Καθησυχαστικά με… αποχρώσεις εμφανίζονται κορυφαία στελέχη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μπροστά στο ενδεχόμενο υλοποίησης των προεκλογικών διακηρύξεων του Ντόναλντ Τραμπ για επιβολή δασμών στις ευρωπαϊκές εξαγωγές, όσον αφορά την επίδρασή τους στον πληθωρισμό και στην πορεία χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής.
Η επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο έχει πυροδοτήσει τη συζήτηση μεταξύ των υπευθύνων χάραξης πολιτικής σχετικά με το πώς μια πιο κατακερματισμένη παγκόσμια οικονομία θα μπορούσε να επηρεάσει τα σχέδιά τους να αποκαστήσουν τη σταθερότητα των τιμών και τον πληθωρισμό στον στόχο 2%.
Καθησυχαστικός ο Βιλερουά ντε Γκαλό
Ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Γαλλίας, Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό, διαβεβαίωσε από την θέση του μέλους του ΔΣ της ΕΚΤ σήμερα Πέμπτη, μιλώντας σε συνέδριο στο Τόκιο, ότι δεν πρόκειται μια αυστηροποίηση της δασμολογικής πολιτικής των ΗΠΑ να ανατρέψει την πτωτική τροχιά των κινδύνων για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη στην ΕΕ.
Με βάση αυτή την αξιολόγηση η ΕΚΤ αποφάσισε να προχωρήσει σε μία ακόμη μείωση του βασικού επιτοκίου στην προηγούμενη συνεδρίασή της στις 17 Οκτωβρίου κατά 25 μονάδες βάσης. «Αυτή ήταν η τρίτη μείωση των επιτοκίων και δεν θα είναι η τελευταία», προσδίδοντας έναν επιπλέον τόνο ασφάλειας για την εκτίμησή του.
Προκλήσεις βλέπει ο Νάγκελ
Από τη σκοπιά του, ο γερμανός ομόλογός του Γιοαχίμ Νάγκελ, γνωστός για την πιο συντηρητική στάση του στη λήψη αποφάσεων προς την χαλάρωση της νομισματικής σύσφιγξης, δήλωσε ότι η αναταραχή που θα προκαλέσει μια επιβολή επιπλέον δασμών στα ευρωπαϊκά προϊόντα που εξάγονται στις ΗΠΑ θα μπορούσε να επιφέρει νέες προκλήσεις είτε αυξάνοντας είτε κάνοντας πιο ασταθή τον πληθωρισμό.
Η συζήτηση θα κορυφωθεί με την τελευταία για φέτος απόφαση της ΕΚΤ σε σχέση με τη νομισματική πολιτική της, που αναμένεται με αυξημένο ενδιαφέρον στις 12 Δεκεμβρίου.
Το Βloomberg εκτιμά ότι ενώ τα μέλη του ΔΣ της κεντρικής τράπεζας αναμένεται ευρέως να συμφωνήσουν σε μια ακόμη μείωση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, η συμφωνία για τον βαθμό και το μέγεθος των μελλοντικών κινήσεων είναι λιγότερο σίγουρη.
Χωρίς δέσμευση για τα επιτόκια
Και ο Βιλερουά ντε Γκαλό που εμφανίζεται περισσότερο μετριοπαθής σε σχέση με συναδέλφους του, επανέλαβε από το Τόκιο, ότι η ΕΚΤ δεν πρέπει να δεσμευτεί από πριν σε συγκεκριμένο ρυθμό μείωσης των επιτοκίων.
Οπως είπε χαρακτηριστικά, «κοιτάζοντας το μέλλον, η πορεία είναι ξεκάθαρη κατά την άποψή μου – θα πρέπει να συνεχίσουμε να μειώνουμε τον βαθμό του περιορισμού της νομισματικής πολιτικής. Αλλά, ο ρυθμός πρέπει να καθορίζεται από έναν ρεαλισμό: διατηρούμε την πλήρη επιλογή για τις επερχόμενες συναντήσεις μας».
Οσον αφορά την παράμετρο των μισθών, ο Βιλερουά ντε Γκαλό δήλωσε ότι τα ισχυρά σε σχέση με την πορεία των μισθών στην ευρωσώνη δεν ανατρέπουν τα δεδομένα, καθώς είναι σύμφωνα με τις προσδοκίες της ΕΚΤ. «Η τελευταία αύξηση των μισθών βάσει διαπραγματεύσεων το τρίτο τρίμηνο είναι ένας δείκτης που δείχνει κάπως οπισθοδρομικός, κυρίως λόγω των καθυστερήσεων των προηγούμενων διαπραγματεύσεων στη Γερμανία, και είχε ήδη ληφθεί υπόψη στις προβλέψεις μας για τον Σεπτέμβριο», είπε.
Καμπανάκι από την Επισκόπηση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας
Πάντως, την ώρα που οι αξιωματούχοι εμφανίζονται καθησυχαστικοί για τον έξωθεν κίνδυνο που λέγεται «δασμοί Τραμπ», ο κίνδυνος φαίνεται να μπορεί να έλθει εκ των έσω.
Στην ετήσια Επισκόπηση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας , που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη, η ΕΚΤ έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για μια πιθανή επιστροφή των «ανησυχιών της αγοράς για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους», προειδοποιώντας ότι πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα προκειμένου η ευρωζώνη να τονώσει την ανάπτυξη, να μειώσει το δημόσιο χρέος και να διορθώσει την «πολιτική αβεβαιότητα».
Επισήμανε τα «αυξημένα επίπεδα χρέους και τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα», καθώς και τη χλιαρή ανάπτυξη και τις αβεβαιότητες που προκαλούνται από τα πρόσφατα «εκλογικά αποτελέσματα σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, ιδίως στη Γαλλία».
Στην ίδια έκθεση τονίζεται, μεταξύ άλλων, ότι οικονομική ανάπτυξη παραμένει εύθραυστη, ενώ οι ανησυχίες για τις προοπτικές του παγκόσμιου εμπορίου προσθέτουν στη γεωπολιτική και πολιτική αβεβαιότητα.
Πηγή: ΟΤ