H συνεταιριστική οινοβιομηχανία ΣΟΔΑΠ δεν πρόκειται να παραλάβει φέτος σταφύλια λόγω της μεγάλης ποσότητας αποθεμάτων που έχει, σύμφωνα με τον Μιχάλη Σόλωνος, που εκτελεί χρέη Διευθυντή.
Σε δηλώσεις του στο ΚΥΠΕ, ο κ. Σόλωνος ανέφερε πως η απόφαση που λήφθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού είναι να μην παραληφθούν πρόσθετες ποσότητες σταφυλιών για φέτος.
Δυστυχώς, σημείωσε, «δεν μπορεί να γίνει φέτος παραλαβή γιατί δεν υπάρχουν χώροι για αγορά σταφυλιών, τα οποία θα μετατραπούν σε κρασί λόγω των αποθεμάτων τα οποία προέκυψαν λόγω της κοινωνικοοικονομικής ανωμαλίας των τελευταίων ετών, όπως πανδημία, πόλεμο στη Ρωσία κ.λπ.».
Ο ΣΟΔΑΠ, συνέχισε, έχει στις δεξαμενές του 6 εκ. λίτρα χυμό σταφυλιών, ενώ τα κρασιά που πουλά ετησίως υπολογίζονται στα 2 εκ. λίτρα.
Ο κ. Σόλωνος ερωτηθείς σχετικά, ανέφερε πως από το 1947 είναι η πρώτη φορά που ο Οργανισμός δεν θα παραλάβει σταφύλια. Λόγω της μη παραλαβής σταφυλιών από την οινοβιομηχανία του ΣΟΔΑΠ, είπε, θα επηρεαστούν οι αμπελουργοί, οι οποίοι δεν έχουν προχωρήσει στον πράσινο τρυγητό με αποτέλεσμα να τους μείνουν τα σταφύλια.
Επίσης, σημείωσε, λόγω των καιρικών συνθηκών και του περονόσπορου δεν θα υπάρχει τόση καλή παραγωγή η οποία να μείνει αδιάθετη από τα μικρά οινοποιεία τουλάχιστον.
Ερωτηθείς κατά πόσο καταβλήθηκαν κάποιες προσπάθειες ώστε να παραληφθεί μια μικρή ποσότητα, ο κ. Σόλωνος απάντησε πως είχαν κατατεθεί κάποιες προτάσεις για την παραλαβή μικρών ποσοτήτων, όμως ο Οργανισμός που είναι συνεργατισμός, δεν μπορεί να κάνει διάκριση των αμπελουργών ή των μελών του και να παραλάβει από κάποιους σταφύλια και από κάποιους άλλους όχι.
Ως εκ τούτου, η απόφαση που λήφθηκε ήταν ότι δεν θα γίνει καμία παραλαβή, συμπλήρωσε.
Πρόσθεσε πως η ζημιά από τη κατάσταση δυστυχώς επιβαρύνει τους αμπελουργούς και αυτούς που δεν έχουν συμμετάσχει στο σχέδιο του Κράτους για τον πράσινο τρυγητό.
Αναφερόμενος στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η οινοβιομηχανία του ΣΟΔΑΠ, ο κ. Σόλωνος είπε πως το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι το ελεύθερο εμπόριο της εισαγωγής κρασιών από εταιρείες οι οποίες το διοχετεύουν στην κυπριακή αγορά χωρίς να είναι ούτε ποιοτικό αλλά είναι φθηνό που κτυπούν το κυπριακό κρασί και κατ’ επέκταση τον Κύπριο αμπελουργό.