Ο πληθωρισμός που τρέχει πλέον με πάνω από 250% σε ετήσια βάση πλήττει καίρια τα νοικοκυριά στην Αργεντινή την ώρα που ο πρόεδρος της χώρας Χαβιέ Μιλέι εφαρμόζει πρόγραμμα λιτότητας και υποτίμησης του εθνικού νομίσματος όπως είχε υποσχεθεί προεκλογικά.
Εδώ και δύο μήνες που ξεκίνησε η «θεραπεία σοκ» από την κυβέρνηση Μιλέι με στόχο να αποφευχθεί η δέκατη χρεοκοπία στη σύγχρονη ιστορία της χώρας και να μειωθούν σημαντικά τα δημοσιονομικά ελλείμματα, οι τιμές των τροφίμων έχουν αυξηθεί έως και 50% με 100%.
Πολλά νοικοκυριά αναγκάστηκαν να αντικαταστήσουν το βοδινό κρέας με κοτόπουλο για να βγει ο μήνας, άλλα έπαψαν να βγαίνουν έξω για φαγητό ή ξεκίνησαν να μαζεύουν περισσότερα κουπόνια προσφορών από εφημερίδες και άλλες πηγές. Τα σουπερμάρκετ δεν προλαβαίνουν να αλλάζουν τις τιμές στα ράφια και οι πιο μικρές επιχειρήσεις ανησυχούν για το τζίρο τους.
Το ποσοστό της φτώχειας έχει φτάσει πλέον στο 57% από 45% πέρσι και η ισοτιμία του εθνικού νομίσματος ειδικά απέναντι στο δολάριο βρίσκεται πολύ χαμηλά (στα 840 πέσος ανά δολάριο ΗΠΑ) αφού το Δεκέμβριο ο Μιλέι είχε ανακοινώσει υποτίμηση του πέσο κατά 54%.
Οι αντιδράσεις από συνδικάτα μεγαλώνουν και πλέον η χώρα οδεύει προς σταυροδρόμι όπου και θα φανεί εάν η κυβέρνηση θα συνεχίσει να έχει στήριξη για να προχωρήσει και σε νέες μεταρρυθμίσεις όπως είναι μεγάλες ιδιωτικοποιήσεις που έχουν ανακοινωθεί. Η Αργεντινή έχει χρεοκοπήσει εννέα φορές, με πιο πρόσφατη το 2020 πριν από μεγάλη αναδιάρθρωση χρέους. Εκτός από τις λαϊκές αντιδράσεις οι πολιτικές του Μιλέι αντιμετωπίζουν εμπόδια και στο Κογκρέσο της χώρας.
Που καλπάζει ο πληθωρισμός
Οι τιμές εξακολουθούν να αποτελούν ιδιαίτερα σημαντικό πρόβλημα. Τα στοιχεία για τον Ιανουάριο έδειξαν ότι ο πληθωρισμός σε μηνιαία βάση διαμορφώθηκε σε πάνω από 20%. Σε ετήσια βάση ο πληθωρισμός έφτασε το 254%.
Η μεγαλύτερη μηνιαία αύξηση στις τιμές (44%) καταγράφηκε στο δείκτη «άλλα αγαθά και υπηρεσίες» που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων είδη προσωπικής φροντίδας, κόστος κοινωνικής προστασίας, κόστος ασφαλειών και παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.
Η αύξηση στο κόστος των μεταφορών σε μηνιαία πάντα βάση διαμορφώθηκε σε πάνω από 26% κυρίως λόγω ανατιμήσεων στα εισιτήρια για δημόσιες συγκοινωνίες και στα καύσιμα. Το κόστος των τηλεπικοινωνιών αυξήθηκε πάνω από 25% λόγω αύξησης στα τιμολόγια για τηλεφωνία και για υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο.
Ο δείκτης των τροφίμων και μη αλκοολούχων ποτών που έχει πολύ μεγάλη βαρύτητα στη διαμόρφωση του συνολικού δείκτη τιμών κατέγραψε σε μηνιαία βάση άνοδο της τάξης του 20,4%. Αυτό οφείλεται κυρίως στις ανατιμήσεις σε κρέας, ψωμί και δημητριακά.
Ψήφος εμπιστοσύνης από αγορές
Με την εφαρμογή του προγράμματος λιτότητας ο Μιλέι προσπαθεί να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης και από τις αγορές. Μέχρι τώρα δείχνει να το καταφέρνει. Τα πρώτα σημάδια όσον αφορά τους αριθμούς είναι θετικά, με το Μπουένος Άιρες να ανακοινώνει για τον Ιανουάριο το πρώτο δημοσιονομικό πλεόνασμα σε διάστημα μηνός εδώ και δέκα χρόνια. Αυτό αποτέλεσε θετικό σημάδι για τις αγορές και ενίσχυσε τις τιμές των κρατικών ομολόγων μειώνοντας ταυτόχρονα το κόστος ασφάλισής του έναντι κινδύνου.
Ο Μιλέι εξελέγη υποσχόμενος να λάβει τα μέτρα τα οποία έχει βάλει ήδη σε εφαρμογή. Ανάμεσα στα άλλα έδωσε την τολμηρή υπόσχεση να μηδενίσει δημοσιονομικό έλλειμμα σχεδόν 3% από πέρυσι.
Προχώρησε σε μεγάλες μειώσεις δαπανών στην κυβέρνηση και σε μείωση της χρηματοδότησης στην τοπική αυτοδιοίκηση, ενώ αγόρασε πάνω από 5 δισεκατομμύρια δολάρια σε αμερικανικό νόμισμα για να αναπληρώσει τα εξαντλημένα συναλλαγματικά, όπως δείχνουν στοιχεία του Reuters.
Προς το παρόν τα σκληρά μέτρα έχουν ενισχύει την πεποίθηση της αγοράς ότι ο πρόεδρος της χώρας θα ακολουθήσει τις δεσμεύσεις του για σταθεροποίηση της οικονομίας. Οι περισσότεροι επενδυτές μόλις πριν λίγες εβδομάδες δεν πίστευαν ότι ο Μιλέι θα μπορέσει να μειώσει το έλλειμμα και τώρα αναμένουν τη συνέχεια.
Στο μέτωπο των αγορών όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα ορισμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί και αποτιμώνται σε δολάρια ΗΠΑ να βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δύο ή τεσσάρων ετών, αν και οι τιμές τους εξακολουθούν να μην υπερβαίνουν τα 35-45 σεντς ανά δολάριο όπως δείχνουν τα ίδια στοιχεία.
Πηγή: OT