Η Κυβέρνηση της Κίνας θέτει στόχο η ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας να ανέλθει στο 5% το 2025, τη στιγμή που βρίσκεται αντιμέτωπη με νέο εμπορικό πόλεμο των ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ και μεγεθυνόμενη δυσθυμία στην εσωτερική της αγορά.
Όπως αναφέρει επίσημο έγγραφο που συμβουλεύτηκε σήμερα το Γαλλικό Πρακτορείο, λίγο πριν από το μεγάλο πολιτικό ραντεβού της χρονιάς, η Κίνα θέτει στόχο ανάπτυξη «περί το 5%», πανομοιότυπο με αυτόν της περασμένης χρονιάς, που γενικά συνάδει με τις προβλέψεις αναλυτών. Ορίζει επίσης στόχο ο πληθωρισμός να παραμείνει κοντά στο 2%.
Το Πεκίνο θέλει επίσης να δημιουργηθούν 12 εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε αστικά κέντρα, κατά το έγγραφο.
Χιλιάδες αντιπρόσωποι συγκεντρώθηκαν σήμερα το πρωί (τοπική ώρα) στο Πεκίνο για την τελετή έναρξης της ετήσιας συνεδρίας του Εθνικού Λαϊκού Συνεδρίου, του κινεζικού κοινοβουλίου, που ήταν προγραμματισμένο να ξεκινήσει στις 09:00 (03:00).
Ο Πρωθυπουργός Λι Τσιανγκ επρόκειτο να παρουσιάσει την «έκθεση δραστηριότητας» της Κυβέρνησής του σε μακρά ομιλία του, που θα υποδείξει τις αδρές γραμμές της οικονομικής, κοινωνικής και εξωτερικής πολιτικής της Κίνας τους προσεχείς μήνες.
Αναμένεται επίσης να αναφερθεί επίσημα στον στόχο για την ανάπτυξη του ΑΕΠ το 2025. Ο στόχος του 5% φαντάζει μάλλον φιλόδοξος, με δεδομένες τις δυσκολίες για την κινεζική οικονομία.
Ο ασιατικός γίγαντας παραμένει αντιμέτωπος με κρίση χρέους του τομέα των ακινήτων, υψηλή ανεργία, ιδίως στις τάξεις των νέων και άτονη κατανάλωση, καθώς η ορμή του έχει επιβραδυνθεί από την περίοδο της πανδημίας του νέου κορωνοϊού. Χωρίς να λογαριάζονται οι επιπρόσθετες δυσκολίες που φέρνει ο Ντόναλντ Τραμπ.
Ο Αμερικανός Πρόεδρος επέβαλε χθες Τρίτη νέους επιπρόσθετους τελωνειακούς δασμούς στα προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ από την Κίνα, έπειτα από παρόμοιο μέτρο που ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα.
Οι δασμοί αυτοί θα πλήξουν εμπορικές ανταλλαγές αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων ανάμεσα στις δυο μεγαλύτερες οικονομίες της Κίνας.
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, ο Λου Τσιντζιάν, εκπρόσωπος της ετήσιας συνόδου του Εθνικού Λαϊκού Συνεδρίου, αναγνώρισε χθες πως η κινεζική οικονομία καλείται να ξεπεράσει «πολλές δυσκολίες και προκλήσεις». «Η οικονομική και πολιτική αβεβαιότητα σε παγκόσμια κλίμακα αυξάνεται», εξήγησε. «Η εσωτερική ζήτηση είναι ανεπαρκής και ορισμένες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν δυσκολίες όσον αφορά την παραγωγή και την εκμετάλλευση», συνέχισε.
Οι κινεζικές εξαγωγές έφθασαν σε επίπεδο ρεκόρ το 2024.
Όμως, με τον εμπορικό πόλεμο Πεκίνου-Ουάσιγκτον που ξανάρχισε ο Ντόναλντ Τραμπ, η χώρα θα χρειαστεί να βρει νέους κινητήρες ανάπτυξης.
Η Κίνα ανακοίνωσε χθες τα πρώτα μέτρα ανταπόδοσης στους νέους αμερικανούς δασμούς και υποσχέθηκε να αγωνιστεί «μέχρι τέλους» για να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της.
Οι κινεζικές αρχές θα προχωρήσουν στην επιβολή επιπρόσθετων δασμών ως και 15% σε γκάμα αμερικανικών προϊόντων, ιδίως της σόγιας, του χοιρινού και του καλαμποκιού, από τη 10η Μαρτίου.
Τα μέτρα του Πεκίνου είναι «συγκριτικά μετρημένη αντίδραση» λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δασμοί του Ντόναλντ Τραμπ έχουν στο στόχαστρο το σύνολο των κινεζικών προϊόντων που εισάγονται στις ΗΠΑ, σημείωσε ο Λιν Σονγκ, οικονομολόγος ειδικευμένος στην ηπειρωτική Κίνα στην ING.
«Η αντίδραση θα μπορούσε να είναι πολύ πιο ισχυρή, όμως με κάθε νέα κλιμάκωση, ο κίνδυνος ισχυρότερης ανταπάντησης (από τις ΗΠΑ) επίσης μεγεθύνεται», πρόσθεσε.
Οι κινεζικές αρχές ενδέχεται να παρουσιάσουν εντός της εβδομάδας το περίγραμμα νέων μέτρων για την τόνωση της οικονομίας, έπειτα από σειρά ανακοινώσεων που χαρακτηρίστηκαν σθεναρές στα τέλη του 2024.
Αναλυτές θεωρούν πως τα υπάρχοντα μέτρα δεν φθάνουν αρκετά μακριά για να συνεφέρουν την οικονομία.
«Οι κατευθυντήριες γραμμές του Πεκίνου υποδεικνύουν πως το δημόσιο έλλειμμα θα αυξηθεί πολύ αυτή τη χρονιά», προεξόφλησε μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Χάρι Μέρφι Κρουζ, αρμόδιος για την κινεζική οικονομία στη Moody’s Analytics.
«Προβλέπουμε δημοσιονομικό έλλειμμα της τάξης του 4% του ΑΕΠ», από 3% προηγουμένως, πρόσθεσε.
Στο περιθώριο της ετήσιας συνεδρίασης του κοινοβουλίου της, η Κίνα ανακοίνωσε σήμερα τον αμυντικό προϋπολογισμό της — τον δεύτερο μεγαλύτερο παγκοσμίως πίσω από αυτόν των ΗΠΑ.
Θα αυξηθεί κατά 7,2% φέτος, όσο και το 2024.
Ο ρυθμός ανάπτυξης αυτός, που γενικά ανταποκρίνεται στις προσδοκίες, περιλαμβάνεται στο κυβερνητικό έγγραφο για τα δημοσιονομικά.
Το Πεκίνο σκοπεύει να δαπανήσει 1,78 τρισεκ. γιούαν (245,7 δισεκ. δολάρια) για την άμυνα. Παρά το πελώριο μέγεθός του, ο προϋπολογισμός του παραμένει υποτριπλάσιος από εκείνον της Ουάσιγκτον.
Οι ΗΠΑ παραμένουν μακράν στην πρώτη θέση παγκοσμίως ως προς τις στρατιωτικές δαπάνες, που ανήλθαν σε 916 δισεκ. δολάρια το 2023, σύμφωνα με το το Διεθνές Ινστιτούτο Έρευνας για την Ειρήνη με έδρα τη Στοκχόλμη, το SIPRI. Ακολούθησαν η Κίνα (296 δισεκ.), η Ρωσία (109), η Ινδία (83,6), η Σαουδική Αραβία (75,8), η Βρετανία (74,9), η Γερμανία (67), η Ουκρανία (66,8) και η Γαλλία (61,3).
Η γεωπολιτική αντιπαλότητα των δυο μεγαλύτερων οικονομικών δυνάμεων της υφηλίου θα ενταθεί φέτος, προειδοποιούν αναλυτές. Το ζήτημα της Ταϊβάν, που η Κίνα θεωρεί επαρχία της, παραμένει κύρια πηγή εντάσεων στη διμερή σχέση.
Ο Ντόναλντ Τραμπ εισηγείται συντονισμένη μείωση των αμυντικών προϋπολογισμών των ΗΠΑ, της Ρωσίας και της Κίνας. Το Πεκίνο μάλλον δυσπιστεί. Εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Κίνας έκρινε τον περασμένο μήνα πως η όποια μείωση των στρατιωτικών δαπανών θα έπρεπε καταρχήν να εξεταστεί από την Ουάσιγκτον, δοθέντος του μεγέθους τους.