Συνολικά 400 οικοδομές έχουν λάβει προειδοποιητικές επιστολές ότι χρήζουν επιδιόρθωσης, ενώ από αυτές οι 130 κηρύχθηκαν επικίνδυνες, αναφέρει ο Δήμος Λεμεσού, με αφορμή το χθεσινό περιστατικό πτώσης σαθρών τμημάτων από στηθαίο μπαλκονιού, διαμερίσματος που βρίσκεται στον 4ο όροφο πολυκατοικίας, στην περιοχή Νεάπολης.
Σε ανακοίνωση του, ο Δήμος Λεμεσού σημειώνει ότι μετά το χθεσινό περιστατικό, με τη συμβολή της Αστυνομίας και της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, κινητοποιήθηκε και έλαβε άμεσα τα απαραίτητα μέτρα προστασίας, τόσο για τους ενοίκους όσο και για τους διερχόμενους πολίτες.
Σε επιτόπια αυτοψία, προστίθεται, οι μηχανικοί του Δήμου διερεύνησαν και κατέγραψαν τα αίτια της πτώσης, ενώ δόθηκαν οδηγίες για λήψη μέτρων με στόχο την ασφάλεια του κοινού.
«Είναι σημαντικό να καταγραφεί ότι είχε προηγηθεί επιθεώρηση στο συγκεκριμένο κτήριο από προσωπικό του Δήμου και μάλιστα αποστάληκαν προς όλους τους ιδιοκτήτες και τη Διαχειριστική Επιτροπή προειδοποιητικές επιστολές για άμεση επισκευή/ συντήρησή του», υπογραμμίζει η ανακοίνωση.
Επιπρόσθετα, ο Δήμος Λεμεσού διαμηνύει ότι προτίθεται να θέσει το θέμα, κατά προτεραιότητα, σε όλους τους αρμόδιους φορείς (ΕΟΑ, Υπουργείο Εσωτερικών, πολιτικά κόμματα), με στόχο την οριστική επίλυσή του.
Αναφέρει δε ότι, κατόπιν λήψης παραπόνων από δημότες ή και από επιτόπιους ελέγχους, απέστειλε προειδοποιητικές επιστολές σε περισσότερες από 400 οικοδομές (περιλαμβανομένου μονοκατοικίες, πολυκατοικίες, εμπορικά υποστατικά κτλ.) που βρίσκονται εντός των δημοτικών ορίων, εκ των οποίων οι 130 έχουν κηρυχθεί επικίνδυνες με απόφαση δημοτικού συμβουλίου.
Από στατιστικά δεδομένα που έχει στη διάθεσή του ο Δήμος, το 15% των οικοδομών προχώρησε σε άμεση λήψη μέτρων επιδιόρθωσης, το 25% ενημέρωσε το Δήμο για την πρόθεση του όπως προχωρήσει σε επιδιορθώσεις, ενώ το 60% δεν ανταποκρίθηκε μέχρι στιγμής στη σχετική έκκληση.
Παράλληλα, ο Δήμος Λεμεσού σημειώνει πως οι ενέργειες του βασίζονται στον Περί Οδών και Οικοδομών Νόμο και σύμφωνα με τις πρόνοιες των Άρθρων 15Α και 15Β, η Δημοτική Αρχή καλεί τους ιδιοκτήτες να προβούν στη λήψη μέτρων μέσω διαφόρων δράσεων που περιγράφονται στα άρθρα, προκειμένου να αρθεί η επικινδυνότητα της οικοδομής τους.
Ειδικότερα, προστίθεται, με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 15Β, ο Δήμος Λεμεσού δύναται να εισέλθει αυτεπάγγελτα στην επικίνδυνη οικοδομή ή/και να την εκκενώσει, προκειμένου να εξασφαλιστούν συνθήκες άρσης της επικινδυνότητας.
Υπογραμμίζει, εξάλλου, ότι σε περίπτωση που το κόστος επιδιόρθωσης το αναλάβει ο Δήμος, αυτό μετακυλίεται στους ιδιοκτήτες, με τον συνυπολογισμό των διοικητικών εξόδων, ενώ στην προσπάθεια του να εξασφαλίσει το ποσό, ο Δήμος Λεμεσού «διασφάλισε τη νομική δίοδο και την ενσωμάτωση ΜΕΜΟ στην ιδιοκτησία του δημότη που δεν συμμορφώνεται». Επίσης, σημειώνεται ότι, με βάση το άρθρο 15Ε του Περί Οδών και Οικοδομών Νόμου, η Δημοτική Αρχή δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο μέχρι και €20.000και ημερήσιο πρόστιμο €200 σε όλους τους ιδιοκτήτες που δεν συμμορφώνονται με τις πρόνοιες του Νόμου.
Ο Δήμος Λεμεσού τονίζει ότι μέχρι σήμερα απέφευγε επιμελώς να κάνει χρήση των νομικών εργαλείων, ώστε να δοθεί χρόνος στους ιδιοκτήτες να συμμορφωθούν, ενώ φαίνεται πως «το πρόβλημα διογκώνεται» και αναμένεται να απασχολήσει το δημοτικό συμβούλιο, με εισήγηση για λήψη νομικών μέτρων, αλλά και επιβολή διοικητικών προστίμων, αφού πλέον προκύπτουν σοβαρά θέματα για την ασφάλεια των πολιτών.
Θεωρεί, επίσης, ότι προκειμένου να εξευρεθεί λύση στο ζήτημα των επικίνδυνων οικοδομών, θα πρέπει να γίνει εφαρμογή του «Πιστοποιητικού Καταλληλότητας» των κτιρίων, να καθοριστεί νομικό πλαίσιο που να καθιστά επίσημα τις διαχειριστικές επιτροπές ως Νομικό πρόσωπο, με όλες τις ευθύνες και υποχρεώσεις που αναλογούν, και να ανακτούνται τα έξοδα επιδιόρθωσης για άρση της επικινδυνότητας.
Ο Δήμος Λεμεσού δηλώνει πως στο παρελθόν πρωτοστάτησε στην επικαιροποίηση της νομοθεσίας, με πιο αποτελεσματικά πολεοδομικά εργαλεία, δίνοντας την δυνατότητα στις Τοπικές Αρχές να λαμβάνουν νομικά μέτρα σε περίπτωση μη ανταπόκρισης στις προειδοποιήσεις (χωρίς να καταργεί την νομική υποχρέωση των Δήμων για άρση της επικινδυνότητας).
Το ζητούμενο, ωστόσο, είναι η Νομοθεσία και το νομικό πλαίσιο να είναι τέτοια που να υποχρεώνουν όλους, πολίτες και Αρχές, να ιεραρχούν την ασφάλεια ως προτεραιότητα, χωρίς να είναι απαραίτητη η επιβολή μέτρων, καταλήγει η ανακοίνωση.