Ψυχρολουσία περίμενε αυτή τη Δευτέρα την Κριστίν Λαγκάρντ επιστρέφοντας στην έδρα της ΕΚΤ στη Φραγκφούρτη έπειτα από τις επαφές και τις συναντήσεις που είχε την περασμένη εβδομάδα στο Νταβός στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ.
Τα αποτελέσματα έρευνας για τις επιδόσεις της προέδρου της Ευρωτράπεζας που διενεργήθηκε μεταξύ των υπαλλήλων της ΕΚΤ ήταν απογοητευτικά γι’ αυτήν. Και, σύμφωνα με πληροφορίες της γαλλικής «Le Figaro», έσπειραν τον πανικό στις διευθύνσεις Επικοινωνίας και Ανθρώπινου Δυναμικού της Τράπεζας.
Η έρευνα που διενήργησε το συνδικάτο των εργαζομένων IPSO και δημοσιοποίησε η ιστοσελίδα Politico έδειξε ότι, έστω και με οριακή πλειοψηφία 50,6%, οι εργαζόμενοι στην Ευρωτράπεζα κρίνουν από «κακή» έως «πολύ κακή» την επίδοση της Κριστίν Λαγκάρντ στην ηγεσία του οργανισμού – σημειωτέον ότι η Λαγκάρντ είναι πρόεδρος της ΕΚΤ από τον Οκτώβριο του 2019.
Το χειρότερο για την πρόεδρο είναι η σύγκριση με τον προκάτοχό της, Μάριο Ντράγκι. Σε ανάλογη έρευνα που είχε διενεργηθεί επί προεδρίας του ιταλού ευρωτραπεζίτη και πολιτικού, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν μόλις 8,9%. Αντίθετα τρεις στους τέσσερις ερωτηθέντες αξιολογούσαν ως «άριστη», «πολύ καλή» και «καλή» την πολιτεία του αποκληθέντος και «σωτήρα του ευρώ» μετά την ιστορική φράση που είχε πει το 2012 ότι θα έκανε «ότι χρειαζόταν» για να σώσει το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα.
«Ένας για όλους και όλοι για μία»
Αίσθηση προκάλεσε η δηλητηριώδης παρατήρηση που έκανε ένα στέλεχος της Ευρωτράπεζας που μετείχε στην έρευνα: «Ο Μάριο Ντράγκι ήταν εδώ για την ΕΚΤ, τώρα η ΕΚΤ μοιάζει να είναι εδώ για την Κριστίν Λαγκάρντ».
Πέρα από τις φημολογούμενες φιλοδοξίες επιστροφής, εν ευθέτω χρόνω, της Λαγκάρντ στη γαλλική πολιτική σκηνή, ίσως ξενίζει τη γραφειοκρατία της ΕΚΤ το γεγονός ότι η πρώην γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και πρώην υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας (επί προεδρίας Σαρκοζί) είναι πολύ εξωστρεφής.
«Είναι μια κεντρική τραπεζίτισσα που συνεχίζει να μιλάει ανοιχτά για την ΕΚΤ σε όλη την Ευρώπη, με την επιθυμία να εκδημοκρατίσει τα μηνύματά της προς τους Ευρωπαίους», όπως γράφει ο ρεπόρτερ του «Figaro» Φλοραντέν Κολόμπ.
Στην έρευνα περισσότερα από τα μισά στελέχη που απάντησαν στην έρευνα εμφανίζονται να αμφιβάλλουν για την ικανότητα της ΕΚΤ να επαναφέρει τον πληθωρισμό στο στόχο της στο 2%. Πρόκειται για έναν στόχο τον οποίο έχει ήδη προγραμματίσει χρονικά η Λαγκάρντ για το 2025. Νεότερα για το θέμα και βεβαίως για την πολυαναμενόμενη από τις αγορές, τις επιχειρήσεις αλλά και κάθε πολίτη της Ευρωζώνης έναρξη της διαδικασίας αποκλιμάκωσης των ευρωεπιτοκίων ίσως η πρόεδρος της ΕΚΤ δώσει την Πέμπτη, 25 Ιανουαρίου, στη συνέντευξη τύπου που θα ακολουθήσει τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωτράπεζας.
Ο γιαλός και το αρμένισμα
Όπως συμβαίνει συχνά, όταν τα αποτελέσματα μιας έρευνας δεν είναι αρεστά, αμφισβητείται η εγκυρότητα της ίδιας της έρευνας. Ο γιαλός είναι στραβός δηλαδή, δεν φταίει το αρμένισμα. Εν προκειμένω η διοίκηση της ΕΚΤ αμφισβήτησε τη μεθολογογία της έρευνας, υποστηρίζοντας ότι πάσχει σε σημείο που η δημοσκόπηση στερείται βάσης. Μόνο 1.100 εργαζόμενοι από τους 5.000 και πλέον υπαλλήλους απάντησαν στην έρευνα και οι μισοί εξ αυτών δηλώνουν ξεκάθαρα δυσαρεστημένοι με την δουλειά τους στην ΕΚΤ. «Αντίθετα, σύμφωνα με τις μελέτες της ίδιας της Ευρωτράπεζας, οκτώ στους δέκα εργαζόμενοι θα ήταν περήφανοι να δουλέψουν εκεί», σημειώνει ο «Figaro».
«Αυτή η δημοσκόπηση είναι εσφαλμένη. Θέτει θέματα για τα οποία είναι υπεύθυνη η διοίκηση και οι διευθύνσεις και όχι μόνο ο πρόεδρος», δήλωσε εκπρόσωπος της ΕΚΤ. Επιπλέον, όσον αφορά τη μεθοδολογία της έρευνας, ο εκπρόσωπος υποστήριξε ότι «τίποτα δεν εμποδίζει έναν εργαζόμενο να απαντήσει πολλές φορές».
«Η πρόεδρος και το διοικητικό συμβούλιο είναι πλήρως επικεντρωμένοι στην αποστολή τους και έχουν εφαρμόσει πολιτικές για να ανταποκριθούν στα πρωτοφανή γεγονότα των τελευταίων ετών, όπως είναι η πανδημία και οι πόλεμοι», πρόσθεσε ο εκπρόσωπος της Ευρωτράπεζας τονίζοντας ότι «η ΕΚΤ συλλέγει σχόλια από το προσωπικό της μέσω τακτικών ερευνών που διεξάγονται σύμφωνα με τα επαγγελματικά πρότυπα και θα συνεχίσει να το πράττει».
Πιέσεις για αυξήσεις
Ο ρεπόρτερ του «Figaro» παρατηρεί ότι το όλο ζήτημα ανέκυψε σε μια συγκυρία κατά την οποία τα συνδικάτα των εργαζομένων στην ΕΚΤ διεκδικούν μισθολογικές αυξήσεις. «Μετά το ισχυρό πληθωριστικό κύμα των τελευταίων δύο ετών, εκπρόσωποι του προσωπικού επέκριναν έντονα και απείλησαν να αντιταχθούν στη μισθολογική πολιτική της Ευρωτράπεζας, που είναι υπεύθυνη για τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών στη ζώνη του ευρώ», γράφει χαρακτηριστικά.
Στα τέλη του 2023 η διοίκηση της ΕΚΤ πρότεινε στα συνδικάτα οριζόντια αύξηση των μισθών των εργαζομένων κατά 4,6% «ως αποτέλεσμα ενός δείκτη ευθυγραμμισμένου με τις αποδοχές των εργαζομένων σε άλλους διεθνείς οργανισμούς».
Πηγή: ΟΤ