Τα σφάλματα πολιτικής όπου οι κεντρικές τράπεζες καθιστούν αυστηρότερες τις συνθήκες από όσο χρειάζεται, εγκυμονούν κινδύνους βαθύτερης ύφεσης από ό,τι αναμένουμε τώρα, υπογράμμισε ο διευθύνων σύμβουλος της Τρ. Κύπρου, Πανίκος Νικολάου.
Σε ομιλία του στο συνέδριο της ΚΤ που πραγματοποιείται στη Λεμεσό με τίτλο, «Ο ρόλος της νομισματικής πολιτικής στην αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων», ο κ. Νικολάου σημείωσε ότι η ανησυχία παραμένει στη διάσταση της πολιτικής.
«Τα επιτόκια μπορεί να αυξηθούν πολύ και να παραμείνουν πολύ υψηλά για πάρα πολύ καιρό. Αυτό είναι ύφεση. Τώρα, μια ήπια ύφεση είναι πάντα μέρος του επιχειρηματικού κύκλου, αλλά δεν θέλουμε αυτό το στενό νομισματικό περιβάλλον να οδηγήσει σε πιο σοβαρή ύφεση, γιατί αυτό θα έχει πιο σοβαρές και πιο μακροχρόνιες δυσμενείς συνέπειες. Πόσο ψηλά και για πόσο καιρό είμαστε έτοιμοι να πάρουμε τα επιτόκια για να μειώσουμε τον πληθωρισμό στο 2%. Αυτός είναι ένας τομέας αβεβαιότητας και πρέπει να τον προσέχουμε», τόνισε.
«Αισθανόμαστε άνετα με τις μακροοικονομικές παραμέτρους των δημόσιων οικονομικών και με την ισχύ των ισολογισμών μας στον τραπεζικό τομέα, την ισχύ του ρυθμιστικού πλαισίου και την επάρκεια των κεφαλαιακών αποθεμάτων μας», πρόσθεσε.
Σημείωσε ότι αυτή είναι μια πολύ καλή θέση για τη χώρα γιατί έχει τα αποθέματα με συνετές πολιτικές για να αντέξει κάθε κρίση και ταυτόχρονα να προστατεύσει την κοινωνική συνοχή.
«Και επειδή ο αντιπρόεδρος ήταν μέλος του Eurogroup κατά τη διάρκεια του 2012-2013, μπορεί να συνειδητοποιήσει το μέγεθος της προόδου μας και θα είμαστε περήφανοι γι’ αυτό», τόνισε.
«Ωστόσο, πρέπει να παραμείνουμε σε επαγρύπνηση έναντι των αρνητικών κινδύνων. Δεν είμαστε στο τέλος αυτής της κρίσης και η αβεβαιότητα είναι υψηλή. Το περιθώριο λάθους είναι πολύ μικρό για μικρές χώρες όπως εμείς», επεσήμανε.
Ανθεκτικότητα και αισιοδοξία με προσοχή στους κινδύνους
Σύμφωνα με τον κ. Νικολάου, περάσαμε μια πολύ ταραγμένη περίοδο σε παγκόσμιο και τοπικό επίπεδο, από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008-09. Ακολούθως, είπε, είχαμε την κρίση του ευρώ του 2010-14, τη δική μας οικονομική και τραπεζική κρίση το 2012-14, την πανδημική κρίση το 2020 και τώρα τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία.
«Έχουμε έναν συνεχιζόμενο ανταγωνισμό μεγάλων δυνάμεων, που αντιστρέφει την παγκοσμιοποίηση και ένα κατακερματισμένο παγκόσμιο σύστημα. Ο πόλεμος και η αποπαγκοσμιοποίηση, όποια μορφή κι αν πάρει η τελευταία, είναι πληθωριστικές. Σε αυτό το πλαίσιο, η νομισματική πολιτική είναι επιθετικά αυστηρή και υπάρχουν απότομες ανακατατάξεις νομισμάτων», τόνισε.
Σε όλες αυτές τις αναταράξεις και τις εξωτερικές πιέσεις, συνέχισε, η οικονομία της Κύπρου έχει επιδείξει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα και παρέχει αφορμή για αισιοδοξία, «ενώ θα παραμείνουμε προσεκτικοί στους καθοδικούς κινδύνους».
Σημείωσε ότι η κυπριακή οικονομία ανέκαμψε ισχυρά από την πανδημία Covid του 2020 και πέτυχε να βελτιώσει σημαντικά το πιστωτικό και μακροοικονομικό της προφίλ την περίοδο που ακολούθησε.
Το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 6,9% και 5,6% το 2021 και το 2022 αντίστοιχα, λόγω της ισχυρής ανάκαμψης του τουρισμού προς τα προ πανδημίας επίπεδα, αλλά και της ισχυρής ανάπτυξης στο μεγαλύτερο μέρος της υπόλοιπης οικονομίας.
Η ανάπτυξη επιβραδύνθηκε το 2023 ως αποτέλεσμα του υψηλού πληθωρισμού, των αυξανόμενων επιτοκίων και των αυξανόμενων αβεβαιοτήτων που σχετίζονται με τον πόλεμο και τη νομισματική πολιτική, αλλά και πάλι αναμένεται να αναπτυχθεί υψηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Βελτίωση ανθεκτικότητας τραπεζών
Σημείωσε ότι η ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος βελτιώθηκε σταθερά τα τελευταία χρόνια και οι θέσεις εκκίνησης είναι πολύ διαφορετικές σήμερα από αυτές που ήταν πριν από περισσότερα από δέκα χρόνια.
«Οι τράπεζες αναδιάρθρωσαν τις δραστηριότητές τους, συρρίκνωσαν τους ισολογισμούς τους και μείωσαν απότομα τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά τους. Βελτίωσαν τις θέσεις ρευστότητάς τους και ενίσχυσαν την κεφαλαιακή τους επάρκεια. Επικέντρωσαν εκ νέου τις δραστηριότητές τους στο εσωτερικό και μείωσαν σημαντικά τα ανοίγματα», υπογράμμισε.
Σύμφωνα με τον κ. Νικολάου, η κερδοφορία βελτιώνεται καθώς τα υψηλότερα επιτόκια ξεκλειδώνουν την αξία μιας μεγάλης και σταθερής βάσης ρευστών περιουσιακών στοιχείων και των στερεών καταθέσεων και καθώς μειώνονται οι απαιτήσεις για προβλέψεις.
Η υψηλότερη κερδοφορία με τη σειρά της, συμπλήρωσε, θα βελτιώσει τις αποτιμήσεις των τραπεζών και την πρόσβασή τους σε κεφάλαια, ενώ ταυτόχρονα θα βελτιώσει την εσωτερική παραγωγή κεφαλαίου.
Χθες, είπε, οι Moody’s αναβάθμισαν ορισμένα ομόλογα σε επενδυτική βαθμίδα μετά από 12 χρόνια και αυτό είναι καλό για τις τράπεζες και τη χώρα.
Σημείωσε ακόμη, ότι η προληπτική εποπτεία έχει ενισχυθεί εντός του εποπτικού πλαισίου της ΕΕ. Οι δείκτες κόστους προς έσοδα μειώθηκαν, αλλά κατά μέσο όρο παραμένουν σχετικά υψηλοί.
Ανέφερε ότι ο υψηλός πληθωρισμός και τα υψηλότερα επιτόκια θα επιβραδύνουν την οικονομική δραστηριότητα και τον νέο δανεισμό το 2023, αλλά οι κίνδυνοι ποιότητας των δανείων μετριάζονται από τη σχετικά ισχυρή ανάπτυξη, τη χαμηλή ανεργία, τη συνεχιζόμενη ανάκαμψη στον τουριστικό τομέα, τα αυστηρότερα κριτήρια δανεισμού και τους άνετους δείκτες κάλυψης αποθεματικών ζημιών δανείων .
Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων της χώρας ήταν 9% τον Απρίλιο και περίπου τα μισά από αυτά τα ΜΕΔ αναδιαρθρώθηκαν και ταυτόχρονα ο δείκτης κάλυψης ήταν 54%, σχετικά υψηλός.
«Αυτό που μπορούμε να ονομάσουμε ενεργό ιδιωτικό χρέος, το οποίο ορίζω ως τραπεζικά δάνεια προς κατοίκους, ήταν €21 δισ. στα τέλη Ιουλίου, ή 72% του ΑΕΠ, το οποίο είναι το χαμηλότερο από ποτέ. Επομένως, το ενεργό ιδιωτικό χρέος είναι σχετικά χαμηλό, γεγονός που μειώνει τις ευπάθειες και ενισχύει την ανθεκτικότητα σε περιόδους κρίσης ή οικονομικής δυσπραγίας. Εν τω μεταξύ, η κεφαλαιακή επάρκεια στο τραπεζικό σύστημα είναι η υψηλότερη που υπήρξε ποτέ, με δείκτη κεφαλαίων Tier 1 κοντά στο 20% στα τέλη Δεκεμβρίου 2022», είπε.
Όσον αφορά τον αμιγώς νέο επιχειρηματικό δανεισμό, σημείωσε, επιβραδύνθηκε τον Ιανουάριο-Απρίλιο 2023 σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους, αλλά ενισχύθηκε τον Μάιο-Ιούλιο. Συνολικά για την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου, τα καθαρά νέα δάνεια ανήλθαν σε €2,0 δισ. ελαφρώς υψηλότερα από τα αντίστοιχα ποσά του 2022.
Τα καθαρά νέα δάνεια των μη χρηματοπιστωτικών εταιρειών είναι υψηλότερα από πέρυσι αντίστοιχα, με τα καθαρά νέα δάνεια προς τα νοικοκυριά να υστερούν, κυρίως λόγω της μειωμένης ζήτησης για στεγαστικά δάνεια.
Στον τομέα των επιχειρήσεων, σημειώθηκε μικρή ανάκαμψη της ζήτησης δανείων τους τελευταίους τρεις μήνες έως τον Ιούλιο. Προφανώς, αυτό υποβοηθήθηκε από προγράμματα ανάκτησης για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση.
Οι κρίσιμοι παράγοντες για τη μελλοντική κυπριακή οικονομία σχετίζονται με τη βιωσιμότητα του χρέους, τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, την οικονομική ανθεκτικότητα, τη συνεχιζόμενη εφαρμογή μεταρρυθμίσεων και την υψηλή απορρόφηση των κονδυλίων της ΕΕ για την ανάκαμψη και την ανθεκτικότητα.
Στα δημόσια οικονομικά, το ακαθάριστο χρέος μειώθηκε στο 86,5% του ΑΕΠ το 2022 και αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται το 2023-24. Το χρέος θα συνεχίσει την πτωτική του τροχιά. Οι μετρήσεις προσιτότητας χρέους παραμένουν ευνοϊκές. Οι πληρωμές τόκων για το δημόσιο χρέος σε σχέση με τα δημόσια έσοδα μειώθηκαν στο 3,6% το 2022 από 9,2% το 2012. Αυτοί είναι πολύ ενθαρρυντικοί δείκτες που αποτελούν τη βάση της ευνοϊκής δυναμικής του χρέους και της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους. Η μεγάλη μέση διάρκεια του χρέους διασφαλίζει ότι οι πληρωμές τόκων προς το ΑΕΠ και οι πληρωμές τόκων στα κρατικά έσοδα θα συνεχίσουν να μειώνονται το 2023-24.
Ωστόσο, τόνισε, τα υψηλότερα επιτόκια σημαίνουν αυξημένους κινδύνους.
Επομένως, υπέδειξε, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε και να αξιολογήσουμε τις οικονομικές μας ευπάθειες.
«Ωστόσο, έχουμε δείκτες που δείχνουν προς μια πιο καθησυχαστική / θετική προοπτική, όπως για παράδειγμα ο βαθμός μόχλευσης των μη χρηματοπιστωτικών εταιρειών, ο βαθμός κερδοφορίας, το ποσοστό πτωχεύσεων, το επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, ο βαθμός κεφαλαιοποίησης και ανθεκτικότητα στον τραπεζικό τομέα και ούτω καθεξής».