Κριτική στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για τα υψηλά επιτόκια, άσκησε η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι κάνοντας λόγο για «απλοϊκή συνταγή» που δεν θεωρείται από πολλούς ότι είναι ο σωστός δρόμος.
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ έχει προχωρήσει σε επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων σε μια προσπάθεια να ακακόψει τις αυξήσεις των τιμών και να θέσει υπό έλεγχο την πορεία του πληθωρισμού. Η ΕΚΤ έχει ήδη αυξήσει τα επιτόκια κατά 400 μονάδες βάσης από τον περασμένο Ιούλιο, σε μια άνευ προηγουμένου πορεία σύσφιξης. Νέα αύξηση τον επόμενο μήνα θεωρείται σχεδόν σίγουρη.
Το τι θα συμβεί μετά είναι ακόμα ανοιχτό, αν και ορισμένοι αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι είναι αναπόφευκτες περαιτέρω αυξήσεις μετά τις καλοκαιρινές διακοπές. Πάντως σε χθεσινή της τοποθέτηση η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ υπογράμμισε ότι ο πληθωρισμός παραμένει πολύ υψηλός και αναμένονται νέες αυξήσεις επιτοκίων.
Μιλώντας στο κοινοβούλιο την Τετάρτη, η Μελόνι ανέφερε ότι «δεν μπορεί να αγνοηθεί ότι η διαρκής αύξηση των επιτοκίων απειλεί να βλάψει τις οικονομίες μας περισσότερο παρά να μειώσει τον πληθωρισμό, καθιστώντας τη μια θεραπεία που κάνει περισσότερο κακό παρά καλό».
Αντίστοιχα σχόλια είχε κάνει μία μέρα νωρίτερα ο αντιπρόεδρος της ιταλικής κυβέρνησης Ματέο Σαλβίνι, ο οποίος χαρακτήρισε την προοπτική περαιτέρω σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής τον επόμενο μήνα «ανόητη και επικίνδυνη». Ο Αντόνιο Ταγιάνι, άλλος αντιπρόεδρος της Ιταλίας, δήλωσε επίσης ότι η ΕΚΤ ρισκάρει να προκαλέσει ύφεση στην οικονομία.
Η τοποθέτηση της Μελόνι έρχεται σε μια ευαίσθητη στιγμή για την Ιταλία μετά τον διορισμό του αξιωματούχου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Φάμπιο Πανέτα στη θέση του διοικητή της Τράπεζας της Ιταλίας, για να διαδεχθεί τον Ιγνάσιο Βίσκο.
Αυτή η κίνηση θα μπορούσε να θέσει το ερώτημα εάν η χώρα μπορεί να διατηρήσει τη θέση της στην Εκτελεστική Επιτροπή της ΕΚΤ, όπως ίσχυε μέχρι τώρα στην Ευρωζώνη.
Μειωμένος ο πληθωρισμός
Ο πληθωρισμός στην Ιταλία επιβραδύνθηκε στο 6,7% τον Ιούνιο από 8%. Πρόκειται για σημαντική επιβράδυνση σε σύγκριση με ό,τι αναμενόταν για μεγάλο μέρος της ζώνης του ευρώ, αν και εξακολουθεί να είναι πολύ πάνω από τον στόχο του 2% της κεντρικής τράπεζας.