Αντιμέτωπη με μια οικονομία που παραπαίει, πολιτικές αναταράξεις στην ευρωζώνη και την προοπτική αναζωπύρωσης των εμπορικών εντάσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρόκειται να μειώσει εκ νέου τα επιτόκια την Πέμπτη.
Θα είναι η τέταρτη μείωση από τον Ιούνιο και θα οδηγήσει το βασικό επιτόκιο καταθέσεων στο 3%, καθώς η ΕΚΤ εστιάζει όλο και περισσότερο στην τόνωση του δανεισμού για την ενίσχυση των καταναλωτικών δαπανών και των επιχειρηματικών επενδύσεων στις 20 χώρες που χρησιμοποιούν το ευρώ, μεταδίδει το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Μετά την επιθετική αύξηση των επιτοκίων από τα μέσα του 2022 για την καταπολέμηση του ανεξέλεγκτου κόστους της ενέργειας και των τροφίμων, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν στρέψει την προσοχή τους στις μειώσεις επιτοκίων, καθώς ο πληθωρισμός υποχωρεί και η οικονομία της ευρωζώνης εξασθενεί.
Τα πρόσφατα χειρότερα από τα αναμενόμενα στοιχεία είχαν τροφοδοτήσει τις εικασίες ότι η ΕΚΤ θα μπορούσε να προβεί σε μια μεγάλη μείωση κατά μισή ποσοστιαία μονάδα για πρώτη φορά στον κύκλο χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής.
Ωστόσο, οι πληθωριστικές πιέσεις εξακολουθούν να προκαλούν ανησυχία –ο δείκτης ανέκαμψε πάνω από τον στόχο του 2% της κεντρικής τράπεζας τον Νοέμβριο– και οι αναλυτές αναμένουν τώρα ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει με τον ίδιο ρυθμό όπως και πριν, με μείωση κατά ένα τέταρτο της μονάδας.
Οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ έχουν επανειλημμένα εκφράσει ανησυχίες σχετικά με την αποδυνάμωση των προοπτικών ανάπτυξης στη ζώνη του ενιαίου νομίσματος, σηματοδοτώντας μια μετατόπιση από την εστίαση στη μείωση του πληθωρισμού.
Ο πληθωρισμός της ευρωζώνης κορυφώθηκε στο 10,6% στα τέλη του 2022, αφού εκτινάχθηκε στον απόηχο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και εν μέσω των προβλημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας μετά την πανδημία.
Τον Σεπτέμβριο υποχώρησε κάτω από τον στόχο του 2% της ΕΚΤ, αλλά ανέκαμψε τους επόμενους μήνες, φθάνοντας στο 2,3% τον Νοέμβριο.
Οι αναλυτές αναμένουν ότι οι ασθενέστερες προοπτικές θα αντανακλώνται στις επικαιροποιημένες οικονομικές προβλέψεις της ΕΚΤ, που θα δημοσιευθούν την Πέμπτη, μαζί με την ανακοίνωση της απόφασης για τα επιτόκια, και προβλέπουν μικρές αναθεωρήσεις προς τα κάτω των εκτιμήσεων για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό.
Οι πολιτικές κρίσεις σε χώρες της ευρωζώνης προσθέτουν στο δύσκολο έργο το οποίο καλείται να επιτελέσει η ΕΚΤ. Η Γερμανία οδεύει προς εκλογές τον Φεβρουάριο, επτά μήνες νωρίτερα από το προγραμματισμένο, μετά την κατάρρευση του μακροχρόνιου συνασπισμού του Καγκελάριου Όλαφ Σολτς τον περασμένο μήνα.
Ακόμη και πριν από τις τελευταίες αναταράξεις, η μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης πάλευε με την επιβράδυνση της μεταποίησης και οι αναιμικοί ρυθμοί ανάπτυξής της επιβαρύνουν την ευρύτερη ζώνη του ενιαίου νομίσματος.
Εν τω μεταξύ, στη Γαλλία, τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, η Κυβέρνηση του Μισέλ Μπαρνιέ ανατράπηκε την περασμένη εβδομάδα σε μια ιστορική ψηφοφορία δυσπιστίας, βαθαίνοντας το αυξανόμενο πολιτικό και οικονομικό χάος της χώρας.
Στην προβληματική εικόνα έρχεται να προστεθεί και η επικείμενη επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, ο οποίος έχει απειλήσει να επιβάλει νέους βαρείς δασμούς σε όλες τις εισαγωγές στις Ηνωμένες Πολιτείες και κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στην ΕΕ, καθώς το μπλοκ έχει σημαντικό εμπορικό πλεόνασμα με τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου.
Η απόφαση της ΕΚΤ έρχεται μια εβδομάδα πριν από την επόμενη συνεδρίαση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ για τον καθορισμό των επιτοκίων στις 17 και 18 Δεκεμβρίου, με τις αγορές να στοιχηματίζουν σε νέα μείωση του κόστους δανεισμού.
Ενώ η μείωση των επιτοκίων της ευρωζώνης είναι σχεδόν βέβαιη την Πέμπτη, οι επενδυτές θα αναλύσουν επίσης προσεκτικά τη δήλωση της ΕΚΤ και θα παρακολουθήσουν τη συνέντευξη Τύπου της Προέδρου Κριστίν Λαγκάρντ για ενδείξεις σχετικά με τον ρυθμό που θα ακολουθηθεί.