Στις Βρυξέλλες βρέθηκαν οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων των «27» για μια έκτακτη σύνοδο κορυφής με μοναδικό θέμα στην ατζέντα την αναζήτηση τρόπων τόνωσης της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας. Διότι όλες οι στατιστικές δείχνουν ότι η ανταγωνιστικότητα των οικονομιών (κυρίως της Ευρωζώνης) φθίνει διαρκώς έναντι των ΗΠΑ και της Κίνας. Και υπάρχουν φόβοι ότι οι πόλεμοι στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή θα ανοίξουν ακόμα περισσότερο την ψαλίδα.
Τα κακά μαντάτα είχαν δημοσιοποιηθεί στις αρχές Μαρτίου: η παραγωγικότητα της Ευρωζώνης μειώθηκε κατά 1,2% το τελευταίο τρίμηνο του 2023 συγκριτικά με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2022, ενώ η παραγωγικότητα των ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 2,6%. Τα στοιχεία δεν αποκάλυψαν βέβαια κάτι το καινούργιο ή το άγνωστο. Εδώ και δύο δεκαετίες η αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων στις ΗΠΑ ήταν υπερδιπλάσια από εκείνη των εργαζομένων στις χώρες-μέλη της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης τότε και της Βρετανίας.
Οι ηγέτες κρατών και κυβερνήσεων θα αναζητήσουν τρόπους για να ανατραπεί η μακρόχρονη αυτή τάση βασιζόμενοι σε μια πολυαναμενόμενη έκθεση για το μέλλον της ενιαίας αγοράς που έχει εκπονήσει ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας Ενρίκο Λέτα, που θα τεθεί επί τάπητος την Πέμπτη. Θα γίνει ουσιαστικά μια προετοιμασία για τη βαθύτερη προσέγγιση του ζητήματος, εν αναμονή άλλης έκθεσης ακριβώς για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, που ετοιμάζει ένας άλλος πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας, που υπήρξε μάλιστα και πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ, ο Μάριο Ντράγκι.
Η έκθεση Ντράγκι αναμένεται να ολοκληρωθεί στα τέλη Ιουνίου, μετά δηλαδή τις ευρωεκλογές.Σημειωτέον ότι προτού συζητήσουν τα ζητήματα της ανταγωνιστικότητας την Πέμπτη, κατά τη διάρκεια δείπνου που θα έχουν την Τετάρτη οι 27 ηγέτες θα μιλήσουν για την υποστήριξή τους στην Ουκρανία, για την κατάσταση στη Μέση Ανατολή (εδώ οι προσπάθειες της ΕΕ κατατείνουν στην αποκλιμάκωση), ενώ θα ανταλλάξουν απόψεις και για τις σχέσεις μεταξύ της Ένωσης και της Τουρκίας.
Η εσωτερική αγορά
Όπως γράφει η ανταποκρίτρια της γαλλικής «Les Echos» από τις Βρυξέλλες Φαμπιέν Σμιτ, η έκθεση Λέτα θα προτείνει μια δέσμη μέτρων για τη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και συγκεκριμένα ιδέες για τη βελτίωση της συνεκτικότητας και την ολοκλήρωση των κλάδων των τηλεπικοινωνιών, της ενέργειας και των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. «Πρόκειται για τρεις τομείς που αν δεν επιταχυνθεί η ολοκλήρωσή τους, η ΕΕ είναι καταδικασμένη σε παρακμή», γράφει χαρακτηριστικά η Σμιτ.
Ο Λέτα όμως αγγίζει ένα ακόμη πιο λεπτό θέμα από το οποίο εξαρτάται η συνοχή και η ολοκλήρωση της εσωτερικής ευρωπαϊκής αγοράς. Στην έκθεσή του προτείνει τηνν υιοθέτηση από τα κράτη-μέλη ενός νέου καθεστώτος κρατικών ενισχύσεων, που θα απαιτούσε από τις εθνικές κυβερνήσεις να διαθέσουν μέρος της εθνικής τους χρηματοδότησης (κονδύλια από τον προϋπολογισμό τους δηλαδή) για πανευρωπαϊκές επενδύσεις.
Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας
«Ο κίνδυνος της βιομηχανικής και τεχνολογικής παρακμής της ΕΕ είναι σήμερα πραγματικότητα. Η Ευρώπη πρέπει να ανακτήσει την παραγωγικότητα, την κυριαρχία της και πάνω από όλα πρέπει να είναι σε θέση να επενδύσει σε βασικούς τομείς για το μέλλον. Δηλαδή για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, αλλά και για να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της ανθεκτικότητας και της οικονομικής ασφάλειας, της άμυνας και της καινοτομίας», εξηγεί ανώτερο στέλεχος της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών συνοψίζοντας το πρόβλημα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι ηγέτες.
Αυτά θα αποτελέσουν τα πρώτα ορόσημα για τη δημιουργία ενός μελλοντικού Συμφώνου Ανταγωνιστικότητας, όπως αποκαλείται στις Βρυξέλλες. Μιας στρατηγικής συμφωνίας δηλαδή των «27» που θα έχει ως στόχο να καλυφθούν τα κενά στην ανάπτυξη, την παραγωγικότητα και την καινοτομία που υπάρχουν και διευρύνονται εδώ και χρόνια μεταξύ της ΕΕ και των κύριων ανταγωνιστών της.
Στο πλαίσιο του σχεδιασμού ενός Συμφώνου Ανταγωνιστικότητας θα πρέπει να τεθεί προς συζήτηση και το μέλλον της Ενωσης Κεφαλαιαγορών. «Πρόκειται για μια ευρωπαϊκή μεταρρύθμιση που έχει βαλτώσει εδώ και χρόνια, αλλά εδώ και αρκετούς μήνες η ΕΕ – και με ιδίως η Γαλλία – προσπαθεί να αναζωογονήσει», σημειώνει η ανταποκρίτρια της «Les Echos».
Η Ένωση των Κεφαλαιαγορών
Η Ένωση των Κεφαλαιαγορών καθίσταται ολοένα και πιο επείγουσα προτεραιότητα, κατά τους ειδικούς των Βρυξελλών. Σε γενικές γραμμές είναι αυτή που θα παράσχει τα απαραίτητα κεφάλαια στους «27» για την πραγματοποίηση «δαπανηρών επενδύσεων για την ενεργειακή και την ψηφιακή μετάβαση, αλλά και για την άμυνα της Ευρώπης και τη βοήθεια προς την Ουκρανία, διατηρώντας παράλληλα το κοινωνικό μοντέλο της ΕΕ», γράφει η «Les Echos». Διότι δεν αρκούν οι δημόσιες επενδύσεις.
«Θα υπάρξει μερίδιο των δημοσίων επενδύσεων στην όλη προσπάθεια, αλλά το μεγαλύτερο μέρος θα πρέπει να προέλθει από ιδιωτικά κεφάλαια, από ιδιώτες επενδυτές», επισημαίνει στη γαλλική εφημερίδα ανώτερος ευρωπαίος αξιωματούχος.
«Μια ενοποιημένη ευρωπαϊκή κεφαλαιαγορά θα επέτρεπε στις εισηγμένες επιχειρήσεις να επενδύσουν μαζικά πέρα από την απλή τραπεζική χρηματοδότηση», σημειώνει ο αξιωματούχος. Επιπλέον, θα συγκρατούνταν επενδύσεις εντός της ευρωπαϊκής επικράτειας, διότι σήμερα οι ευρωπαϊκές αποταμιεύσεις επενδύονται σε ένα μεγάλο βαθμό εκτός Ευρώπης, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ. «Περίπου 300 δισ. ευρώ διασχίζουν κάθε χρόνο τον Ατλαντικό με κατεύθυνση τις ΗΠΑ», σημειώνει η Φαμπιέν Σμιτ.
Οι γαλλογερμανικές διαφορές
«Το πρόβλημα σε αυτό το νέο κόσμο είναι ότι εμείς οι Ευρωπαίοι είμαστε πολύ μικροί. Αν δεν ενωθούμε, αν δεν ενσωματωθούμε θα παρακμάσουμε. Αδράνεια στην ενιαία αγορά σημαίνει παρακμή», είχε τονίσει ο Ενρίκο Λέτα σε συνέντευξή του που δημοσίευσαν οι «Financial Times» τη Δευτέρα, ενόψει της συνόδου κορυφής της Πέμπτης.
Η ανταποκρίτρια της «Les Echos» θυμίζει βέβαια ότι οι «27» θα πρέπει να ξεπεράσουν αρκετές και περίπλοκες διαφορές που υπάρχουν μεταξύ τους (ιδιαίτερα μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας) σχετικά με τη δημιουργία μιας Ένωσης των Κεφαλαιαγορών. Και οι διαφορές αυτές αφορούν ως επί το πλείστον την εποπτεία και τη φορολογία, όπως γράφει η Σμιτ, που πάντως αναφέρει ότι υπάρχει βούληση και του Παρισιού και του Βερολίνου για υπέρβαση των διαφορών αυτών και για συνεννόηση.
Είναι δα γνωστή η αλλεργία που έχει η γερμανική οικονομικο-πολιτική ελίτ με οποιουδήποτε τύπου «αμοιβαιοποίηση οικονομικών βαρών» εντός της ΕΕ. Όμως τώρα παρατηρεί κανείς ότι προέκυψε μια παράμετρος που περιπλέκει πολύ την κατάσταση για το Βερολίνο και το φέρνει κατά κάποιον τρόπο βίαια ενώπιον των ευθυνών του. Η παράμετρος αυτή έχει να κάνει με τον πόλεμο στην Ουκρανία, με τη βοήθεια προς το Κίεβο και επίσης με την καταστατική νατοϊκή υποχρέωση για τη διάθεση του 2% του προϋπολογισμού κάθε μέλους για «αμυντικές» δαπάνες.
Πηγή: ΟΤ