Την ανησυχία της για τις συνθήκες φτώχειας που βιώνουν χιλιάδες νοικοκυριά, εκφράζει η ΔΕΟΚ, η οποία λέει πως χρειάζονται άμεσα μέτρα και λύσεις.
Σε ανακοίνωσή της, η ΔΕΟΚ επαναδιατυπώνει τις θέσεις της, λέγοντας ότι η απόδοση της ΑΤΑ στο 100% και η σταδιακή επέκτασή της καθίσταται τώρα περισσότερο επιβεβλημένη, ενώ προσθέτει ότι η διάβρωση των μισθών ιδιαίτερα αυτών που βρίσκονται στα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα από την άνοδο των τιμών σε βασικά είδη πρώτης ανάγκης οδηγεί στην αύξηση της φτώχειας και σε διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.
Επίσης, αναφέρεται στη επέκταση των συλλογικών συμβάσεων και τη ρύθμιση των εργασιακών ωφελημάτων, έτσι ώστε να υπάρχουν σωστοί και δίκαιοι μισθοί, οι οποίοι θα ανταποκρίνονται στην αξία της παραγόμενης εργασίας για να κατανέμεται δικαιότερα ο παραγόμενος πλούτος, όπως λέει.
Προσθέτει ότι απαιτεί την άμεση λήψη μέτρων για στήριξη των νοικοκυριών και των ευάλωτων κοινωνικών τάξεων, όπως είναι η μείωση του ΦΠΑ σε καύσιμα και τρόφιμα, η μείωση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος και η αποτελεσματική αξιοποίηση του νομοθετικού εργαλείου, για την επιβολή πλαφόν σε καύσιμα και άλλα είδη πρώτης ανάγκης.
«Παρά το γεγονός πως η πολιτική των επιδομάτων δεν είναι η λύση στο πρόβλημα καθώς κύριο μέλημα θα πρέπει να είναι η δημιουργία εκείνων των συνθηκών που να κατοχυρώνουν το δικαίωμα κάθε πολίτη στην πρόσβαση στην εργασία και στην αξιοπρεπή διαβίωση, εντούτοις θα πρέπει άμεσα να επαναξιολογηθούν και αναπροσαρμοστούν όλα τα επιδόματα κοινωνικής πρόνοιας συμπεριλαμβανομένου και του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος», αναφέρει.
Μεταξύ άλλων, λέει πως έχει ζητήσει από τον Υπουργό Οικονομικών, ενόψει και της φορολογικής μεταρρύθμισης να υιοθετήσει παρόμοια πολιτική με αυτή που προτείνεται όσον αφορά την φόρο ελάφρυνση σε όσους είτε έχουν οικιστικά δάνεια, είτε πληρώνουν ενοίκια και τα εισοδήματα τους δεν φορολογούνται, με το να εισάγει το θεσμό του επιδόματος ενοικίου.