Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα ξεκινήσει τον Ιούνιο μια σταθερή, αλλά σταδιακή, πορεία περικοπών των επιτοκίων που θα διαρκέσει τουλάχιστον μέχρι το τέλος του επόμενου έτους, σύμφωνα με οικονομολόγους που συμμετείχαν σε έρευνα του Bloomberg.
Οι ερωτηθέντες αναμένουν μείωση του επιτοκίου καταθέσεων κατά το πρώτο τρίμηνο – που σήμερα ανέρχεται στο ύφος ρεκόρ του 4% – στη συνεδρίαση πολιτικής μετά την επερχόμενη σύνοδο του Διοικητικού Συμβουλίου στις 11 Απριλίου. Παρόμοιες κινήσεις θα ακολουθούν μία φορά το τρίμηνο, μειώνοντας σταδιακά το επιτόκιο στο 2,25% στα τέλη του 2025.
Οι αξιωματούχοι φαίνεται να συμφώνησαν ότι ο Ιούνιος είναι ο μήνας για την έναρξη της επιστροφής στην περιοριστική πολιτική. Ο μετέπειτα ρυθμός χαλάρωσης είναι λιγότερο σαφής, με την πρόεδρο της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, να επιμένει ότι θα καθοδηγείται αυστηρά από τις οικονομικές επιδόσεις – και άλλους που ήδη σχεδιάζουν την προτιμώμενη πορεία τους.
«Δεδομένου ότι η έναρξη των μειώσεων των επιτοκίων στο εγγύς μέλλον φαίνεται να έχει σχεδόν αποφασιστεί, η προσοχή θα στραφεί τώρα σε αυτό που καθορίζει την ταχύτητα της νομισματικής χαλάρωσης», δήλωσε ο Kristian Toedtmann, οικονομολόγος της Dekabank. «Τα μέλη του Συμβουλίου δεν φαίνεται να έχουν κοινή αντίληψη για τη συσχέτιση των δεδομένων».
Όπως αναφέρει το Bloomberg, ο Έλληνας Γιάννης Στουρνάρας υποστήριξε τον περασμένο μήνα ότι δύο μειώσεις επιτοκίων πριν από το καλοκαίρι και τέσσερις συνολικά φέτος θα ήταν «λογικές» δεδομένων των προοπτικών. Ο Αυστριακός συνάδελφός του Ρόμπερτ Χόλτσμαν, επί μακρόν υποστηρικτής του της άποψης να μην υπάρξει καμιά αλλαγή στα επιτόκια το 2024, δήλωσε αυτή την εβδομάδα ότι δεν έχει «κατ’ αρχήν αντίρρηση» για ένα πρώτο βήμα τον Ιούνιο — αλλά μόνο εάν το επιτρέπει η οικονομία.
«Η πρόκληση για την ΕΚΤ θα είναι να μην ακούγεται πολύ επιθετική», δήλωσε ο Carsten Brzeski, επικεφαλής μακροοικονομικών υπηρεσιών της ING. «Αντίθετα, θα πρέπει να εξηγήσει ότι μια μείωση των επιτοκίων τον Ιούνιο δεν θα είναι τόσο το αποτέλεσμα της επιθυμίας της ΕΚΤ να στηρίξει την οικονομία, αλλά μάλλον ένα σημάδι ότι «απλώς μπορούν» να ομαλοποιήσουν κάπως την περιοριστική στάση της νομισματικής πολιτικής».
Αυτό είναι δυνατό επειδή ο πληθωρισμός επιβραδύνθηκε ταχύτερα από ό,τι αναμενόταν τον Μάρτιο και οι προσδοκίες των καταναλωτών για μελλοντικά κέρδη μειώθηκαν επίσης, υποδηλώνοντας ότι η ΕΚΤ βρίσκεται σε καλό δρόμο —αν όχι μπροστά— στις προσπάθειές της να φτάσει τον στόχο για πληθωρισμό 2% το επόμενο έτος.
Iσορροπημένοι οι κίνδυνοι για ανάπτυξη και πληθωρισμό
Οι περισσότεροι οικονομολόγοι στην έρευνα του Bloomberg θεωρούν ότι οι κίνδυνοι για τις τελευταίες προβλέψεις της ΕΚΤ – για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό – είναι σε γενικές γραμμές ισορροπημένοι, αν και περίπου το ένα τρίτο βλέπει ανοδικούς κινδύνους για τα τέλη του 2025 και το 2026.
«Η ΕΚΤ θα πρέπει να είναι ανοιχτή σε μειώσεις επιτοκίων ήδη από τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους, αλλά ταυτόχρονα να δώσει σήμα στις χρηματοπιστωτικές αγορές ότι οι υπερβολικά επιθετικές προσδοκίες για μείωση επιτοκίων είναι αδικαιολόγητες και αντιπαραγωγικές», δήλωσε από τη μεριά του ο Dennis Shen, ανώτερος διευθυντής της Scope Ratings, τονίζοντας τον κίνδυνο που ενέχει μια πρόωρη χαλάρωση των οικονομικών συνθηκών.
Οι αγορές προβλέπουν επί του παρόντος περίπου 90 μονάδες βάσης χαλάρωσης φέτος, σε σύγκριση με περίπου 70 μονάδες βάσης για την Fed. Αυτό το κενό έχει αναζωπυρώσει μια συζήτηση που είναι τόσο παλιά όσο και η ίδια η ΕΚΤ – εάν η Ευρώπη μπορεί να χαράξει τη δική της πολιτική πορεία ή θα αναγκαστεί τελικά να ακολουθήσει τις ΗΠΑ.
Μόνο το ένα τέταρτο των ερωτηθέντων δήλωσε πως ότι είναι πεπεισμένο ότι οι αποφάσεις της Fed δεν θα επηρεάσουν καθόλου την πορεία των επιτοκίων της ΕΚΤ, σε σύγκριση με το 36% που δηλώνει ότι δεν θα έπρεπε.
Αυτό που είναι αλήθεια είναι ότι ένας από τους μεγαλύτερους οικονομικούς κινδύνους για τη ζώνη του ευρώ προέρχεται από τις ΗΠΑ κι αυτός ο κίνδυνος αφορά το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του ερχόμενου Νοεμβρίου. Οι οικονομολόγοι ανησυχούν επίσης για τις παγκόσμιες γεωπολιτικές εντάσεις και τις πληθωριστικές πιέσεις.