Μόνο που σήμερα, αυτά τα «γουρούνια» φαίνεται να τα πηγαίνουν πολύ καλύτερα από εκείνους που τα καθύβριζαν.
Ελλάδα και Πορτογαλία έχουν καταφέρει να εξισορροπήσουν τους λογαριασμούς, δείχνοντας ότι είναι δυνατή η αποπληρωμή του χρέους. Η Πορτογαλία κατάφερε μάλιστα να μειώσει το δημόσιο χρέος της κάτω από αυτό της Ισπανίας, ενώ η Ελλάδα αναμένεται να κάνει το ίδιο σε σχέση με την Ιταλία, το πολύ σε τρία χρόνια.
Για την ιστορία, πριν από τέσσερα χρόνια, η Ελλάδα είχε 63 ποσοστιαίες μονάδες (σε σχέση με το ΑΕΠ) περισσότερο χρέος από την Ιταλία. Τώρα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και οι ειδικοί της Scope Ratings προβλέπουν ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας –αν και παραμένει το υψηλότερο στην Ευρωζώνη- θα έχει υποχωρήσει σε τρία χρόνια κάτω από εκείνο της Ιταλίας.
Πρωταθλήτρια η Ελλάδα
Στο τέλος του 2023 , το ελληνικό δημόσιο χρέος ανερχόταν στο 160,3 % του ΑΕΠ, μειωμένο κατά 12 ποσοστιαίες μονάδες σε ετήσια βάση. Η μείωση ήταν μάλιστα η μεγαλύτερη μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ετήσια βάση.
« Η συνέχιση της μείωσης του χρέους και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι ζωτικής σημασίας για την Ελλάδα», αναφέρουν οι ειδικοί της Scope Ratings και προσθέτουν: «Για την περαιτέρω βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας, απαιτούνται σταθερή ονομαστική οικονομική ανάπτυξη και συνεχής δημοσιονομική εξυγίανση για τη διασφάλιση σημαντικής μείωσης του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ, παρόλο που έχει ήδη πέσει σε επίπεδα πριν από τον Covid. Η κυβέρνηση πρέπει να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις και να διατηρήσει τη συνετή διαχείριση των δημόσιων οικονομικών για να εξασφαλίσει περαιτέρω σταθερή μείωση του χρέους».
Η πορεία του χρέους της Ευρωζώνης
Στην Ευρωζώνη, το δημόσιο χρέος μειώθηκε στο 89,9% του ΑΕΠ από 90,3% στο β’ τρίμηνο του 2023 και 92,2% στο γ’ τρίμηνο.
Τα μεγαλύτερα ποσοστά μετά την Ελλάδα είχαν η Ιταλία (140,6% του ΑΕΠ), η Γαλλία (111,9%), η Ισπανία (109,8%), το Βέλγιο (108%) και η Πορτογαλία (107,5%), ενώ τα χαμηλότερα είχαν η Εσθονία (18,2%), η Βουλγαρία (21%), το Λουξεμβούργο (25,7%), η Σουηδία (29,7%) και η Δανία (30,1%).
Η Πορτογαλία κατόρθωσε μάλιστα σήμερα να μειώσει το δημόσιο χρέος κάτω από το 100%, έχοντας μειώσει τις δημόσιες δαπάνες στα προ του κορωνοϊού επίπεδα. Επιπλέον, η πορτογαλική οικονομία παρουσιάζει έντονη ανάπτυξη και χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας από τις υπόλοιπες χώρες της Νότιας Ευρώπης.
Το 2023, το Πορτογαλικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,3%, αφού παρουσίασε άνοδο 6,8% το 2022, την υψηλότερη ανάπτυξη από το 1987. Από την άλλη, το ποσοστό ανεργίας είναι στο 6,6%, πολύ χαμηλότερα από αυτά της Ελλάδας, της Ισπανίας ακόμη και της Ιταλίας.
Το Ιταλικό πρόβλημα
Αντίθετα, «η Ιταλία θα έχει το μεγαλύτερο ποσοστό χρέους στην Ευρώπη σε μόλις τρία χρόνια», λένε οι αναλυτές της Scope, απαιτώντας από τη Ρώμη να έχει ένα σχέδιο για να βάλει σε τάξη τα δημόσια οικονομικά της.
Σύμφωνα με την έκθεση που δημοσιεύτηκε την περασμένη Παρασκευή, το χρέος της Ιταλίας ως προς το ΑΕΠ θα ξεπεράσει αυτό της Ελλάδας εκείνη την περίοδο. Ταχύτερα μάλιστα, από ό,τι είχε προβλέψει το ΔΝΤ, που εκτιμούσε ότι αυτό θα συνέβαινε το 2028.
«Η ιταλική κυβέρνηση πρέπει να σχεδιάσει και να εφαρμόσει ένα αξιόπιστο μεσοπρόθεσμο σχέδιο δημοσιονομικής εξυγίανσης για τη σταθεροποίηση του δημόσιου χρέους, δεδομένων των προβλημάτων που δημιουργούνται από το υψηλό κόστος δανεισμού , τα υπερβολικά φορολογικά κίνητρα και τις καθυστερήσεις στις δαπάνες στο σχέδιο ανάκαμψης για να ενθαρρύνει την ανάπτυξη», γράφουν οι ειδικοί της Scope.
Θα διογκωθεί το δημόσιο χρέος της Ιταλίας
«Το ιταλικό δημόσιο χρέος θα διογκωθεί τα επόμενα χρόνια λόγω των φορολογικών κινήτρων στον κατασκευαστικό τομέα. Τα μέτρα αυτά έχουν αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία τρία χρόνια και έχουν ήδη επιδεινώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα, αλλά θα υπολογίζονται μόνο ως πρόσθετο δημόσιο χρέος τα επόμενα χρόνια», διευκρινίζει ο Νίκολα Νόμπιλε, αναλυτής της Oxford Economics, σε σημείωμα προς τους πελάτες.
Η Scope υπολογίζει ότι η Ιταλία χρειάζεται συσσωρευμένη εξοικονόμηση 135 δισ. ευρώ την επόμενη πενταετία για να ενισχύσει το πρωτογενές πλεόνασμα. Αυτό προϋποθέτει μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ κατά 1% και πληθωρισμό 2%.
«Οι προοπτικές δεν είναι ενθαρρυντικές», λέει ο Μάρκο Βάγκνερ, οικονομολόγος της Commerzbank. Εκτιμά ότι είναι πιθανό «ο μέσος όρος του χρέους να είναι υψηλότερος από τον ονομαστικό ρυθμό ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια, λόγω της αύξησης των επιτοκίων ως συνέπεια του χαμηλότερου πληθωρισμού».
Μιχάλης Ψύλος • [email protected]