Tο συνδικαλιστικό κίνημα αποδεχόμενο την σταδιακή αποκατάσταση της απόδοσης της ΑΤΑ έκανε την ύστατη υποχώρηση του και θα συνεχίσει τον αγώνα για την πλήρη αποκατάσταση του θεσμού αλλά και για την διεύρυνση του στο σύνολο των εργαζομένων, αναφέρει στην πρωτομαγιάτικη διακήρυξη της η ΔΕΟΚ, την οποία για φέτος τιμά υπό το σύνθημα “Με ενότητα και αγώνα υπερασπιζόμαστε τις κατακτήσεις μας”.
Προσθέτει ότι θα συνεχίσει τον αγώνα για την λήψη ουσιαστικών μέτρων για την προστασία των ευάλωτων κοινωνικά τάξεων από τον ανεξέλεγκτο πληθωρισμό που αφαιμάσσει στην κυριολεξία τα χαμηλά εισοδήματα, αναφέροντας ότι σ’αυτά τα πλαίσια που η ΔΕΟΚ κατέθεσε πρόταση ώστε μέρος των εισπράξεων από το ΦΠΑ να μεταφέρεται στο Ταμείο Κοινωνικής Συνοχής ώστε να υπάρξει η αναγκαία στόχευση σύμφωνα με τις κοινωνικές προτεραιότητες που προκύπτουν σ’αυτή την εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία για την κοινωνία.
Σύμφωνα με την ΔΕΟΚ, είναι επίσης αναγκαίο η Κυβέρνηση να προχωρήσει στην αναπροσαρμογή των επιδομάτων κοινωνικής πρόνοιας και στην εφαρμογή ολοκληρωμένου προγράμματος για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας.
Η ΔΕΟΚ διατυπώνει τη θέση ότι “οι συνεχόμενες αυξήσεις των δανειστικών επιτοκίων δημιουργούν συνθήκες οικονομικής ασφυξίας σε νοικοκυριά και εργαζόμενους που βρίσκονται στην κυριολεξία στα όρια της κοινωνικής εξαθλίωσης”.
Παρατηρεί ότι “οι τράπεζες αξιοποιούν την δογματική επιτοκιακή πολιτική της ΕΚΤ” για να αυξήσουν τα κέρδη τους ενώ το κόστος ιδιαίτερα για τα στεγαστικά δάνεια αυξάνεται συνεχώς και αναφέρει ότι η κοινωνία της Κύπρου “εξακολουθεί να βιώνει τις καταστροφικές συνέπειες της τραπεζικής κρίσης του κουρέματος των καταθέσεων του 2013” και πως οι τράπεζες έχουν ελάχιστη οφειλή “να σεβαστούν αυτούς που συνέδραμαν στην διάσωση τους” και όχι να τους οδηγήσουν ξανά σε “δραματικά κοινωνικά και οικονομικά αδιέξοδα”.
Συνεχίζει, προσθέτοντας ότι η Κυβέρνηση έχει ευθύνη να στηρίξει τους δανειολήπτες πιέζοντας και τις τράπεζες να απορροφήσουν μέρος της αύξησης των δανειστικών επιτοκίων αποτρέποντας με αυτό τον τρόπο την περαιτέρω αύξηση των κόκκινων δανείων.
Η ΔΕΟΚ εκφράζει επίσης την πεποίθηση ότι η θέσπιση Γενικού Κατώτατου Μισθού αποτελεί την βάση και τη νέα αφετηρία για διεκδικητικούς αγώνες με στόχο την διασφάλιση αξιοπρεπούς βιοτικού επιπέδου για κάθε εργαζόμενη και κάθε εργαζόμενο στον τόπο. Δηλώνει σταθερά προσηλωμένη στις θέσεις για καθορισμό ωριαίου μισθού με βάση της 38 ώρες εργασίας, για ενσωμάτωση στον κατώτατο μισθό εργασιακών δικαιωμάτων όπως η ΑΤΑ, η υπερωριακή αποζημίωση και οι αργίες, για κατοχύρωση των ελάχιστων απολαβών στις Συλλογικές Συμβάσεις, για κατάργηση των εξαιρέσεων επαγγελματικών ομάδων και εφαρμογή αξιόπιστης φόρμουλας για καθορισμό του διάμεσου μισθού.
Σημειώνει περαιτέρω ότι θα εργαστεί σκληρά ώστε η μεταφορά της ευρωπαϊκής οδηγίας να γίνει στη σωστή βάση των αρχών και των κριτηρίων που έχουν τεθεί από τους Ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Αναφερόμενη σε απορρύθμιση και υπονόμευση των συλλογικών συμβάσεων, παραθέτει ως σημαντικό παράγοντα προς τούτο την ανεξέλεγκτη απασχόληση ξένου εργατικού δυναμικού, ενώ ως προς την κυριαρχία των προσωπικών συμβολαίων με υποδεέστερους όρους απασχόλησης και δραματική υποβάθμιση της ποιότητας της απασχόλησης, αποδίδει σε μεγάλο βαθμό την εκμετάλλευση φθηνού εργατικού δυναμικού από την Ευρώπη και από τρίτες χώρες.
Περαιτέρω καλεί τον Υπουργό Εργασίας να αφουγκραστεί τις ανησυχίες του συνδικαλιστικού κινήματος και “να αποσύρει την απαράδεκτη αυτή στρατηγική”. Τον καλεί επίσης να ξεκινήσει άμεσα κοινωνικό διάλογο ώστε να καθοριστεί σύντομα νέα στρατηγική που να λαμβάνει υπόψη τις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας και τη διασφάλιση της αρχής της ίσης μεταχείρισης για όλους τους εργαζόμενους/ες, είτε αυτοί είναι Κύπριοι είτε είναι Ευρωπαίοι είτε εργαζόμενοι από τρίτες χώρες.
Αναφέρει ακόμα ότι προσέρχεται στον κοινωνικό διάλογο με υπευθυνότητα και ολοκληρωμένες θέσεις για όλες τις πτυχές του συνταξιοδοτικού προβλήματος. Οι προτάσεις της, λέει, αφορούν δύο κεντρικούς άξονες, την ενίσχυση της επάρκειας των συνταξιοδοτικών παροχών και την αξιοποίηση του αποθεματικού του ταμείου και εφαρμογή επενδυτικής πολιτικής ώστε να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα του ταμείου και η επάρκεια των συντάξεων και των άλλων κοινωνικών παροχών.
Σημαντικός στόχος της, συνεχίζει, παραμένει η ενίσχυση του θεσμού των ταμείων προνοίας σαν δεύτερου συνταξιοδοτικού πυλώνα και σε αυτά τα πλαίσια διεκδικεί νομοθετική ρύθμιση ώστε όλοι οι εργοδότες να καταβάλουν εισφορές σε ταμείο προνοίας σε περίπτωση που ισχύει συλλογική σύμβαση στον κλάδο.
Δηλώνει ακόμα ότι συνεχίζει τον αγώνα για βελτίωση και περιφρούρηση του ΓεΣΥ και απαιτεί τερματισμό του απαράδεκτου πέναλτι για εργαζόμενους και εργαζόμενες σε βαριά χειρονακτικά επαγγέλματα και διεκδικεί αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας, καταπολέμηση της μίσθωσης υπηρεσιών, νομική ρύθμιση της τηλεργασίας και της εργασίας σε ψηφιακές πλατφόρμες.
Αναφέρει επίσης ότι η επικείμενη φορολογική μεταρρύθμιση πρέπει να είναι δίκαιη και κοινωνικά ευαίσθητη, με μεγαλύτερη μετατόπιση φορολογικών βαρών από τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα και αναδιανομή του εθνικού πλούτου.
Η κοινή δράση του συνδικαλιστικού κινήματος για εργασιακά ζητήματα όπως η αποκατάσταση της ΑΤΑ, η θέσπιση Γενικού Κατώτατου Μισθού και η στρατηγική για την απασχόληση ξένου εργατικού δυναμικού απέδειξε ότι τα συνδικάτα της Κύπρου είναι ενωμένα μπροστά στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας.
Τέλος σημειώνει ότι η ενότητα των εργαζομένων αποτελεί τον θεμέλιο λίθο πάνω στον οποίο μπορούμε να οικοδομήσουμε το μέλλον και την προοπτική της εργατικής τάξης του τόπου και δηλώνει ότι η ΔΕΟΚ θα συνεχίσει να αγωνίζεται για την δημιουργία κογκρέσου εργατικών οργανώσεων ενός θεσμού που θα σφυρηλατεί την ενότητα των εργαζομένων με πλήρη σεβασμό στις δημοκρατικές αρχές, στην αντιπροσωπευτικότητα και στον πολιτικό προσανατολισμό της κάθε οργάνωσης.