Η μελέτη της οικονομικής πτυχής της εμπορίας ανθρώπων μπορεί να βοηθήσει τις προσπάθειες για εντοπισμό του εγκλήματος και την αντιμετώπιση των νέων χαρακτηριστικών του φαινομένου, ανέφερε ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Κύπρου στον ΟΗΕ, Πρέσβης Ανδρέας Χατζηχρυσάνθου, σε παρέμβασή του κατά την εκδήλωση που διοργάνωσε στις 20 Μαρτίου το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα (UNODC) με θέμα «Παρουσίαση στη Νέα Υόρκη της Παγκόσμιας Έκθεσης του UNODC 2022 για την Εμπορία Ανθρώπων».
Σύμφωνα με ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών, ο κ. Χατζηχρυσάνθου τόνισε ότι η εμπορία ανθρώπων αποτελεί παραβίαση θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων και πλήγμα στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, προσθέτοντας ότι η πανδημία μαζί με άλλες διεθνείς προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένων των συγκρούσεων και της κλιματικής αλλαγής, οδήγησε στην αύξηση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων που είναι μεταξύ των βασικών αιτιών της εμπορίας ανθρώπων, τονίζοντας ότι αποτελεί ένα πολύ σοβαρό έγκλημα που έχει συχνά διεθνικό χαρακτήρα και ως εκ τούτου είναι ιδιαίτερα δύσκολο να ανιχνευθεί.
Συμπλήρωσε ότι η έκθεση του UNODC υποδεικνύει ότι η πανδημία έχει επηρεάσει αρνητικά την ανίχνευση και τα χαρακτηριστικά της εμπορίας ανθρώπων, σημειώνοντας ότι λόγω της πανδημίας έχουν αλλάξει τα χαρακτηριστικά του εγκλήματος της εμπορίας προσώπων, καθιστώντας το μη εύκολα ανιχνεύσιμο από τις Αρχές.
Για αυτόν τον λόγο, συνέχισε, η παγκόσμια έκθεση του UNODC έχει μεγάλη σημασία διότι σκιαγραφεί την κατάσταση και παρέχει την ανάλυση που έχουν ανάγκη οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι ειδικοί επαγγελματίες για να κατανοήσουν το έγκλημα, ενώ παράλληλα συμβάλλει στις κοινές προσπάθειες για την καταπολέμηση και τον τερματισμό της εμπορίας ανθρώπων.
Όπως αναφέρεται, ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος υπέδειξε ότι η εμπορία ανθρώπων είναι παγκόσμιο ζήτημα που επηρεάζει και την Κύπρο και ως εκ τούτου, η κυπριακή κυβέρνηση είναι αφοσιωμένη στον στόχο της καταπολέμησης και του τερματισμού της.
Πρόσθεσε ότι ένα ακόμη στοιχείο που μπορεί να βοηθήσει τις προσπάθειες για εντοπισμό του εγκλήματος και την αντιμετώπιση των νέων χαρακτηριστικών του είναι η μελέτη της οικονομικής πτυχής του φαινομένου, αφού ο κύριος στόχος της εμπορίας ανθρώπων είναι το υψηλό οικονομικό κέρδος, συμπληρώνοντας ότι βασικό εργαλείο στην προσπάθεια εντοπισμού και καταπολέμησης του εν λόγω εγκλήματος είναι η παρακολούθηση της οικονομικής διαδρομής που ακολουθούν οι διακινητές.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Χατζηχρυσάνθου αναφέρθηκε στη δημοσίευση από την κυπριακή κυβέρνηση της πρώτης Έκθεσης Στρατηγικής Ανάλυσης για χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, η οποία στοχεύει στην παροχή καθοδήγησης σχετικά με τον τρόπο εντοπισμού και αναφοράς των ύποπτων συναλλαγών που σχετίζονται με την εμπορία ανθρώπων, και επεσήμανε ότι η συγκεκριμένη Στρατηγική Ανάλυση αποσκοπεί στην ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των φορέων του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, στην παροχή βοήθειας στη Μονάδα Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης (ΜΟ.Κ.Α.Σ.) για τη διάσπαση του επιχειρηματικού μοντέλου των διακινητών και παράλληλα στην ενίσχυση των προσπαθειών για την πρόληψη και καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, με στόχο τη διάσωση και την προστασία περισσότερων θυμάτων.
Κλείνοντας, ο κ. Χατζηχρυσάνθου εξέφρασε την ανάγκη μιας αποτελεσματικότερης πολυμερούς προσέγγισης και της ανάπτυξης ισχυρών εταιρικών σχέσεων μεταξύ των κυβερνήσεων, του συστήματος του ΟΗΕ, της κοινωνίας των πολιτών και του ιδιωτικού τομέα για την καταπολέμηση του εγκλήματος, τονίζοντας ότι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι αδιαπραγμάτευτη και ότι η εμπορία ανθρώπων δεν μπορεί να γίνει ανεκτή, καταλήγει η ανακοίνωση.