Για εσφαλμένα στοιχεία, τα οποία φιλοξενήθηκαν σε δημοσιεύματα που είδαν το φως της δημοσιότητας, σε σχέση με το έργο της Ανακριτικής Επιτροπής της Εκκλησίας, το πόρισμά της, καθώς και την όλη διαδικασία που προβλέπεται από εδώ και στο εξής, κάνουν λόγο οι δικηγόροι των εν αργία Αρχιμανδριτών της Ιεράς Μονής Οσίου Αββακούμ, Αναστάσιος Βαβούσκος και Ανδριάνα Κλαιδή.
Σε σημερινή ανακοίνωσή τους, οι δικηγόροι αναφέρουν ότι κατά το άρθρο 12 του Παραρτήματος του Καταστατικού Χάρτη, η Ανακριτική Επιτροπή είναι πενταμελής (τρεις Αρχιερείς και δύο κληρικοί) και θεωρούν ως εκ τούτου ότι η Ανακριτική Επιτροπή δεν είναι νόμιμη, αφού είναι τριμελής και όχι πενταμελής.
Επίσης, υποστηρίζουν πως οι δύο κληρικοί που διεξάγουν ανακρίσεις, «αφού δεν είναι μέλη της, είναι παράνομοι και για τον ίδιο λόγο είναι παράνομες και άκυρες και οι καταθέσεις που λαμβάνουν».
Εξάλλου, η δικηγόροι των μοναχών αναφέρουν ότι «έχουν κλητευθεί να καταθέσουν δύο επιφανείς μάρτυρες, οι οποίοι έχουν προταθεί ως μάρτυρες υπεράσπισης, ο κ. Εμμανουήλ Καραγεωργούδης, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και Κοσμήτορας αυτής, καθώς και ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Σταυροπηγίου κ. Αλέξιος από την Εκκλησία της Ελλάδος», σημειώνοντας ότι «αμφότεροι θα καταθέσουν κανονικά ως μάρτυρες και συνεπώς, πριν καταθέσουν οι δύο αυτοί σημαντικοί και κομβικής σημασίας μάρτυρες, δεν μπορεί ούτε να συνταχθεί Πόρισμα ούτε από τους Ανακριτές ούτε μετά από την Ανακριτική Επιτροπή, ούτε να λήξει το ανακριτικό έργο, έστω και αν αυτό είναι παράνομο».
Σύμφωνα με τους δικηγόρους «ο Ανακριτής που ορίσθηκε (στην περίπτωση μας οι δύο παράνομοι ανακριτές) συντάσσει κατά το άρθρο 14 παράγραφος 6 του Παραρτήματος του Καταστατικού Χάρτη πόρισμα, που υποβάλλει στην Ανακριτική Επιτροπή» και προσθέτουν ότι «το Πόρισμα αυτό πρέπει να είναι απαλλακτικό».
«Το πόρισμα της Ανακριτικής Επιτροπής, που στηρίζεται στο πόρισμα του Ανακριτή, πρέπει να είναι επίσης υποχρεωτικά απαλλακτικό για τους κατηγορουμένους -όποιοι τελικά είναι αυτοί- διότι το μεν οπτικοακουστικό υλικό, εκτός του ότι δεν στοιχειοθετεί κανένα σεξουαλικό παράπτωμα είναι και παράνομο αποδεικτικό μέσο και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί, οι δε μαρτυρικές καταθέσεις είναι παράνομες και για τον λόγο αυτό άκυρες», αναφέρουν.
Αναφέρουν, επίσης, ότι «ελλείψει αποδεικτικών στοιχείων, είναι υποχρεωτική η απαλλαγή των μοναχών από κάθε κατηγορία», σημειώνοντας ότι «στην περίπτωση αυτή στέλνει την υπόθεση στο Αρχείο (άρθρο 15 του Παραρτήματος του Καταστατικού Χάρτη) και όχι στην Ιερά Σύνοδο».
«Εάν μια από τις κατηγορίες της καταγγελίας του Μητροπολίτη Ταμασού δεν ευσταθεί, τότε κατά το Κανονικό Δίκαιο (130ος κανόνας της Καρθαγένης) απορρίπτονται υποχρεωτικά όλες», συμπληρώνουν.
Στο μεταξύ, οι δικηγόροι των εν αργία Αρχιμανδριτών αναφέρουν ότι «εάν παρ’ ελπίδα, η Ανακριτική Επιτροπή αποφανθεί υπέρ της διώξεως, τότε κατά το άρθρο 15 του Παραρτήματος του Καταστατικού Χάρτη, ορίζει Εκκλησιαστικό Εισαγγελέα, ο οποίος θα συντάξει το κατηγορητήριο» και προσθέτουν ότι «συνεπώς, ούτε η Ανακριτική Επιτροπή συντάσσει κατηγορητήριο, ούτε το στέλνει στην Ιερά Σύνοδο ή στο Συνοδικό Δικαστήριο».
Συνεχίζουν λέγοντας ότι «στην παραπάνω περίπτωση, κατά το άρθρο 19 του Παραρτήματος του Καταστατικού Χάρτη, ο Εκκλησιαστικός Εισαγγελέας, αφού καταρτίσει το κατηγορητήριο, το καταθέτει στην Γραμματεία του Συνοδικού Δικαστηρίου και στη συνέχεια αποστέλλει αντίγραφα των μαρτυρικών καταθέσεων, του κατηγορητηρίου και της κλήσης για το Δικαστήριο στους κατηγορουμένους».
«Με περισσότερη σαφήνεια δεν γίνεται να περιγραφεί η διαδικασία. Όσοι αμφισβητούν τα παραπάνω, έχοντας διαφορετική άποψη, τους παραπέμπουμε στις διατάξεις του Καταστατικού Χάρτη, οι οποίες είναι τόσο πολύ σαφείς και κατανοητές, που δεν επιδέχονται ερμηνεία αλλά μόνο μία απλή ανάγνωση», αναφέρουν.
Τέλος, διαμηνύουν πως θα συνεχίσουν να επιμένουν στην τήρηση της νομιμότητας.