Νέα παράταση στις διαβουλεύσεις για την ΑΤΑ δίνει ο Υπουργός Εργασίας, αφού την ερχόμενη εβδομάδα αναμένεται να δει εκ νέου τους εργαζόμενους και τους εργοδότες. Όλα αυτά την ώρα που ο ίδιος δεν έχει δώσει στίγμα των προθέσεων της Κυβέρνησης για το ζήτημα.
Οι συζητήσεις που έχουν ξεκινήσει τον περασμένο Απρίλιο, σε μία προσπάθεια να υπάρξει κοινή γραμμή για το θέμα της ΑΤΑ, ανάμεσα σε εργοδότες και εργαζόμενους, δεν έχουν επιφέρει αποτελέσματα, αφού και οι δύο πλευρές παραμένουν προσηλωμένες στις θέσεις τους, οι οποίες είναι εκ διαμέτρου αντίθετες. Από τη μία, οι εργαζόμενοι ζητούν πλήρη αποκατάσταση της ΑΤΑ και καταβολή 100% σε όλους τους εργαζόμενους και από την άλλη οι εργοδότες ζητούν όπως γίνει επαναξιολόγηση και εκσυγχρονισμός του θεσμού, καθώς κρίνεται αναχρονιστικός και παρωχημένος.
Παρά το γεγονός ότι από την αρχή διαπιστώθηκε πως δεν υπήρχε κοινό έδαφος, οι δύο πλευρές έδωσαν χώρο για διάλογο, σε μία προσπάθεια να καταλήξουν σε κοινή γραμμή. Μάλιστα, το Υπουργείο Εργασίας είχε εποπτικό ρόλο, αφού ενημερωνόταν τακτικά για την πορεία των διαβουλεύσεων. Αυτός ήταν και ο λόγος που δεν τηρήθηκαν τα χρονοδιαγράμματα που είχαν τεθεί, ώστε να βρεθεί λύση μέχρι τέλη Ιουνίου και δόθηκε παράταση, αρχικά για αρχές Ιουλίου και στη συνέχεια για τη μέση του μηνός.
Ωστόσο, η παράταση που δόθηκε για την περασμένη Παρασκευή δεν επέφερε τα αποτελέσματα που επιθυμούσε το Υπουργείο Εργασίας και προς αυτό το σκοπό, ο Γιάννης Παναγιώτου θα πραγματοποιήσει εκ νέου συναντήσεις με τους εργαζόμενους και τους εργοδότες. Ο στόχος του Υπουργείου Εργασίας είναι να βρεθεί μία λύση, ώστε να αποφευχθεί το ορατό αδιέξοδο, που θα έχει αρνητικές συνέπειες, ειδικά για την οικονομία, αφού σε τέτοιο ενδεχόμενο είναι οι εργαζόμενοι θα εφαρμόσουν την απόφαση της πανσυνδικαλιστικής διάσκεψης, για λήψη απεργιακών μέτρων.
Ο υπουργός Εργασίας, μιλώντας στο κρατικό ραδιόφωνο, επεσήμανε πως η διαδικασία του κοινωνικού διαλόγου για να υπάρχουν συγκλίσεις βρίσκεται σε εξέλιξη και ο ίδιος είχε επικοινωνήσει με τις οργανώσεις και αρχές της ερχόμενης εβδομάδας θα δει τους εταίρους. Μάλιστα, σημείωσε πως θα είναι λακωνικός στις τοποθετήσεις του, αφού γίνονται προσπάθειες για να καταλήξουν σε λύση σε κάποια κρίσιμα σημεία.
«Η ΑΤΑ είναι ένας θεσμός που μέσα από τη λειτουργία του επιδρά θετικά στην προστασία της αξίας των μισθών των εργαζομένων και αυτό είναι θετικό για τους εργαζόμενους. Είναι ένας θεσμός εμπεδωμένος στη συνείδηση των πολιτών ως κάτι που επιδρά με θετικό τρόπο. Αυτή η συζήτηση είναι παλαιότερη και από τις συζητήσεις για την επίλυση του Κυπριακού Προβλήματος, αφού εφαρμόζεται από τη δεκαετία του 1940. Στην πορεία των δεκαετιών που έχουν μεσολαβήσει έχουν γίνει αλλαγές, εφαρμόστηκαν διαφοροποιήσεις, που διαμόρφωσαν την ΑΤΑ με τον τρόπο που λειτουργεί σήμερα».
Ο κ. Παναγιώτου σημείωσε, παράλληλα, πως μεσολάβησε η οικονομική κρίση και η παγοποίηση επιβλήθηκε λόγω μνημονίου, ενώ ο υπουργός Εργασίας υπέδειξε πως ο ρόλος του μεσολαβητή δεν αναιρεί το ρόλο του ως εκπρόσωπος της Κυβέρνησης, η οποία έχει συγκεκριμένη αντίληψη που ο θεσμός πρέπει να εξελιχθεί για να λειτουργεί αποτελεσματικότερα. «Η θέση μας αυτή δεν λειτουργεί ανασταλτικά για την προσπάθεια που καταβάλλουμε για την επίτευξη συμφωνίας, που να είναι κοινά αποδεχτή. Ό,τι και να συμβεί, ο χρόνος θα περάσει, οι εβδομάδες και οι μήνες ολοκληρώνονται, ούτως ή άλλως, ό,τι και να συζητάμε σήμερα, το επόμενο διάστημα θα έχουμε εξελίξεις και οι θέσεις της κάθε πλευράς θα είναι κατανοητές στην πορεία. Στις εργασιακές θέσεις δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Ακόμη και τα αδιέξοδα είναι στάδια που οδηγούν στην επόμενη φάση».
Ο Γιάννης Παναγιώτου επεσήμανε, παράλληλα, πως οι θέσεις των δύο πλευρών είναι γνωστές ωστόσο ο ίδιος διαπιστώνει πως μέσα από την εξέλιξη του διαλόγου των προηγούμενων μηνών που εντάθηκαν τις τελευταίες εβδομάδες, αναπτύσσεται διάλογος που γίνεται σε μεγαλύτερο βάθος για ορισμένες πτυχές της συζήτησης. «Γίνεται ανταλλαγή απόψεων που βοηθά στην ουσιαστική κατανόηση των τοποθετήσεων, των εισηγήσεων, των προβληματισμών και των ανησυχιών της κάθε πλευράς και ταυτόχρονα η εξέλιξη του διαλόγου για το μέλλον του θεσμού, επιβεβαιώνει εκείνο που είναι δεδομένο, ότι θέλουμε να συνεχίσει να λειτουργεί ο θεσμός. Θεωρώ ότι είναι προτιμότερο, μέσα από τη διακριτικότητα που πρέπει να επιδείξουμε όλοι, να παραμείνουμε επικεντρωμένοι στον κοινωνικό διάλογο».