Την ανησυχία του για τη συμφωνία που επήλθε μεταξύ του Υπουργείου Οικονομικών και των συντεχνιών του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα για παραχώρηση γενικών μισθολογικών αυξήσεων ύψους 1,5% από τον Οκτώβριο του 2024, εκφράζει με ανακοίνωσή του το ΚΕΒΕ.
Στον δημόσιο τομέα η αύξηση αυτή που συμφωνήθηκε είναι επιπρόσθετη αύξηση αφού κάθε χρόνο παραχωρείται αύξηση στη βάση των κλιμάκων των μισθών και Α.Τ.Α, προστίθεται.
Σημειώνεται ακόμα ότι το κρατικό μισθολόγιο της Κύπρου είναι από τα ψηλότερα από πάρα πολλές χώρες και πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθότι τα τελευταία χρόνια αυτό διογκώνεται συνεχώς.
Το ΚΕΒΕ αναφέρει ότι «οι συνεχείς αυτές αυξήσεις οδηγούν στον κίνδυνο αυτό να καταστεί μη βιώσιμο με αποτέλεσμα την επιστροφή του σε μη διαχειρίσιμα επίπεδα με όλα τα αρνητικά επακόλουθα για τα δημόσια οικονομικά και την οικονομία».
Η αύξηση αυτή «παραχωρείται μετά την πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου το οποίο έχει καλέσει την Κυβέρνηση να βρει τρόπους συγκράτησης του κρατικού μισθολογίου και προσαρμογή των μισθών στη βάση μακροοικονομικών εξελίξεων και παραγωγικότητας», αναφέρει το ΚΕΒΕ.
Στην ανακοίνωση προστίθεται ακόμα ότι, σε μια εποχή κατά την οποία διεθνώς υπάρχουν προκλήσεις και αβεβαιότητες, επιβάλλεται όπως η αύξηση του κρατικού μισθολογίου (προσαυξήσεις, γενικές αυξήσεις, ΑΤΑ, προσλήψεις και προαγωγές) περιορίζεται μέχρι το ποσοστό αύξησης του ΑΕΠ, που θα λαμβάνει υπόψη και την παραγωγικότητα.
«Θα πρέπει να προχωρήσει ταχύτερα η ψηφιοποίηση της κρατικής μηχανής που θα επιφέρει σταδιακή μείωση στο κόστος λειτουργίας της κρατικής μηχανής και αύξηση της αποδοτικότητας της», αναφέρεται καταληκτικά.