Σταθερή και διαχρονική θέση της ΕΔΕΚ ήταν και παραμένει η θετική συμβολή στην ενίσχυση της οικονομίας της Κύπρου και η επίτευξη μακροοικονομικής σταθερότητας, δήλωσε την Παρασκευή ο Πρόεδρος του κινήματος, Μαρίνος Σιζόπουλος, ο οποίος διεμήνυσε ότι εάν οι τραπεζίτες συνεχίσουν την ίδια πολιτική, με την πρώτη ευκαιρία η ΕΔΕΚ θα επαναφέρει προτάσεις στήριξης των πολιτών.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της ΕΔΕΚ, σε δηλώσεις του, ο κ. Σιζόπουλος ανέφερε ωστόσο ότι παράλληλα αυτό πρέπει «να αποβαίνει και προς όφελος των πολιτών, κυρίως αυτών που προέρχονται από τις ευάλωτες ομάδες, ώστε να ενισχύεται η κοινωνική συνοχή και το κράτος να μην χρειάζεται να στηρίζει πολίτες με επιδόματα».
Όπως είπε, «δυστυχώς η ασυδοσία που επέδειξαν τα τελευταία 25 χρόνια οι τραπεζίτες οδήγησαν σε οικονομική κρίση την Κύπρο και φτωχοποίησαν μεγάλο αριθμό συμπατριωτών μας», για να σημειώσει ότι «στις πλείστες των περιπτώσεων με την ανοχή ή/και τη συναίνεση κομμάτων και πολιτειακών θεσμών».
Αναφέρθηκε στο σκάνδαλο του ΧΑΚ, στα σκάνδαλα του τραπεζικού τομέα με τις παράλογες επενδύσεις στο εξωτερικό, την αγορά ελληνικών ομολόγων, την παραχώρηση αμφίβολων δανείων, στην απορρόφηση των αξιογράφων, κάνοντας λόγο για «σκάνδαλα τα οποία οδήγησαν στο κούρεμα των καταθέσεων, στο Μνημόνιο και στις εκποιήσεις».
Αντί, σημείωσε, «όλα αυτά να συνετίσουν τους τραπεζίτες και να επιδείξουν πνεύμα αλληλεγγύης, προχώρησαν σε περαιτέρω οικονομική αφαίμαξη των πολιτών μέσα από τις πρακτικές που εφαρμόζουν, όπως μηδενικά καταθετικά επιτόκια και πολύ ψηλά δανειστικά, τα ψηλότερα στην ευρωζώνη, αδικαιολόγητες αυξήσεις των δανειστικών επιτοκίων, πριν από την ανακοίνωση μείωσης από την ΕΚΤ, ώστε στη συνέχεια η μείωση να είναι μικρότερη και αδικαιολόγητες χρεώσεις σε συναλλαγές που πραγματοποιούν δια ζώσης οι πελάτες τους».
Επίσης, είπε ότι προχώρησαν σε ετήσιο τέλος για την ανανέωση της πιστωτικής κάρτας και τέλος στην επικαιροποίηση των στοιχείων των πελατών, που οι ίδιες οι τράπεζες ζητούν.
Σύμφωνα με τον κ. Σιζόπουλο «παρά τις κατ’ επανάληψη εκκλήσεις μας, για μείωση των δανειστικών επιτοκίων κυρίως στα στεγαστικά δάνεια και των χρεώσεων, δεν υπήρξε καμία ανταπόκριση, αντίθετα ανακοινώνουν υπερκέρδη, προκλητικά για το μέγεθος της κυπριακής οικονομίας».
Πρόσθεσε πως η ΕΔΕΚ στη βάση αυτών των δεδομένων από τον Δεκέμβριο του 2022 πρότεινε κατ’ επανάληψη την φορολόγηση των υπερκερδών των τραπεζών και τα χρήματα αυτά να αξιοποιηθούν για την αποζημίωση των κουρεμένων καταθετών και των κατόχων αξιογράφων, για να σημειώσει πως πρόσφατα κατάθεσε στη Βουλή πρόταση οι τράπεζες να καταβάλλουν εισφορά για την Άμυνα από τα έσοδα που έχουν από τους τόκους των καταθέσεών τους στην ΚΤΚ και την ΕΚΤ.
«Δυστυχώς τα υπόλοιπα κοινοβουλευτικά κόμματα την καταψήφισαν. Αυτός είναι και ο λόγος που η ΕΔΕΚ ψήφισε την πρόταση για έκτακτη εισφορά 5% από τα υπερκέρδη των τραπεζών για την ενίσχυση του Ταμείου Αλληλεγγύης. Δυστυχώς, η ολομέλεια της Βουλής δεν ψήφισε την πρόταση, επιδοκιμάζοντας ακόμα μία φορά την αυθαιρεσία των τραπεζιτών και τιμωρώντας τους πολίτες και κυρίως τους συνεπείς δανειολήπτες», ανέφερε.