Στο χαμηλό επίπεδο του 0,83% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) παρέμειναν το 2021 οι συνολικές δαπάνες για ερευνητικές δραστηριότητες στην Κύπρο, παρά τη μεγάλη αύξηση του 8,0% που κατέγραψαν το 2021, σε σχέση με το 2020, παραμένοντας χαμηλότερα από το μέσο όρο της ΕΕ που είναι στο 2,26%.
Ο τομέας των επιχειρήσεων παρουσίασε το 2021 ερευνητικές δαπάνες ύψους 42,2% του συνόλου, από πόρους του δημοσίου χρηματοδοτήθηκε το 23,3% της ερευνητικής δραστηριότητας (€46,4 εκ.) και το μεγαλύτερο μέρος των ερευνητικών δαπανών επικεντρώθηκε στις θετικές επιστήμες (€85,5 εκ.), ενώ ο αριθμός των ατόμων που απασχολήθηκαν ανήλθε σε 4.209.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τ’ αποτελέσματα της ειδικής έρευνας που πραγματοποίησε η Στατιστική Υπηρεσία για τον καταρτισμό στοιχείων για την επιστημονική έρευνα και την πειραματική ανάπτυξη, οι συνολικές δαπάνες για ερευνητικές δραστηριότητες στην Κύπρο κατά το 2021 υπολογίζονται σε €199,5 εκ. και αντιστοιχούν σε 0,83% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, σε σύγκριση με €184,8 εκ. ή 0,84% του Α.Εγχ.Π. το 2020.
Παρά τη μεγάλη αύξηση του 8,0% που παρατηρήθηκε στις ερευνητικές δαπάνες το 2021 σε σχέση με το 2020, σύμφωνα με την Στατιστική Υπηρεσία, «το μερίδιο του Α.Εγχ.Π. της Κύπρου που αναλογεί στις δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης εξακολουθεί να παραμένει σε χαμηλά επίπεδα συγκριτικά με άλλες χώρες».
Ενδεικτικά, η Στατιστική Υπηρεσία αναφέρει ότι το ποσοστό αυτό στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέρχεται σε 2,26%, κατά μέσο όρο, (κυμαίνεται από 0,47% στη Ρουμανία, 0,64% στη Μάλτα και 0,69% στη Λετονία, σε 3,19% στην Αυστρία, 3,22% στο Βέλγιο και 3,35% στη Σουηδία).
Προσθέτει, ωστόσο, ότι η Κύπρος διαθέτει έναν από τους ψηλότερους μέσους ετήσιους ρυθμούς αύξησης στις ερευνητικές δαπάνες, που ανέρχεται σε 10,6% για την περίοδο 2000 – 2021, έναντι 4,1% της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη αντίστοιχη περίοδο.
Κατά τομέα δραστηριότητας, ο τομέας των επιχειρήσεων παρουσίασε το 2021 ερευνητικές δαπάνες ύψους €84,1 εκ. ή 42,2% του συνόλου, η τριτοβάθμια εκπαίδευση €76,6 εκ. ή 38,4%, τα ιδιωτικά ιδρύματα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα €26,8 εκ. ή 13,4% και το δημόσιο €12,0 εκ. ή 6,0%, σε σύγκριση με μερίδια 44,3%, 36,1%, 13,5% και 6,1% αντίστοιχα το 2020.
Πιο αναλυτικά, η Στατιστική Υπηρεσία αναφέρει ότι στον τομέα των επιχειρήσεων, ο τομέας της ενημέρωσης και επικοινωνίας αποτέλεσε τον κύριο φορέα ερευνητικής δραστηριότητας με δαπάνες ύψους €49,4 εκ., ενώ σημαντική ήταν και η συνεισφορά της μεταποιητικής βιομηχανίας (και ιδιαίτερα των κλάδων παραγωγής βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και σκευασμάτων και κατασκευής ηλεκτρονικών υπολογιστών, ηλεκτρονικών και οπτικών προϊόντων και ηλεκτρολογικού εξοπλισμού) με €23,5 εκ.
Εξάλλου, από πόρους του δημοσίου χρηματοδοτήθηκε το 2021 το 23,3% της ερευνητικής δραστηριότητας (€46,4 εκ.), σε σύγκριση με €42,5 εκ. ή 23,0% το 2020, ενώ €26,9 εκ. προήλθαν από τον προϋπολογισμό των δημόσιων πανεπιστημίων και €44,3 εκ. από πηγές του εξωτερικού (περιλαμβανομένων κονδυλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Ποσό €81,9 εκ. ή 41,0% του συνόλου προήλθε από τον ιδιωτικό τομέα.
Το μεγαλύτερο μέρος των ερευνητικών δαπανών, σύμφωνα με την Στατιστική Υπηρεσία, επικεντρώθηκε στις θετικές επιστήμες (€85,5 εκ.), ενώ οι επιστήμες μηχανικού απορρόφησαν €64,2 εκ., οι κοινωνικές επιστήμες €22,7 εκ., οι ιατρικές επιστήμες €10,6 εκ., οι αγροτικές επιστήμες €8,9 εκ. και οι ανθρωπιστικές επιστήμες €7,6 εκ.
Ο αριθμός των ατόμων που απασχολήθηκαν σε ερευνητικές δραστηριότητες κατά το 2021 ανήλθε σε 4.209, σε σύγκριση με 4.196 το 2020.
Σε όρους ισοδύναμου πλήρους απασχόλησης, ο αριθμός αυτός υπολογίζεται σε 2.249 άτομα, εκ των οποίων τα 889 ή 39,5% ήταν γυναίκες. Ποσοστό 32,4% του ερευνητικού δυναμικού κατείχε διδακτορικό τίτλο.