Σε ισχύ τίθενται σήμερα, Παρασκευή, οι αμερικανικές κυρώσεις στις ρωσικές πετρελαϊκές εταιρείες Rosneft και Lukoil, με την δεύτερη να έχει προθεσμία μέχρι τις 13 Δεκεμβρίου για να πουλήσει το διεθνές χαρτοφυλάκιό της.
Οι κυρώσεις θα μπορούσαν να «εγκλωβίσουν» σχεδόν 48 εκατ. βαρέλια ρωσικού αργού στη θάλασσα, αναγκάζοντας δεκάδες δεξαμενόπλοια να αναζητήσουν εναλλακτικούς προορισμούς, αναφέρει σε δημοσίευμά του το πρακτορείο Bloomberg που χαρακτηρίζει τις αμερικανικές κυρώσεις ως την πιο επιθετική κίνηση μέχρι σήμερα υπό την κυβέρνηση των ΗΠΑ στην προσπάθεια του Ντόναλντ Τραμπ να ασκήσει πίεση στο Κρεμλίνο για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Τα μέτρα είναι ήδη επιτυχημένα, κατά το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, δεδομένης της χαμηλότερης ζήτησης και των εκπτώσεων σε βασικές ρωσικές ποικιλίες πετρελαίου.
Με τους περιορισμούς που έχουν τεθεί πλέον σε ισχύ, τα ινδικά διυλιστήρια αναζητούν εναλλακτικές πηγές εφοδιασμού, κλείνοντας πετρελαιοφόρα από τη Μέση Ανατολή με ρυθμό που έχει οδηγήσει τους ναύλους μεταφοράς για τη διαδρομή κοντά σε υψηλό πενταετίας.
Εν τω μεταξύ, οι traders παρακολουθούν στενά τους τελικούς αγοραστές – εάν υπάρχουν – αργού από τις Lukoil και Rosneft που βρίσκονται ήδη στη θάλασσα.
«Οι ρωσικές ροές εξαγωγών αντέχουν, αλλά δεν έχουν βρει ακόμη τον δρόμο τους προς τους προορισμούς τους», δήλωσε ο Warren Patterson της ING Groep. «Εάν αυτό συνεχιστεί και τελικά επιταχυνθεί, ίσως αρχίσουμε να βλέπουμε μείωση της προσφοράς, κάτι που θα αποτελέσει ανησυχία για τις αγορές».
Δεδομένα από την Kpler δείχνουν ότι σχεδόν 48 εκατ. βαρέλια αργού πετρελαίου των Rosneft και Lukoil – κυρίως Urals και ESPO – βρίσκονται βρίσκονται επί του παρόντος σε μεταφορά ή αρχίζουν να φορτώνονται. Στα σχεδόν 48 εκατ. βαρέλια περιλαμβάνονται βαρέλια σε περίπου 50 δεξαμενόπλοια που κατευθύνονται προς την Κίνα και την Ινδία, αλλά και άλλα χωρίς προορισμό ή που έχουν προορισμό μικρότερα λιμάνια, σε περιοχές από τη Βαλτική έως τη Νότια Σινική Θάλασσα, καθώς οι μεσάζοντες αποστασιοποιούνται από το εμπόριο.
Καθώς η Ρωσία επιθυμεί να διατηρήσει τις ροές πετρελαίου, η Μόσχα έχει θέσει ως προτεραιότητα τη φόρτωση, έχοντας διατηρήσει τις θαλάσσιες μεταφορές σε υψηλά επίπεδα, περίπου στα 3,4 εκατ. βαρέλια την ημέρα, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg. Οι τιμές αναφοράς έχουν επίσης μέχρι στιγμής σε μεγάλο βαθμό αγνοήσει τον αντίκτυπο των τελευταίων περιορισμών.
Ωστόσο, δεν είναι εξασφαλισμένο ότι θα βρουν αγορά όλα αυτά τα βαρέλια, ούτε καν στις μεγαλύτερες αγορές της Ασίας. Η Κίνα και η Ινδία έχουν έχουν απορροφήσει το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών της Ρωσίας από την εισβολή στην Ουκρανία το 2022 και συνεχίζουν να έχουν στενούς δεσμούς με τη Μόσχα.
Και οι δύο χώρες όμως έχουν φανεί επιφυλακτικές ως προς το ενδεχόμενο να υποστούν δευτερογενείς κυρώσεις, καθώς οι ΗΠΑ αυξάνουν την πίεση σε οποιονδήποτε διευκολύνει τις ρωσικές εξαγωγές. Η έκταση αυτών των περιορισμών και η προθυμία της Ουάσιγκτον να τους επιβάλει θα καθορίσουν πόσο πετρέλαιο θα φτάσει τέλια στα διυλιστήρια.
«Είναι επώδυνο, αλλά θα είναι επώδυνο μόνο για τρεις ή τέσσερις μήνες», δήλωσε ο Άνταμ Λάνινγκ της SSY. «Αυτό που πιθανότατα θα δούμε να συμβαίνει τους επόμενους μήνες είναι, όπως έχουμε δει και άλλες φορές, οι αγορές να αρχίζουν να προσαρμόζονται και να βρίσκουν λύσεις για να εισάγουν αυτό το αργό πετρέλαιο χωρίς να υπόκεινται σε έλεγχο».



