Ως απάντηση σε επικρίσεις που διατυπώθηκαν, κυρίως από την πλευρά του ΑΚΕΛ, σχετικά με την Ειδική Εκπαίδευση, το Υπουργείο Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας παραθέτει στοιχεία, όπως φαίνονται στον ακόλουθο πίνακα.
Όπως φαίνεται καθαρά από τα στοιχεία, η προσπάθεια που έχει γίνει από το Υπουργείο στη διάρκεια αυτής της διακυβέρνησης έχει βελτιώσει κατά πολύ τις συνθήκες στην Ειδική Εκπαίδευση σε σχέση με την προηγούμενη διακυβέρνηση, πριν το 2013.
Συγκεκριμένα, με τον ταχύ ρυθμό αύξησης των μαθητών/-τριών Ειδικής Εκπαίδευσης των οποίων ο αριθμός έχει υπερδιπλασιαστεί μεταξύ 2013 και 2022, φαίνεται ότι το εκπαιδευτικό σύστημα έχει γίνει πολύ πιο συμπεριληπτικό. Δηλαδή πολύ περισσότερα παιδιά με αναπηρίες εντάσσονται στο σχολείο.
Ποσοστό περίπου 90% των παιδιών της Ειδικής Εκπαίδευσης εντάσσονται στις συμβατικές τάξεις του σχολείου, ενώ στα Ειδικά Σχολεία φοιτούν λιγότεροι από 4% των μαθητών/-τριών της Ειδικής.
Καταγράφεται μεγάλη αύξηση και του αριθμού των εκπαιδευτικών Ειδικής Εκπαίδευσης στη Δημοτική Εκπαίδευση, όσο και του αριθμού των σχολικών βοηθών/συνοδών που έχουν περίπου διπλασιαστεί μεταξύ 2013 και 2022.
Συγκριτικά σήμερα σε κάθε ένα σχολικό βοηθό/συνοδό αναλογούν 2,2 παιδιά με ανάγκη συνοδείας, έναντι 2,4 που ήταν το 2013. Ενδεικτικά σημειώνεται ότι έναντι 622 σχολ. βοηθών/συνοδών το 2013, σήμερα έχουμε 1.335 σχολ. βοηθούς και σχολ. συνεργάτες στα σχολεία.
Συγκρίνοντας τα σημερινά δεδομένα με εκείνα που ίσχυαν πριν δέκα χρόνια και στη διάρκεια της προηγούμενης διακυβέρνησης, είναι φανερό ότι τώρα προσφέρονται περισσότερες υπηρεσίες, πλαισιώνονται και ενισχύονται καλύτερα οι μαθητές/-τριες Ειδικής Εκπαίδευσης και το Υπουργείο μπορεί να κάνει περισσότερα.
Επομένως, οι επικρίσεις που διατυπώνονται από την πλευρά του ΑΚΕΛ δεν στηρίζονται στα στοιχεία και σε πραγματικά γεγονότα. Όσο και αν εξακολουθούν να υπάρχουν ανάγκες, η πρόοδος που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια είναι σαφώς μεγαλύτερη από ότι στη διάρκεια της προηγούμενης διακυβέρνησης.
Όταν μάλιστα διατυπώνονται έντονοι ισχυρισμοί αντίθετα προς τα πραγματικά στοιχεία, τότε η βαριά καταγγελία που ακούστηκε ότι (δήθεν) «το Υπουργείο Παιδείας τα τελευταία χρόνια μας κοροϊδεύει» θα πρέπει να αντιστραφεί. Αν κάποιος κοροϊδεύει, είναι εκείνος που προβάλλει ισχυρισμούς αντίθετους στην πραγματικότητα και τα στοιχεία.
Όσον αφορά ακόμα τη χαρακτηριστική όσο και αξιοπερίεργη δήλωση βουλευτή του ΑΚΕΛ ότι το Υπουργείο κινείται με τη λογική «αυτά είναι τα λεφτά που θέλουμε να δώσουμε» και «με την οροφή, με το πλαφόν που μπαίνει αδικούνται τα παιδιά», θα πρέπει να υποδείξουμε ότι το ΥΠΑΝ ενεργεί στη βάση του Προϋπολογισμού που είναι νόμος του κράτους, ψηφισμένος από τη Βουλή. Όπως βεβαίως συνέβαινε πάντα και με όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Σε όλα τα ευνομούμενα κράτη η πολιτική ασκείται στο πλαίσιο προϋπολογισμού, ο οποίος προβλέπει εγκεκριμένες δαπάνες.
Σε περίπτωση που διαπιστώνεται μέσα από τις ανάγκες ότι κάποια προβλεπόμενα κονδύλια δεν αρκούν τότε αυτό αντιμετωπίζεται, ως γνωστόν, και με συμπληρωματικούς προϋπολογισμούς.
Ενώ σε περίπτωση που διαπιστώνεται ότι κάποιοι μηχανισμοί και διαδικασίες που ίσχυαν προηγουμένως δεν μπορεί πλέον να ανταποκριθούν στα δεδομένα και τις ανάγκες όπως μεταβάλλονται, τότε το Υπουργείο προωθεί προτάσεις για αλλαγές. Όπως συμβαίνει αυτήν ακριβώς την περίοδο, σχετικά με τη διαδικασία εξέτασης των αναγκών και αιτήσεων μέσω της διαδικασίας των Επαρχιακών Επιτροπών (που προβλέπονται από τη νομοθεσία) και την οποία διαδικασία το ΥΠΑΝ προβλέπει να ενισχύσει και να κάνει αποτελεσματικότερη με τη δημιουργία του Κέντρου Αξιολόγησης Ειδικής Εκπαίδευσης.