Ένα γενναιόδωρο σχέδιο αναζωογόνησης της οικονομίας στη Γερμανία το οποίο ονομάζει «Γερμανικό Fund» παρουσίασε την Τετάρτη ο υπουργός Οικονομίας της χώρας Ρόμπερτ Χάμπεκ. Στόχος του υπουργού, εκτός από την επανεκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας που καρκινοβατεί εδώ και δύο χρόνια, είναι η ταυτόχρονη προώθηση ενός φιλικού προς το περιβάλλον βιομηχανικού μετασχηματισμού. Και είναι πλέον κραυγαλέες οι αντιδραστικές κινήσεις του Βερολίνου σε ορισμένα ζητήματα της περίφημης «πράσινης μετάβασης» όπως, για παράδειγμα, η ηλεκτροκίνηση του ευρωπαϊκού στόλου των αυτοκινήτων.
Βασικές εναλλακτικές που προτείνει ο προερχόμενος από το κόμμα των Πρασίνων υπουργός στο 14 σελίδων υπόμνημα που κατέθεσε στους κυβερνητικούς του εταίρους (Σοσιαλδημοκράτες και Ελεύθερους Δημοκράτες) είναι η ενίσχυση της κρατικής προσπάθειας για την ανάπτυξη με δημόσιες επενδύσεις που θα ξεπερνούν κατά 10% τις επενδύσεις των επιχειρήσεων, η αντιστάθμιση των φορολογικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων ή ακόμα η χορήγηση ενέσεων ρευστότητας (με χρήμα τις ομοσπονδιακής κυβέρνησης βέβαια) στις επιχειρήσεις που δεν είναι κερδοφόρες.
Φαύλος κύκλος στη Γερμανία
Αναφερόμενος εμμέσως πλην σαφώς στη συνταγματική κατοχύρωση των πλεονασματικών προϋπολογισμών που πέτυχε και κληροδότησε στις επόμενες γενεές ο αλήστου μνήμης υπουργός Οικονομικών των κυβερνήσεων της Άνγκελα Μέρκελ, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο Χάμπεκ σημειώνει στο υπόμνημά του ότι η Γερμανία «είναι παγιδευμένη σε ένα φαύλο κύκλο χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης και ενός σφιχτού δημοσιονομικού κορσέ».
«Στον προϋπολογισμό υπάρχει ένα πολύ μικρό περιθώριο αύξησης των ιδιωτικών και των δημόσιων επενδύσεων από το επίπεδο που βρίσκονται σήμερα. Η συγκυρία όμως απαιτεί να γίνουν επενδυτικά άλματα. Εάν οι επιχειρήσεις επένδυαν περισσότερα για παραγωγικούς σκοπούς, οι δυναμικές που θα απελευθερώνονταν στην εθνική οικονομία θα ήσαν μεγάλες και αποφασιστικές», υπογραμμίζει ο Χάμπεκ στο υπόμνημά του.
Το σχέδιο Χάμπεκ για την παροχή κινήτρων ώστε να επιτευχθούν επενδύσεις άνω των 100 δισ. ευρώ στη Γερμανία την επόμενη πενταετία «παρουσιάστηκε μία ημέρα αφότου το ΔΝΤ ανακοίνωσε τη μείωση των προβλέψεών του για τη γερμανική ανάπτυξη στο μηδέν για το 2024 και επίσης μία ημέρα αφότου ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Όλαφ Σολτς επικρίθηκε από τους ηγέτες των γερμανικών επιχειρήσεων για τις οικονομικές επιδόσεις και επιλογές της τρικομματικής κυβέρνησής του», γράφει ο Ντέρεκ Σκάλι στους «Irish Times».
Σοσιαλδημοκρατική συναίνεση στη Γερμανία
«Ένας κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ότι η έκθεση Μπάμπεκ δεν συντάχθηκε σε συνεννόηση και σε συντονισμό με τον καγκελάριο Σολτς. Ωστόσο σύντομα βρήκε την υποστήριξη ηγετικών προσωπικοτήτων του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος», σημειώνει ο ρεπόρτερ της ιρλανδέζικης εφημερίδας.
Ο Σκάλι διευκρινίζει ότι οι προτάσεις Χάμπεκ απηχούν τις εκκλήσεις από κορυφαίους Γερμανούς και ξένους οικονομολόγους και επίσης τις εκκλήσεις Ευρωπαίων εταίρων προς τη Γερμανία να μεταρρυθμίσει τον περιβόητο συνταγματικό «κανόνα συγκράτησης των χρεών», ο οποίος περιορίζει τα ετήσια διαρθρωτικά ελλείμματα των ετήσιων προϋπολογισμών των γερμανικών κυβερνήσεων στο 0,35% του ΑΕΠ.
Γερμανία, ρεαλισμοί και εμμονές
Ο Ρόμπερτ Χάμπεκ αναγνώρισε ότι το νέο πρόγραμμα θα χρηματοδοτηθεί από το χρέος, λέγοντας ότι «δεν βλέπει καμία άλλη ρεαλιστική πολιτική επιλογή». Ωστόσο, ο υπουργός Οικονομίας εξέφρασε την ελπίδα ότι «ο περιορισμένος όγκος του Γερμανικού Ταμείου και το στενό χρονικό πλαίσιο εφαρμογής του θα του επιτρέψουν να λειτουργήσει στο περιθώριο του συνταγματικού φρένου χρέους».
Η προοπτική πρόσθετου δανεισμού είναι, ωστόσο, ένα κόκκινο πανί για το συνεργαζόμενο με την κυβέρνηση Ελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα (FDP), το οποίο μάλιστα ελέγχει το υπουργείο Οικονομικών και έχει συνδέσει την πολιτική του επιβίωση στις γενικές εκλογές του επόμενου έτους με μια προπαγάνδα υπέρ της διατήρησης του «σφιχτού δημοσιονομικού κορσέ της Γερμανίας», όπως τον χαρακτηρίζουν οι «Irish Times».
Από τη Νέα Υόρκη, όπου βρισκόταν, ο υπουργός Οικονομικών του FDP Κρίστιαν Λίντνερ αντέδρασε ψύχραιμα στις προτάσεις Χάμπεκ, επιμένοντας ωστόσο ότι «όταν δεν υπάρχει ο απαραίτητος δημοσιονομικός χώρος, ο καλύτερος τρόπος για την ενίσχυση της γερμανικής ανταγωνιστικότητας είναι οι πρόσθετες οικονομικές μεταρρυθμίσεις». Ο Λίντνερ είπε ότι η κυβέρνηση «πρέπει να βάλει πιο ψηλά τον πήχη των δικών της φιλοδοξιών και στόχων σε ό,τι αφορά τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις».
Οι επιχειρήσεις
Τον σκεπτικισμό του Λίντνερ και του FDP συμμερίστηκαν κορυφαίες ομάδες επιχειρηματικών λόμπι, οι οποίες χαρακτήρισαν τις προτάσεις Χάμπεκ ως «περαιτέρω προπέτασμα καπνού». Οι επιχειρηματικές ενώσεις αντιπρότειναν ως αποτελεσματικότερο κίνητρο για την αύξηση των επενδύσεων την ελάφρυνση της φορολογικής επιβάρυνσης του γερμανικού επιχειρηματικού και βιομηχανικού κόσμου.
Η πρόταση Χάμπεκ για σύσταση ενός γερμανικού Ταμείου δημοσίων επενδύσεων απηχεί πάντως τις απόψεις που επί σειρά ετών εκθέτουν γραπτώς επιφανείς Γερμανοί οικονομολόγοι. Κάποιοι εξ αυτών χαιρέτισαν τις προτάσεις του υπουργού των Πρασίνων χαρακτηρίζοντάς τις ως «πιο στοχευμένο κίνητρο από τις γενικευμένες, οριζόντιες φορολογικές ελαφρύνσεις για τις εταιρείες, που προτείνει ο Λίντνερ». Κάποιοι άλλοι προειδοποίησαν για μια «νέα γραφειοκρατία και ασαφείς λεπτομέρειες χρηματοδότησης του σχεδίου Χάμπεκ».
«Ο Ρόμπερτ Χάμπεκ δείχνει ότι έχει αντιληφθεί πού εδράζονται τα προβλήματα της Γερμανίας», δήλωσε ο καθηγητής Οικονομίας Μίκαελ Χούτερ, διευθυντής του Γερμανικού Οικονομικού Ινστιτούτου. Ο συνάδελφός του καθηγητής Μόριτς Σκούλαρικ του Ινστιτούτου του Κιέλου για την Παγκόσμια Οικονομία χαρακτήρισε «φιλόδοξη» την εργασία του υπουργού Χάμπεκ εκτιμώντας ότι αυτή «δικαίως επικεντρώνεται στην ενίσχυση της γερμανικής οικονομίας από την πλευρά της προσφοράς προκειμένου να αυξηθεί η ανάπτυξη και η ανταγωνιστικότητα».
Πηγή: ΟΤ