμερα μάχη κατά του πληθωρισμού.
«Η ΕΚΤ ξεκίνησε τον κύκλο της αύξησης των επιτοκίων λίγους μήνες αργότερα από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, χρειάζονται γενικά 9 -18 μήνες για να δούμε τον αντίκτυπο των αυξήσεων στην οικονομία. Αυτό εξηγεί γιατί υπάρχει ήδη υστέρηση στον αντίκτυπο της νομισματικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ σε σύγκριση με τις Ηνωμένες Πολιτείες», τονίζουν στη «Ν», τραπεζικές πηγές. «Στις Ηνωμένες Πολιτείες υπάρχει επίσης μια ενοποιημένη δομή μεταξύ των πολιτειών ,ενώ από την ευρωπαϊκή πλευρά η ΕΚΤ έχει να αντιμετωπίσει τα 27 κράτη μέλη, καθένα από τα οποία έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες. Συνεπώς, αυτό περιπλέκει το έργο της ΕΚΤ να ασκεί τη νομισματική της πολιτική.
Έλλειψη ηγεσίας
Το βασικό ζήτημα –τονίζουν οι ίδιες πηγές- είναι ότι ακόμη και αν τα επιτόκια ήταν χαμηλότερα, η συνολική εμπιστοσύνη δεν θα ανακάμψει. Δεν αρκεί να περικοπούν κατά μισή μονάδα για να δούμε τη ζήτηση για δάνεια και τον αριθμό των παραγωγικών επενδύσεων να αυξάνονται: χρειάζεται αισιοδοξία για το μέλλον. Και το μόνο πραγματικό εργαλείο που ήταν πάντα ικανό να απομακρύνει τα σύννεφα της απαισιοδοξίας είναι η δημοσιονομική πολιτική.
Αυτό το πράγμα είναι γνωστό στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ στην Ευρώπη δεν ήταν ποτέ από το 2011 που εισήχθη το δημοσιονομικό σύμφωνο και αυτό πρέπει να μας ανησυχεί.
Τώρα χρειαζόμαστε βραχυπρόθεσμα λύσεις και δεν τις βλέπουμε λόγω έλλειψης ηγεσίας.
Υπάρχει έλλειψη ηγεσίας στην ΕΕ: σκεφτείτε απλώς το τεράστιο σχέδιο αντιμετώπισης του πληθωρισμού (IRA) στις Ηνωμένες Πολιτείες ,που μιλά για ανάπτυξη και προϋποθέτει έλλειμμα για να το χρηματοδοτήσει γύρω στις 8 – 10% του ΑΕΠ μέχρι το 2030. Η Ευρωζώνη περιορίζεται πάντα στο να σκέφτεται το έλλειμμα στο 3%, για να συνειδητοποιήσει κανείς τη διαφορά στις φιλοδοξίες και επομένως στα πολιτικά επιτεύξιμα αποτελέσματα».
Μιχάλης Ψύλος • [email protected]