Η κοινωνία των πολιτών στο Ισραήλ ξαφνικά αφυπνίζεται. Αυτή είναι η διαπίστωση του Πασκάλ Μπρινέλ, ανταποκριτή της γαλλικής οικονομικής εφημερίδας «Les Echos» στο Τελ Αβίβ, ο οποίος θεωρεί ότι η συνέχιση του πολέμου δοκιμάζει την ήδη εξουθενωμένη ισραηλινή οικονομία, η οποία βέβαια εξακολουθεί να βασίζεται στην έμπρακτη στήριξη της Ουάσιγκτον και της Δύσης γενικότερα.
«Είναι η πρώτη φορά από τις 7 Οκτωβρίου που ξέσπασε ο πόλεμος στη Γάζα με την καταδρομική επίθεση της Χαμάς, που το παντοδύναμο συνδικάτο Χισταντρούτ κήρυξε γενική απεργία, η οποία εν μέρει πέτυχε. Ήταν μια μεγάλη αρχή…», γράφει ο Πασκάλ Μπρινέλ εξηγώντας ότι το κύμα αμφισβήτησης της πολιτικής του υπερ-συντηρητικού πολιτικού Βενιαμίν Νετανιάχου μεγαλώνει διαρκώς τους τελευταίους μήνες στο Ισραήλ.
«Αυτή η κινητοποίηση είχε στόχο να καταγγείλει τη γραμμή του Βενιαμίν Νετανιάχου, που κατηγορήθηκε ότι έκανε τα πάντα για να αποτρέψει τη σύναψη συμφωνίας με τη Χαμάς για κατάπαυση του πυρός και την απελευθέρωση των εκατό ομήρων που κρατούσε η ισλαμιστική οργάνωση. Το έναυσμα ήταν η ανακοίνωση της δολοφονίας έξι ομήρων, πυροβολημένων στο κεφάλι.
Τα πτώματα τους βρέθηκαν αυτό το Σαββατοκύριακο σε μια σήραγγα στη νότια Λωρίδα της Γάζας», γράφει ο ανταποκριτής της «Les Echos».
Τορπιλίστηκε η συμφωνία
Αυτή η τραγωδία συνέπεσε με την απόφαση του πολεμικού υπουργικού συμβουλίου την περασμένη Παρασκευή να αρνηθεί, με πρωτοβουλία του Νετανιάχου, οποιαδήποτε συμφωνία εκτός από τη διατήρηση του ισραηλινού στρατού κατά μήκος των 14 χιλιομέτρων των συνόρων νότια της Λωρίδας της Γάζας και της Αιγύπτου για να εμποδιστεί η διακίνηση όπλων μέσω σηράγγων (ο ισραηλινός υπουργός Άμυνας Γιοάβ Γκαλάντ διαβεβαίωσε ότι ο ισραηλινός στρατός μπορεί να επιστρέψει μέσα σε λίγες ώρες στη συνοριακή γραμμή, αν χρειαστεί).
Τόσο η Χαμάς όσο και η Αίγυπτος απέρριψαν κατηγορηματικά την απόφαση του υπουργικού συμβουλίου. «Ο Νετανιάχου έχει τορπιλίσει κάθε πιθανότητα συμφωνίας», αποφάνθηκε με στεντόρεια φωνή η Εϊνάβ Ζανγκάουκερ, μητέρα ενός από τους ομήρους που εξακολουθεί να κρατά η Χαμάς. Η Ζανγκάουκερ μίλησε την Κυριακή σε ένα τεράστιο πλήθος Ισραηλινών που είχε συγκεντρωθεί μπροστά από το κτίριο όπου στεγάζεται του υπουργείο Άμυνας στο Τελ Αβίβ. «Εξαιτίας του πρωθυπουργού οι όμηροι συνεχίζουν να ζουν στην κόλαση», συμφώνησε ο Ναντάβ Ρουντάεφ, γιος ομήρου.
«Η οργή των συγκεντρωμένων ήταν ακόμα πιο έντονη καθώς τέσσερις από τους έξι ομήρους που εκτελέστηκαν υποτίθεται ότι ήταν μέρος μιας ομάδας που επρόκειτο να απελευθερωθεί κατά το πρώτο στάδιο της συμφωνίας που προωθήθηκε από τους Αμερικανούς κατά τη διάρκεια μιας εκεχειρίας έξι εβδομάδων», γράφει η «Les Echos».
Οι συνέπειες της απεργίας
Στο κοινωνικό μέτωπο ο Αρνόν Μπεν Νταβίντ, γενικός γραμματέας του συνδικάτου Χισταντρούτ, χαιρέτισε τη συμμετοχή στη γενική απεργία. Η κινητοποίηση είχε μεγάλη επιτυχία στις τράπεζες, τις δημόσιες υπηρεσίες, τους δήμους, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, αλλά στον ιδιωτικό τομέα η συμμετοχή ήταν περιορισμένη.
Επίσης οι απογειώσεις στο αεροδρόμιο Μπεν Γκουριόν ακυρώθηκαν για δύο ώρες, ενώ οι περισσότερες γραμμές των αστικών και υπεραστικών λεωφορείων έμειναν σχετικά ανεπηρέαστες, σύμφωνα με τις αναφορές του ανταποκριτή της «Les Echos».
Η κυβέρνηση προσέφυγε στη δικαιοσύνη, υποστηρίζοντας ότι η απεργία ήταν παράνομη επειδή είχε «πολιτικά κίνητρα». Το δικαστήριο δικαίωσε την κυβέρνηση και διέταξε τους απεργούς να επιστρέψουν στη δουλειά τους τη Δευτέρα, αλλά ήδη ο Αρνόν Μπεν Νταβίντ είχε ανακοινώσει τον τερματισμό των κινητοποιήσεων αργά το απόγευμα της Κυριακής.
Περιμένοντας τον Μπάιντεν
«Το ερώτημα τώρα είναι αν θα φουντώσει ή αν θα ξεθυμάνει το κίνημα διαμαρτυρίας κατά του Νετανιάχου. Οι περισσότερες οικογένειες των ομήρων ελπίζουν ότι θα συμβεί το πρώτο ώστε να αναγκάσουν τον πρωθυπουργό να συμβιβαστεί, ενώ, σύμφωνα με αμερικανικά ΜΜΕ, ο Τζο Μπάιντεν ετοιμάζεται τις επόμενες ημέρες να παρουσιάσει μια τελική επικαιροποιημένη πρόταση συμφωνίας, που θα βασίζεται στη λογική ‘πάρτε το ή αφήστε το’», μεταδίδει απο το Τελ Αβίβ ο γάλλος ανταποκριτής.
Ο Πασκάλ Μπρινέλ θεωρεί ότι ο πραγματικός κίνδυνος για τον Νετανιάχου δεν είναι το κύμα δυσαρέσκειας για τον τρόπο που πολιτεύεται – πολλοί δυτικοί παρατηρητές συνδέουν την παραμονή του στην εξουσία με τη συνέχιση του πολέμου – αλλά το ενδεχόμενο αποστασίας κάποιων βουλευτών που τον στηρίζουν στο Κοινοβούλιο. Το Λικούντ και τα δύο ακροδεξιά κόμματα που στηρίζουν το κόμμα του Νετανιάχου έχουν ισχνή πλειοψηφία 64 βουλευτών από τους 120 συνολικά της Κνεσέτ.
Μια πολεμική οικονομία
Εν τω μεταξύ, πρόσφατο δημοσίευμα των «Times of Israel» προειδοποιούσε ότι, ενώ η οικονομία του Ισραήλ δείχνει να αντέχει τον πόλεμο με τη Χαμάς που συμπληρώνει ήδη σε διάρκεια 11 μήνες, τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται. Ο ρυθμός ανάπτυξης υποχώρησε στο 1,3% το δεύτερο τρίμηνο του 2024 από 4,2% που ήταν προτού ξεσπάσει ο πόλεμος, όμως η κρίση είναι παρούσα και βαθαίνει και απειλεί ακόμα και με κατάρρευση την ισραηλινή οικονομία.
Συγκεκριμένα, έπειτα από το αρχικό σοκ της καταδρομής τον περασμένο Οκτώβριο, το Χρηματιστήριο του Τελ Αβίβ ανέκαμψε φθάνοντας στα προ του πολέμου επίπεδα, ενώ και η ισοτιμία του σεκέλ έναντι του δολαρίου και των άλλων δυτικών νομισμάτων επίσης ανέκαμψε. Η ανεργία, ωστόσο, επιδεινώθηκε ξεπερνώντας πάλι το 10%, ενώ λόγω του πολέμου υποβαθμίζεται η ποιότητα ζωής των Ισραηλινών, σύμφωνα με τους «Times of Israel».
Οι εξαγωγές εξακολουθούν να καταρρέουν από τις αρχές του 2024 – είναι χαρακτηριστικό ότι υποχώρησαν κατά 5,4% το πρώτο τρίμηνο σε σύγκριση με το τέταρτο τρίμηνο του 2023, που ήταν το πρώτο του πολέμου, αλλά σε ετήσια βάση έχουν πέσει 26%.
Ουσιαστικά την οικονομία της χώρας κρατά ζωντανή η εσωτερική ζήτηση, αλλά οι ειδικοί προειδοποιούν ότι τα στοιχεία εμφανίζουν μια πλασματική εικόνα. Η ανάκαμψη της κατανάλωσης είναι προσωρινή και οφείλεται στις μαζικές δαπάνες του στρατού για την αγορά ανθρωπιστικής βοήθειας για τους εκτοπισμένους, χρήμα που διαχέεται και ευνοεί τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.
Ισχυροί φίλοι
«Ο στρατός απορροφά τους οικονομικούς κραδασμούς, είναι αυτός που διατηρεί ζωντανή την παραγωγική δραστηριότητα», αποφαίνεται ο επικεφαλής οικονομολόγος της BDO Τσεν Χέρτζογκ, που προειδοποιεί για το ενδεχόμενο μιας πλήρους κατάρρευσης αν σταματήσει να ρέει το κρατικό χρήμα. Η ισραηλινή εφημερίδα σημειώνει ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα θα φθάσει εφέτος στο 6,6% του ΑΕΠ. Αλλά το δημόσιο χρέος δεν μπορεί να πει κανείς ότι «πνίγει» την κυβέρνηση, αφού αναμένεται να αυξηθεί μόλις στο 67% στα τέλη του 2024.
Σε κάθε περίπτωση, το Τελ Αβίβ διαθέτει ισχυρούς φίλους και γενναιόδωρους χορηγούς σε ολόκληρη τη Δύση. Μπορεί η οικονομία του Ισραήλ να βρίσκεται σε κατάσταση «μερικής παράλυσης», κατά τον ανταποκριτή της «Les Echos», αλλά οι ισραηλινές κυβερνήσεις, όποια κι αν είναι η σύνθεσή τους, μπορούν να βασίζονται στην προθυμία ισχυρών κέντρων πολιτικής και οικονομικής εξουσίας του εξωτερικού για να την αποκαταστήσουν.
Πηγή: ΟΤ