Ο Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος, ο Μητροπολίτης Κύκκου και Τηλλυρίας Νικηφόρος, ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής Ἠσαΐας και ο Επίσκοπος Ἀμαθούντος Νικόλαος, μέσω επιστολής τους προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο εκφράζουν θλίψη για την αναφορά ότι η διαφωνία τους με την με την απόφαση του Προκαθημένου της Εκκλησίας της Κύπρου, σχετικά με το Αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Ουκρανίας , αποκαλύπτει «όχι την ευαισθησία τους για την εκκλησιολογία, την κανονική τάξη και την ενότητα της Ορθοδοξίας αλλά μάλλον την αδιαφορία τους για αυτήν χάριν αλλότριων σκοπιμοτήτων». Η αναφορά περιέχεται σε μήνυμα του Οικουμενικού Πατριάρχη στο ΡΙΚ.
Επιπρόσθετα εκφράζουν την απορία τους, εάν τελικά έχουν το δικαίωμα, ως Μέλη της Ιεράς Συνόδου της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Κύπρου, να διατυπώνουν τις απόψεις τους ελεύθερα και άφοβα, έστω και αν ακόμη είναι διαφορετικές από τις απόψεις των άλλων αδερφών τους.
Οι τέσσερις Μητροπολίτες διερωτώνται μέσω της επιστολή τους εάν είναι ορθό και αν συνάδει με την ιερά παρακαταθήκη του Ιερού Συνοδικού Θεσμού, δια του οποίου διοικούνται όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες, εάν κάποιοι Συνοδικοί ιερείς διαφωνούν να δέχονται «ύβρεις και προπηλακισμούς και εκφράσεις προσβλητικές» επειδή έχουν άλλη γνώμη σε κάποιον θέμα με τον Προκαθήμενο τους.
Ή πάλι, προσθέτουν, κατά πόσο είναι ορθό η Ιερά Σύνοδος εν απολύτου συμφωνίας να αποφασίζει ομόφωνα κάτι επί σοβαρού θέματος και ξαφνικά ο Προκαθήμενος να περιφρονεί και να καταργεί όλη την Ιερά Σύνοδο και να πράττει τελείως διαφορετικά.
Που στέκει, συνεχίζουν οι τέσσερεις Μητροπολίτες, ο 34ος ιερός Κανόνας των Αγίων Αποστόλων, ο οποίος λέγει: «Τούς ἐπισκόπους ἑκάστου ἔθνους εἰδέναι χρή τοῦ ἐν αὐτοῖς πρῶτον καί ἡγεῖσθαι αὐτόν ὡς κεφαλήν, καί μηδέν τι πράττειν περιττόν ἄνευ τῆς ἐκείνου γνώμης… Ἀλλά μηδέ ἐκεῖνος (ὁ Προκαθήμενος) ἄνευ τῆς πάντων γνώμης ποιείτω τι• οὕτω γάρ ὁμόνοια ἔσται καί δοξασθήσεται ὁ Θεός διά Κυρίου ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ὁ Πατήρ καί ὁ Υἱός καί τό Ἅγιον Πνεῦμα».
Σχετικά με την αναφορά του Οικουμενικού Πατριάρχη δια τους αλλότριους σκοπούς, τούς οποίους «τυχόν εξυπηρετούν εν γνώσει τους», οι τέσσερεις Μητροπολίτες στην επιστολή τους αναφέρουν πως η μέχρι τούδε παρουσία και υπηρεσία τους, στην Αγιοτάτη Εκκλησία της Κύπρου, μαρτυρεί την ποιότητα της όλης διακονίας τους και το αδιάβλητο του ήθους τους.
Προσθέτουν δε, στην επιστολή τους στον Οικουμενικό Πατριάρχη, ότι η αναφορά του ότι το Ουκρανικό αυτοκέφαλο αποτελεί τετελεσμένο εκκλησιαστικό γεγονός και ότι η μόνη εκκλησιολογικός συνεπής στάση είναι η αναγνώριση του εκ μέρους και των λοιπόν Ορθοδόξων Προκαθήμενων, όπως συνέβη και με τα αυτοκέφαλα όλων των νεώτερων Ορθόδοξων Εκκλησιών, από εκείνου της Εκκλησίας της Ρωσίας και εφεξής, δεν τους βρίσκει σύμφωνους αφού, όπως αναφέρουν, κανένας εκ των Προκαθημένων των κατά τόπους Ορθόδοξων Εκκλησιών παρέστη στην ενθρόνιση του Επιφανείου αλλά και μέχρι σήμερα μόνο δύο τοπικές Εκκλησίες τον αναγνώρισαν.
Ωστόσο, επισημαίνουν πως η εκ μέρους του Αρχιεπισκόπου Κύπρου αναγνώριση του αποτελεί «πράξη αυθαίρετη και αντικανονική».
Οι τέσσερεις Μητροπολίτες αναφέρουν ακόμη πως ο εκάστοτε Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ως Προκαθήμενος του Πρώτου Θρόνου της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, είναι «πρώτος μεταξύ ίσων» (primus inter pares), ένα πρωτείο σημειώνουν το οποίο δεν είναι “πρωτείο εξουσίας” , αλλά αλλά «πρωτείο ευθύνης και διακονίας» για την ενότητα της Εκκλησίας, την ορθή πίστη και την αγάπη.
Επισημαίνουν δε, πως ο Οικουμενικός Πατριάρχης είναι και πρέπει πάντοτε να είναι ο διαχρονικός φύλακας και εγγυητής τόσο της κανονικής τάξεως όσον και της αυθεντικής λειτουργίας του Ορθοδόξου Συνοδικού και Ιεραρχικού Συστήματος.
Έργο δικό του, σημειώνουν, είναι ο συντονισμός των Ορθοδόξων Εκκλησιών σε κρίσιμα θέματα διορθοδόξου ενδιαφέροντος.
Στην επιστολή τους οι τέσσερεις Μητροπολίτες αναφέρουν πως τα πιο πάνω γράφηκαν με την ευθύνη της Αρχιερατικής τους συνείδησης και του προσήκοντος σεβασμού τους προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο.