Κύπρος και Αίγυπτος διατρέχουν σήμερα τους πιο άμεσους πιστωτικούς κίνδυνους, από άλλες χώρες, τις οποίες αξιολογεί ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Scope Ratings, λόγω της σύγκρουσης Ισραήλ – Χαμάς, σύμφωνα με τον γερμανικό οίκο.
Ειδικότερα, σε έκθεση του, με τίτλο «Οι επιθέσεις της Χαμάς δοκιμάζουν την οικονομική ανθεκτικότητα του Ισραήλ – προσθέτουν κινδύνους για την περιφερειακή σταθερότητα, την παγκόσμια ανάπτυξη», ο γερμανικός οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης αναφέρει ότι προς το παρόν, τους πιο άμεσους πιστωτικούς κίνδυνους από τα κράτη που αξιολογεί αντιμετωπίζουν η Αίγυπτος (Β-/αρνητική προοπτική), η οποία υφίσταται μεγάλες πιέσεις και έχει κοινά σύνορα με την Γάζα, η οποία ελέγχεται από τη Χαμάς, καθώς και η Κύπρος (ΒΒΒ/σταθερή), «η οποία εξαρτάται από το Ισραήλ για τις προμήθειες πετρελαίου και φυσικού αερίου».
Από την άλλη πλευρά, προσθέτει ο οίκος, η Τουρκία (αξιολόγηση σε ξένο νόμισμα: B-/αρνητικό) μπορεί να δει την περιφερειακή της επιρροή να αυξάνεται καθώς προσπαθεί να προωθήσει τη σταθερότητα, ενεργώντας με παρόμοιο τρόπο που ενήργησε στο πλαίσιο του πολέμου Ρωσίας – Ουκρανία.
Σύμφωνα με τον Scope, σε ένα δυσμενές σενάριο, κατά το οποίο η κλιμάκωση της ισραηλινο–παλαιστινιακής σύγκρουσης σε περιφερειακό επίπεδο θα έχει ως αποτέλεσμα οι τιμές του πετρελαίου να ξεπεράσουν τα 100 δολάρια το βαρέλι (σε σύγκριση με την τιμή του αργού τύπου Μπρεντ που σήμερα διαπραγματεύεται γύρω στα 88 δολάρια το βαρέλι), θα αυξηθούν οι ανησυχίες για τις προοπτικές του πληθωρισμού, παγκοσμίως, και για την αντίδραση των Κεντρικών Τραπεζών.
«Αυτό θα μπορούσε να έχει αρνητικές επιπτώσεις, μεσοπρόθεσμα, στην οικονομική ανάπτυξη και στις αξιολογήσεις των κρατών, πέραν του Ισραήλ», υπογραμμίζει.
Αβεβαιότητα για αγορές πετρελαίου, πληθωρισμό και ανάπτυξη
Ο Scope αναφέρει ότι η επιστροφή της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης στο επίκεντρο της πολιτικής της Μέσης Ανατολής εγείρει ανησυχίες σχετικά με τις πιθανές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στις τιμές του πετρελαίου.
Αναφέρει επίσης ότι η αύξηση των γεωπολιτικών εντάσεων ενδέχεται να εμποδίσουν τη δυνατότητα εξομάλυνσης των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και του Ισραήλ.
Μια ιστορική συμφωνία μεταξύ των δύο κρατών «θα μπορούσε ενδεχομένως να θεωρηθεί ως μια μεγάλη νίκη στην εξωτερική πολιτική για τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Τζόν Μπάιντεν, ενόψει των εκλογών του επόμενου έτους», προσθέτει.
Ωστόσο, ο γερμανικός οίκος αναφέρει ότι υπάρχει ο κίνδυνος η σύγκρουση Ισραήλ-Γάζας να επεκταθεί και σε άλλα μέρη της Μέσης Ανατολής, καθώς το Ιράν είναι ο κύριος χορηγός της Χαμάς και της Χεζμπολάχ, στο Λίβανο.
Γενικότερα, ο Scope αναφέρει ότι οι πετρελαιοπαραγωγές χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής συγκαταλέγονται μεταξύ των χωρών με τις μεγαλύτερες δαπάνες σε όπλα παγκοσμίως σε σχέση με την οικονομική τους παραγωγή, εν μέσω αρκετών ανεπίλυτων εμφυλίων πολέμων – στη Λιβύη, το Σουδάν, τη Συρία και την Υεμένη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του οίκο, Σαουδική Αραβία και Λιβύη ξοδεύουν γύρω στο 9% του ΑΕΠ τους για στρατιωτικούς εξοπλισμούς, το Ομάν 8% του ΑΕΠ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Αλγερία και Ισραήλ σχεδόν 6% του ΑΕΠ και Ουκρανία, Κατάρ, Νότιο Σουδάν και Κουβέιτ γύρω στο 5% του ΑΕΠ.
Επιπτώσεις Ισραήλ
Αναφορικά με το Ισραήλ, ο γερμανικός οίκος αναφέρει ότι η κλιμάκωση της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης αυξάνει τους πιστωτικούς κινδύνους για το Ισραήλ σε πρώτη φάση, αλλά θα υπάρξουν «δυνητικά μακροπρόθεσμες και βαθύτερες επιπτώσεις εάν η σύγκρουση επεκταθεί στην ευρύτερη Μέση Ανατολή».
«Οι επιθέσεις της παλαιστινιακής Χαμάς στο Ισραήλ υπογραμμίζουν πώς η γεωπολιτική αυτή σύγκρουση έχει δημιουργήσει πρόσθετη αβεβαιότητα στις προοπτικές της πιστοληπτικής ικανότητας των κρατών μετά την πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022», προσθέτει.
Αυτό συμβαίνει, σύμφωνα με τον οίκο, «σε μια ευάλωτη στιγμή για την παγκόσμια οικονομία, καθώς οι Κεντρικές Τράπεζες έχουν προχωρήσει σε σημαντική σύσφιξη για να διατηρήσουν τον πληθωρισμό υπό έλεγχο, την στιγμή που τα δημόσια οικονομικά δέχονται πίεση.
Σημειώνει πως η επιδείνωση της σύγκρουσης Ισραήλ-Γάζας έχει οδηγήσει σε απότομη πτώση της αξίας του ισραηλινού Σέκελ και των κρατικών ομολόγων του Ισραήλ, οι αποδόσεις των οποίων έχουν αυξηθεί στο υψηλότερο επίπεδο από το 2012.
Αναφέρει, ωστόσο, ότι η χρηματοδότηση του Ισραήλ από τις αγορές κεφαλαίων δεν προκαλεί ανησυχία, καθώς διαθέτει διαφοροποιημένες πηγές χρηματοδότησης και μακράς διάρκειας λήξη χρέους, με το πρόγραμμα εγγύησης χρέους από τις ΗΠΑ να λειτουργεί ως πρόσθετο στήριγμα.
Προσθέτει ότι η Κεντρική Τράπεζα του Ισραήλ έχει επίσης ένα υγιές ιστορικό στη διαχείριση του νομίσματος της και ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα πώλησης συναλλαγματικών αποθεμάτων ύψους έως και 30 δισ. δολαρίων για τη στήριξη του Σέκελ.
Σύμφωνα με τον Scope, τα αποθέματα του Ισραήλ σε ξένο νόμισμα ξεπερνούσαν τα 200 δισ. δολάρια στο τέλος Αυγούστου του 2023 και ανέρχονταν στο 125% του ακαθάριστου εξωτερικού χρέους.
Αυτό το μεγάλο απόθεμα λόγω των μεγάλου πλεονάσματος τρεχουσών συναλλαγών (3,7% του ΑΕΠ το 2022) μειώνει την ευπάθεια της χώρας σε οικονομικές και χρηματοπιστωτικές διαταραχές, καταλήγει.