Η Τουρκία έχει βάλει για τα καλά εμπρός στρατηγικό οικονομικό σχέδιο για την αναδιάρθρωση της οικονομίας και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας μετά από χρόνια ισχυρών αναταράξεων, εκλογών, σεισμών, απόπειρας πραξικοπήματος και ισχυρών διεθνών προκλήσεων. Στα πλαίσια της προσπάθειας αυτής έχει ξεκινήσει επαφές με επενδυτές για να προσελκύσει ξένες επενδύσεις από τη Μέση Ανατολή και αλλού, έχει κάνει πιο αυστηρή τη νομισματική και τη δημοσιονομική πολιτική και λαμβάνει μέτρα με στόχο την τόνωση της ισοτιμίας της λίρας Τουρκίας που βρίσκεται κοντά σε ιστορικά χαμηλά έναντι του δολαρίου. Επίσης επιδιώκει να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό που καλπάζει.
Μετά από χρόνια μεγάλων προκλήσεων στα δημόσια οικονομικά, με άλμα πληθωρισμού, σημαντική υποχώρηση του εθνικού νομίσματος και μεγάλα ελλείμματα, τώρα το οικονομικό επιτελείου του προέδρου Ταγίπ Ερντογάν καταβάλλει προσπάθειες ώστε η οικονομία των 800 δις δολαρίων να αλλάξει ρότα.
Σήμερα η Τουρκία έχει χαμηλή πιστοληπτική αξιολόγηση (βαθμολογία «Β» σε «junk») από τους μεγάλους οίκους. Η χώρα έχασε την πιστοληπτική αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας το 2016, μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος κατά του προέδρου Ερντογάν.
Στην αιχμή του δόρατος των προσπαθειών και μεταρρυθμίσεων βρίσκεται η κεντρική τράπεζα με επικεφαλής την Χαφιζέ Γκαγιέ Ερκάν, υπό το άγρυπνο μάτι του βετεράνου υπουργού Οικονομικών Μεχμέτ Σιμσέκ. Η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας συνεδριάζει ξανά την Πέμπτη και οι αγορές περιμένουν νέο σήμα χάραξης πολιτικής. Ήδη η κεντρική τράπεζα έχει αυξήσει τα επιτόκια από 8,5% τον περασμένο Μάιο σε 42,5% στις 21 Δεκεμβρίου 2024.
Αισιόδοξη η Pimco
Οι δυσκολίες παραμένουν, αλλά φαίνεται ότι αρκετοί διεθνείς επενδυτές έχουν αρχίσει να είναι πιο αισιόδοξοι. Η αμερικανική Pimco, ένας από τους μεγαλύτερους διαχειριστές ομολόγων στον κόσμο, έχει αρχίσει να μπαίνει ξανά πιο δυνατά στην αγορά κρατικού χρέους της Τουρκίας. Το στοίχημα, για την Pimco, είναι ότι η δέσμευση της κυβέρνησης Ερντογάν για αναδιάρθρωση της εγχώριας οικονομίας θα βάλει τη χώρα σε τροχιά για να ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα από τους μεγάλους οίκους αξιολογήσεων.
Η Moody’s Investors Service αναβάθμισε την περασμένη Παρασκευή τις προοπτικές της για την Τουρκία σε «θετικές», υποδηλώνοντας ότι θα μπορούσε σύντομα να αυξήσει την αξιολόγηση B3. Ο οίκος έκανε λόγο για «ενδείξεις ότι η δυναμική του πληθωρισμού αρχίζει να αλλάζει και (…) ότι η νομισματική πολιτική ανακτά αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα».
Στοίχημα ο πληθωρισμός
Μετά την εκλογική νίκη το Μάιο του 2023 ο πρόεδρος της Τουρκίας φαίνεται ότι έχει αλλάξει πορεία, με πιο αυστηρή νομισματική αλλά και δημοσιονομική πολιτική, κίνητρα για αγορές λίρας Τουρκίας από τους πολίτες της χώρας οι οποίοι μέχρι τώρα –υπό το φόβο του πληθωρισμού που καλπάζει με 65% περίπου- προτιμούσαν το αμερικανικό δολάριο και το χρυσό. Πάντως η αποκαλούμενη ανεξάρτητη Ομάδα Έρευνας για τον Πληθωρισμό στη χώρα (Inflation Research Group-ENAG), εκτιμά ότι ο ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού πέρυσι ήταν στην πραγματικότητα περίπου 127%.
Όλα αυτά δεν επηρεάζουν τώρα στελέχη της Pimco τα οποία θεωρούν ότι η Τουρκία μπορεί να πιάσει ξανά την επενδυτική βαθμίδα μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, όπως λένε οι ίδιες αυτές πηγές στους Financial Times.
Στοιχεία του Bloomberg δείχνουν επίσης ότι το χρέος της χώρας που έχει συναφθεί σε δολάρια έδωσε πέρσι στους επενδυτές αποδόσεις 18%, με τις τιμές των ομολόγων να ανεβαίνουν μετά την εκλογική νίκη του Ερντογάν το Μάιο.
Οι επερχόμενες δημοτικές εκλογές, όπου ο έλεγχος στις πόλεις της Τουρκίας θα διεκδικηθεί μεταξύ των μεγάλων πολιτικών κομμάτων της χώρας, θα δοκιμάσουν τώρα ξανά την αντίδραση του κόσμου στις οικονομικές προκλήσεις.
Το 2023 ήταν ένα δύσκολο οικονομικά έτος για τη γειτονική χώρα, που πέρασε από εκλογική περίοδο θρίλερ αλλά και από αναταράξεις που προκάλεσε στις παγκόσμιες αγορές οι μεγάλοι σεισμοί στη χώρα, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η συνεπακόλουθη αύξηση στο κόστος της ενέργειας, ειδικά στο πρώτο μισό του έτους.
Είναι ενδεικτικό ότι η Τουρκία είδε το έλλειμμα στον προϋπολογισμό να αυξάνεται κατά 900% πέρσι, στο 1,4 τρις λίρες ή 46 δις δολάρια, από 142 τρις λίρες που ήταν το 2022. Όμως το έλλειμμα στον προϋπολογισμό της Τουρκίας παρέμεινε κάτω από τα επίπεδα του 6% ως ποσοστό επί του ΑΕΠ. Όπως ανακοίνωσε ο υπουργός Οικονομικών Μεχμέτ Σιμσέκ, το ποσοστό αυτό ήταν μια ολόκληρη ποσοστιαία μονάδα κάτω από τις προβλέψεις. Ο ίδιος είπε μάλιστα στο κρατικό πρακτορείο Anadolu ότι εάν δεν υπήρχαν οι δαπάνες για τους σεισμούς, το έλλειμμα θα ανερχόταν στο 1,7% του ΑΕΠ. Ο Σιμσέκ είναι πολύπειρος στην αγορά αφού έχει διατελέσει μεταξύ άλλων στέλεχος της Merrill Lynch στις ΗΠΑ, ενώ κατείχε τη θέση του υπουργού Οικονομικών και την περίοδο 2009 με 2015.
Πηγή: OT