Μέχρι βέβαια να ορίσει ο Γάλλος πρόεδρος τον νέο πρωθυπουργό, η παραιτηθείσα κυβέρνηση Μπαρνιέ θα είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση των τρεχουσών υποθέσεων.
Το Σύνταγμα δεν προσδιορίζει την προθεσμία εντός της οποίας ο Εμανουέλ Μακρόν πρέπει να διορίσει νέο πρωθυπουργό (έχει επίσης το δικαίωμα να δώσει και πάλι στον Μισέλ Μπαρνιέ την εντολή, αν και αυτό ακούγεται σχεδόν εξωφρενικό).
Όμως, σε αντίθεση με το καλοκαίρι του 2024 -κατά το οποίο ο Γάλλος πρόεδρος χρειάστηκε δύο μήνες για να διορίσει πρωθυπουργό- ο Εμανουέλ Μακρόν θα πρέπει να ανακοινώσει γρήγορα το όνομα του διαδόχου του Μπαρνιέ.
Ηδη πολλά ονόματα ακούγονται στο Παρίσι, «αλλά για να σχεδιάσουμε το πορτρέτο του επόμενου ένοικου του μεγάρου Ματινιόν, ο νέος πρωθυπουργός θα πρέπει να ικανοποιεί τόσο την ακροδεξιά Εθνική Συσπείρωση, όσο και ένα τμήμα τουλάχιστον, του αριστερού Νέου Λαϊκού Μετώπου (τους σοσιαλιστές κυρίως), για να αποφευχθεί η αναπαραγωγή του σεναρίου της πρότασης μομφής», λένε στη Ναυτεμπορική Γάλλοι δημοσιογράφοι. «Πρόκειται για ένα μεγάλο ιδεολογικό χάσμα που είναι δύσκολο να βρεθεί», τονίζουν χαρακτηριστικά.
Οι υποψήφιοι πρωθυπουργοί
Μεταξύ των διαφορετικών υποθέσεων, ο Εμμανουέλ Μακρόν θα μπορούσε να επιλέξει να διορίσει στο Ματινιόν τον κεντρώο Φρανσουά Μπαϊρού, ηγέτη του κόμματος MoDem και δήμαρχο του Πό. Ο Μπαϊρού θα μπορούσε να βρει κοινό έδαφος με την Μαρίν Λεπέν, καθώς έχει αποδεχθεί κάποιες θέσεις της Εθνικής Συσπείρωσης στο θέμα της αλλαγής του εκλογικού νόμου με στόχο την αναλογική εκπροσώπηση των κομμάτων στη Βουλή. Ζητούμενο εδώ και πολλά χρόνια από τη Λεπέν, ο Φρανσουά Μπαϊρού δήλωσε στη Le Monde: «Βλέπω καθημερινά ότι αυτή η ιδέα της αναλογικότητας είναι στο μυαλό όλων σήμερα. Είναι η μόνη αξιόπιστη προοπτική για την ομαλοποίηση του πλουραλισμού. Υποχρεώνει όλες τις πολιτικές δυνάμεις να αναγνωρίσουν τη νομιμότητα, συμπεριλαμβανομένων των αντιπάλων τους. Είναι πλέον αναπόφευκτο, και ευτυχώς, αυτή η ιδέα κερδίζει έδαφος».
Μεταξύ των υποψηφίων πρωθυπουργών ακούγεται και ο Σεμπαστιάν Λεκορνί, ο απερχόμενος υπουργός Ενόπλων Δυνάμεων. Είναι πρώην μέλος των κεντροδεξιών Ρεπουμπλικανών, αλλά είναι στο πλευρό του Εμανουέλ Μακρόν από το 2016. Έχει επίσης το πλεονέκτημα ότι γνωρίζει τη Μαρίν Λεπέν, αλλά επίσης έχει και την υποστήριξη της Μπριζίτ Μακρόν, με την οποία συνομιλεί τακτικά.
Ένα άλλο όνομα ψιθυρίζεται επίσης στους διαδρόμους του προεδρικού μεγάρου είναι του Ρολάν Λεσκύρ – αντιπροέδρου της Βουλής.
Αυτοί οι τρεις υποψήφιοι πάντως είναι όλοι κοντά στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και η πολιτική τους εγγύτητα με τον Μακρόν είναι δύσκολο να ικανοποιήσει την αντιπολίτευση.
Οι άλλοι υποψήφιοι
Ο Εμανουέλ Μακρόν θα μπορούσε επίσης να επιλέξει τον σοσιαλιστή, πρώην πρωθυπουργό Μπερνάρ Καζνέβ, αλλά και εδώ, το στοίχημα δεν κερδίζεται. Στο δικό του στρατόπεδο, το Σοσιαλιστικό Κόμμα, ο Μπερνάρ Καζνέβ δεν είναι αποδεκτός. Ξεκινώντας από τον πρώτο γραμματέα του Σοσιαλιστικού κόμματος Ολιβιέ Φορ που το καλοκαίρι είχε δώσει την υποστήριξή του στη Λουσί Καστέ ως υποψήφια πρωθυπουργό του Νέου Λαϊκού Μετώπου.
Τι να περιμένουμε από το διάγγελμα Μακρόν;
Ο Γάλλος πρόεδρος θα μιλήσει απόψε στις 21.00 (ώρα Ελλάδος) και δεν είναι καθόλου σίγουρο πώς θα λύσει το μυστήριο γύρω από την επιλογή του αντικαταστάτη του Μπαρνιέ. Ο Εμανουέλ Μακρόν θα πρέπει, σε κάθε περίπτωση, όμως να προσδιορίσει την κατεύθυνση που επιθυμεί να ακολουθήσει για την θητεία του, καθώς πληθαίνουν και οι φωνές που ζητούν την παραίτησή του.
Τους Γάλλους απασχολεί πάντως το ερώτημα τι θα γίνει με τα νομοσχέδια που κατέθεσε η κυβέρνηση Μπαρνιέ;
Με την ανατροπή της κυβέρνησης, ορισμένοι νομικοί που ρωτήθηκαν από τη Le Monde πιστεύουν ότι όλα τα υπό εξέταση κείμενα… ενταφιάζονται αμέσως. Ξεκινώντας από τα νομοσχέδια που συζητούνται στη Βουλή, και το πιο εμβληματικό από όλα, το δημοσιονομικό νομοσχέδιο (PLF) για το 2025. «Η κυβέρνηση θα μπορούσε μόνο να διασφαλίσει την διαχείριση των “τρεχουσών υποθέσεων”», διαβεβαιώνει ο Ορελιάν Μπαϊντού, καθηγητής δημοσίου δικαίου στο το Πανεπιστήμιο της Λιλ. Αντίθετα, ο Ματιέ Καρπεντιέ, καθηγητής δημοσίου δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Τουλούζ, υποστηρίζει ότι «τίποτα στην πρόσφατη κοινοβουλευτική μας ιστορία δεν δικαιολογεί τον ισχυρισμό ότι η ανατροπή της κυβέρνησης καθιστά τα κείμενά της παρωχημένα» .
Ιστορικά πάντως, μετά την καταψήφιση τον Οκτώβριο του 1962 της κυβέρνησης Πομπιντού, ακολούθησε διάλυση της Εθνοσυνέλευσης «η οποία κατέστησε όλα τα εκκρεμή νομοσχέδια παρωχημένα». Όμως η κατάσταση είναι διαφορετική σήμερα, γιατί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν μπορεί να προκηρύξει βουλευτικές εκλογές πριν από τον Ιούλιο του 2025, το νωρίτερο.
«Και οι δύο ερμηνείες είναι έγκυρες, αλλά, υπό το φως των προηγούμενων της Τέταρτης Δημοκρατίας, υπάρχουν καλοί λόγοι να πιστεύουμε ότι τα δημοσιονομικά νομοσχέδια επιβιώνουν από την πρόταση μομφής», προσθέτουν κάποιοι νομικοί. «Θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη από μια νέα κυβέρνηση, μεταξύ άλλων με την τροποποίησή τους από μια μεικτή επιτροπή ή σε μια νέα ανάγνωση, για να εκφράσουν τις πολιτικές απόψεις των νέων υπουργών».
Χωρίς προϋπολογισμό
Λόγω της πτώσης της κυβέρνησης, οι πιθανότητες να εγκρίνει ως το τέλος του χρόνου η Γαλλική Βουλή προϋπολογισμό για το 2025, είναι μικρές. Οι προθεσμίες είναι στην πραγματικότητα πολύ ασφυκτικές για ένα νέο νομοσχέδιο που θα ετοιμάσει μια νέα κυβέρνηση, ώστε να εξεταστεί από την Εθνοσυνέλευση και τη Γερουσία πριν από τις 31 Δεκεμβρίου.
Ελλείψει προϋπολογισμού, η νέα κυβέρνηση (ή η αποχωρούσα κυβέρνηση) θα μπορούσε να ζητήσει «επειγόντως από το Κοινοβούλιο την εξουσιοδότηση για είσπραξη φόρων και με διάταγμα τις πιστώσεις που σχετίζονται με τις υπηρεσίες που έχουν ψηφιστεί», όπως προβλέπει το Γαλλικό Σύνταγμα (άρθρο 47.9). Ετσι, θα ήταν δυνατή η προσωρινή ανανέωση για το 2025 των δαπανών και των εσόδων του προϋπολογισμού του 2024 εν αναμονή μιας νέας κυβέρνησης και ενός επίσημου νόμου για τα οικονομικά.
Ωστόσο, αυτή η λύση θα ήταν μόνο βραχύβια, ειδικά σε ένα πλαίσιο σπειροειδούς ελλείμματος. Χωρίς αναθεώρηση προς τα πάνω της κλίμακας φόρου εισοδήματος για να ληφθεί υπόψη ο πληθωρισμός, «όλοι οι Γάλλοι θα πλήρωναν περισσότερους φόρους», προειδοποίησε επίσης ο υπουργός Προϋπολογισμού, Λοράν Σεν Μαρτάν.
Η πολιτική αβεβαιότητα τροφοδοτεί όμως τη δυσπιστία των επενδυτών και οδηγεί στην αύξηση των ήδη πολύ υψηλών επιτοκίων δανεισμού του δημοσίου, κάτι που μπορεί να έχει επιπτώσεις στο χρηματιστήριο και σε ολόκληρη την οικονομία. Επομένως, η νέα κυβέρνηση θα έχει κάθε συμφέρον να καταθέσει το συντομότερο δυνατό ένα νέο δημοσιονομικό νομοσχέδιο για το 2025, το οποίο θα αντικαθιστούσε, μόλις εγκριθεί από τη Βουλή, αυτόν τον «αυτόματο» προϋπολογισμό.
Μπορεί να εγκρίνει μόνο ο Μακρόν τον προϋπολογισμό;
Με βάση το άρθρο 16 του Συντάγματος, θα μπορούσε ο Μακρόν να εγκρίνει μόνος του τον προϋπολογισμό, αλλά οι συνταγματολόγοι λένε πώς θα ήταν μια ακραία λύση που δεν πληροί επί του παρόντος καμία νομική προϋπόθεση και η οποία θα οδηγούσε τη χώρα σε συνταγματική κρίση.
Οι δυνατότητες χρήσης αυτού του άρθρου, το οποίο παρέχει πλήρεις εξουσίες στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για περιορισμένο χρονικό διάστημα, οριοθετούνται σαφώς από την πρώτη του παράγραφο, η οποία αναφέρει δύο προϋποθέσεις:
Είναι απαραίτητο «οι θεσμοί της Δημοκρατίας, η ανεξαρτησία του έθνους, η ακεραιότητα της επικράτειάς του ή η εκτέλεση των διεθνών δεσμεύσεών του να απειληθούν με σοβαρό και άμεσο τρόπο»… Και ότι «η κανονική λειτουργία των συνταγματικών δημόσιων εξουσιών, διακόπτεται» .
«Αυτό το άρθρο προβλέπει εξαιρετικά αυστηρούς όρους, στους οποίους δεν βρισκόμαστε, απολύτως», επιμένει ο Ζυλιέν Μπουντόν, καθηγητής δημοσίου δικαίου στο Πανεπιστήμιο Παρί Σακλέ. «Θα ήταν εντελώς ανώμαλο να καταφύγουμε στο άρθρο 16 υπό τις παρούσες συνθήκες. Θεωρώ μάλιστα εξαιρετικά σοβαρό να προτείνω ότι αυτό είναι δυνατό», προσθέτει η Στεφανί Νταμαρέ, καθηγήτρια δημοσίου δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Λιλ.
Για την ιστορία, το άρθρο 16 εφαρμόστηκε μόνο μία φορά στην ιστορία της Πέμπτης Δημοκρατίας: ο Σαρλ ντε Γκώλ το χρησιμοποίησε μετά το πραξικόπημα των στρατηγών στην Αλγερία, μεταξύ 23 Απριλίου και 29 Σεπτεμβρίου 1961. Οι συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικές τότε. Ήδη εκείνη την εποχή, αυτή η διάταξη είχε επικριθεί ευρέως, με τον Πρόεδρο Ντε Γκωλ να έχει χρησιμοποιήσει αυτές τις εξαιρετικές εξουσίες για περισσότερους από πέντε μήνες, παρόλο που η απόπειρα πραξικοπήματος είχε τελειώσει σε πέντε ημέρες.
Πηγή: Ναυτεμπορική, Μιχάλης Ψύλος • [email protected]